Skip to main content

Από τη Θεσσαλονίκη στην Τεχεράνη μέσω... Βαλκανίων

Στην Ελλάδα η απόσταση λόγων και έργων είναι χαώδης, ενώ η έννοια της στρατηγικής σε κυβερνητικό επίπεδο διαχρονικά άγνωστη.

Σε μια εποχή που το γρήγορο ψάρι τρώει το μικρό τα αντανακλαστικά της προβληματικής έτσι κι αλλιώς Ελλάδας παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

Χθες, στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Συνεδριακό Κέντρο της Τράπεζας Πειραιώς στη Θεσσαλονίκη για τις οικονομικές, επιχειρηματικές και εμπορικές δυνατότητες του Ιράν μετά την άρση του διεθνούς εμπάργκο, ο Δημήτρης Μάρδας, αφού εκθείασε τις προοπτικές της συγκεκριμένης χώρας ανακοίνωσε ότι το υπουργείο Εξωτερικών ετοιμάζει επιχειρηματική αποστολή στην Τεχεράνη το Νοέμβριο, αλλά και ότι αργότερα θα την επισκεφθεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.

Λίγα λεπτά αργότερα ανέβηκε στο ίδιο βήμα ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας «Ευρωσύμβουλοι» Πάρις Κοκορότσικος που κάνει δουλειές στο Ιράν. Όπως είπε ο Θεσσαλονικιός επιχειρηματίας, πλέον, στην Τεχεράνη οι ξένες πολιτικές και επιχειρηματικές αποστολές κάνουν παρέλαση με εξαιρετική πυκνότητα και συχνότητα, αφού ολόκληρος ο πλανήτης θεωρεί το Ιράν τον δυναμικότερο επενδυτικό προορισμό της προσεχούς δεκαετίας. Όχι μόνο από τις γνωστές ανεπτυγμένες χώρες όπως –για παράδειγμα- η Γερμανία, η Ιταλία, οι ΗΠΑ, αλλά και από… νέες χώρες, όπως η Πολωνία.

Στην Ελλάδα η απόσταση λόγων και έργων είναι χαώδης, ενώ η έννοια της στρατηγικής σε κυβερνητικό επίπεδο διαχρονικά άγνωστη. Διότι αν το Ιράν και η Τεχεράνη φαντάζουν μέρη εξωτικά, τα Βαλκάνια, η Τουρκία, ακόμη και η Κεντρική Ευρώπη είναι η γειτονιά μας, θα μπορούσαν –ενδεχομένως- να θεωρούνται και αυλές του σπιτιού μας, αν υπήρχε στοιχειώδες σχέδιο αξιοποίησης των αγορών τους από την Ελλάδα.

Ειδικά τα Βαλκάνια, που αφορούν άμεσα τη Θεσσαλονίκη και το βορειοελλαδικό τόξο, για αρκετά χρόνια από το 1990 προσέβλεπαν για την οικονομική τους μετάλλαξη στην Ελλάδα, ως την κοντινότερη χώρα με ελεύθερη οικονομία. Την ίδια εποχή οι Έλληνες πολιτικοί και παράγοντες μιλούσαν για τη «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των Βαλκανίων», για «επενδυτική επέλαση», μέχρι και για την ολοκλήρωση της Χάρτας του Ρήγα! Στην πράξη, όμως, δεν έκαναν τίποτα. Ακόμη και την εποχή που η κρατική Ολυμπιακή Αεροπορία συνέδεε την Αθήνα με το τελευταίο νησί του Αιγαίου –αναλόγως της καταγωγής του εκάστοτε ισχυρού υπουργού- δεν καταδέχθηκε να συνδέσει τη Θεσσαλονίκη με τη Σόφια, το Βουκουρέστι, το Βελιγράδι, την Κωνσταντινούπολη. Και την ώρα που η Ελλάδα διοργάνωνε χλιδάτους Ολυμπιακούς Αγώνες τα γραφεία των Ελλήνων Εμπορικών Ακολούθων στα Σκόπια και τις άλλες βαλκανικές πρωτεύουσες αναζητούσαν χορηγίες ιδιωτών για να αγοράσουν εκτυπωτή και ζητιάνευαν –επίσης από ιδιώτες- το χαρτί του φαξ.    

Η Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών είναι μια ιστορία χαμένων ευκαιριών. Το ξέρουμε, το έχουμε εμπεδώσει. Τώρα πια είναι αργά για… δάκρια, διότι το πρόβλημα του ιδιωτικού τομέα της χώρας αφορά την επιβίωση. Προφανώς και υπάρχουν πολύ καλές, υγιείς και εξωστρεφείς ελληνικές εταιρίες σε όλους τους τομείς. Αυτές έχουν μάθει να κινούνται μακριά από την ανύπαρκτη ελληνική οικονομική διπλωματία. Αναπτύσσονται πληρώνοντας οι ίδιες το τίμημα. Πρόκειται για επιχειρηματίες, οι οποίοι θα ακολουθήσουν μια αποστολή του ελληνικού κράτους μόνο για να κάνουν δημόσιες σχέσεις με τους κρατούντες στην Αθήνα και όχι για να κάνουν –δι’ αυτής της οδού- δουλειές στο Ιράν.

Η ειρωνεία του πράγματος! Την ώρα που από τη Θεσσαλονίκη εξαγγέλλεται «έφοδος» στην Τεχεράνη η Αθήνα ετοιμάζεται να υποδεχθεί σήμερα τον Φρανσουά Ολάντ. Ο Γάλλος πρόεδρος συνοδεύεται από επιχειρηματίες, που ίσως θέλουν να αγοράσουν κάτι από αυτά που πουλάμε ή να επενδύσουν κάπου στην Ελλάδα. Το σίγουρο είναι ότι εμείς τους θέλουμε για όλα, μόνο που –πέρα από τις αυτάρεσκες θεωρίες περί ασημικών- το πραγματικό ενδιαφέρον είναι περιορισμένο.