Skip to main content

Αλλάζει κάτι στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις; Τα πρώτα μηνύματα

Ποια η σημασία της συνάντησης του Πάνου Καμμένου με τον Αμερικανό ομόλογό του, Τζέιμς Μάτις, με αφορμή τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου στον Λευκό Οίκο

Υπήρξε ένα κλίμα ευφορίας στην πολιτική σκηνή, με τις συναντήσεις του Πάνου Καμμένου στην Ουάσιγκτον, που έρχεται να το σκιάσει η απόφαση του Τραμπ, να μεταθέσει για τον Ιούνιο τις αποφάσεις για το ΔΝΤ, όπερ σημαίνει ότι οι διαβουλεύσεις με την Ελλάδα για την αξιολόγηση ίσως είναι άνευ σκοπού έως τότε, λόγω του ενδεχομένου ανατροπής από την πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης.

Οι πληροφορίες της «Καθημερινής» από την Ουάσιγκτον φέρουν τον Ντ. Τραμπ να θέτει εμπόδια στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, και τούτο διότι στο αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών έχουν τοποθετηθεί δυο πρόσωπα που μόνο «φιλικά» προς το ΔΝΤ δεν είναι, ο Ντέιβιντ Μάλπας και ο Ανταμ Λέρικ.

Ο ερευνητής του American Enterprise Institute Ντέσμοντ Λάχμαν μιλώντας στην «Καθημερινή» εκτίμησε πως ο υφυπουργός (Μάλπας) και ο βοηθός του (Λέρικ) «είναι γνωστοί για τις πολύ επικριτικές θέσεις τους έναντι του ΔΝΤ, τον ρόλο του οποίου θα ήθελαν να περιορίσουν. Επιπλέον, δεν θα ήθελαν να δουν να τίθενται σε κίνδυνο χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων μέσω νέων δανείων του ΔΝΤ στην Ελλάδα».

Δεν είναι όμως μόνον αυτό. Η εσωτερική έκθεση του ΔΝΤ, που ήρθε στο φως της δημοσιότητας, δείχνει ότι ανατρέπεται η τακτική του Ταμείου σε χώρες που μετέχουν σε νομισματική ένωση, όπως η Ελλάδα, προαναγγέλλοντας «αλλαγή αρχιτεκτονικής» των μνημονίων και προβλέπει πως οι αποφάσεις θα ληφθούν τον Ιούνιο! Το ΔΝΤ σχεδιάζει να ελαχιστοποιήσει τις πολιτικές παρεμβάσεις στην τεχνική ανάλυση, ώστε αυτή να παραμείνει ανεξάρτητη.

Το πόσο σοβαρό είναι αυτό, δεν χρειάζεται να ειπωθεί, δεδομένου ότι ο Α. Τσίπρας έχει στηρίξει τις ελπίδες του σε πολιτική παρέμβαση εκ μέρους της Γερμανίας, που δεν θέλει στην προεκλογική περίοδο αναταραχές στην Ε.Ε., αλλά «βλέπει» και μακρύτερα σε πιθανή εκλογή του Σουλτς στην καγκελαρία.

Αυτό είναι το γεγονός που μετρίασε, αν δεν μηδένισε, τη «χαρά» της κυβέρνησης για την επιτυχία της συνάντησης του Πάνου Καμμένου με τον υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Τζέιμς Μάτις. Η επιτυχία συνίσταται στο γεγονός ότι, όπως δεν έχει προσκληθεί κατά τα τελευταία χρόνια Έλληνας πρωθυπουργός στον Λευκό Οίκο, δεν υπήρξε και συνάντηση των υπουργών Άμυνας, μάλιστα δε ο υπουργός του Ομπάμα, Κάρτερ, πρόσβαλε τον Έλληνα ομόλογό του (και την Ελλάδα) με ανεξήγητη ματαίωση της συνάντησής τους.

Η αλήθεια είναι πως δεν πληροφορηθήκαμε εν τέλει αν υπήρξε προτέρα συνεννόηση των δύο υπουργών να συναντηθούν, ή την εκβίασε ο Πάνος Καμμένος. Πάντως, και ενώ ο Έλληνας υπουργός βρέθηκε στην Ουάσιγκτον, ο Κάρτερ περιέργως ανέβαλε την συνάντηση και έστειλε υφισταμένους του. Συμφώνως προς αποκαλυφθέν e-mail του Wikileaks, ο Κάρτερ αρνήθηκε και τηλεφωνική επικοινωνία. Όλα αυτά, όπως θα θυμάστε, προκάλεσαν «φλογερά πρωτοσέλιδα» στην Ελλάδα, τα οποία έκαναν λόγο για ταπείνωση. Το μυστήριο της κίνησης Κάρτερ, ακόμη παραμένει.

Ως εκ τούτου, η συνάντηση του Καμμένου με τον Αμερικανό ομόλογό του, Τζέιμς Μάτις, έχει σημασία, πολλώ μάλλον που ο Αμερικανός υπουργός αποδέχθηκε την πρόσκληση να έλθει στην Ελλάδα, ενώ ο Π. Καμμένος δήλωσε κατενθουσιασμένος ότι: «Αρχίζει καινούργια ημέρα στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις και στον τομέα της άμυνας», κάνοντας λόγο για μια εξαιρετική συνάντηση, στην οποία συζητήθηκαν θέματα διμερούς ενδιαφέροντος, η παρουσία του ΝΑΤΟ στην ανατολική Μεσόγειο, η δημιουργία της «ασπίδας σταθερότητας» με Ισραήλ, Κύπρο, Αίγυπτο, Ιορδανία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στα νότια και με Βουλγαρία, Ρουμανία στον Βορρά, καθώς και η παράνομη μετανάστευση και η ανάπτυξη του εξτρεμισμού στη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική.

Και, βεβαίως, ήρθαν και τα θερμά λόγια του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, στην διοργανωθείσα εκδήλωση για την επέτειο της 25ης Μαρτίου, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος, πλην των άλλων θερμών, αλλά τυπικών, λόγων εκθείασε την συνεισφορά των Ελλήνων συμβούλων που βρίσκονται στο πλευρό του.

Εκείνο που μένει να δούμε, είναι η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας, με πρώτο αρνητικό δείγμα, την υποστήριξη των Κούρδων της Συρίας, παρά την άρνηση του Ερντογάν.