Skip to main content

Δεν θα απαλλαχτεί η Ελλάδα από την κατάρα του παλαιοκομματισμού

Η πελατειακή σχέση ψηφοφόρου-πολιτικού είναι αρκετά ισχυρή. Εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες έχουν εξυπηρετηθεί από το παραθυράκι

Είχαν δημιουργηθεί πολλές ελπίδες, προ εικοσαετίας περίπου, ότι ο πολιτικός κόσμος υποχρεώθηκε να προσαρμόσει την στάση του στο αίτημα του λαού για «εξευγενισμό» της πολιτικής ζωής, για εγκατάλειψη δηλαδή του παλαιοκομματισμού.

Η αλήθεια είναι ότι τότε έγινε πιστευτό, ότι η Ελλάδα ίσως αποκτήσει σοβαρό κράτος, αλλά οι ελπίδες απεδείχθησαν φρούδες. Μάλιστα, η ενδυνάμωση, σε ψήφους, της Αριστεράς, επανέφερε το πλέον σκοτεινό πρόσωπο της πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας.

Και είναι αδιάφορο, αν η παραπλάνηση του λαού προεκλογικώς συντελέσθηκε σκοπίμως, ή λόγω αυταπατών του πρωθυπουργού, όπως ομολόγησε. Και τούτο διότι οι αυταπάτες επί τόσο σοβαρών θεμάτων υποδηλούν άγνοια της πολιτικής. Επί πλέον, η τριετής διακυβέρνηση της χώρας από κυβέρνηση κομμουνιστών, η οποία όμως επιχειρεί να συμβιβάσει την καπιταλιστική πορεία της με αριστερή ιδεολογία, δημιουργεί ασφαλώς μια κατάσταση, που θα έπρεπε να αποκληθεί κωμική, αν δεν αφορούσε την Ελλάδα. Τώρα είναι κάτι περισσότερο από τραγική.

Ο παλαιοκομματισμός ενδημεί στην χειρότερη μορφή του. Η υπεσχημένη διαφάνεια ανύπαρκτη, με πολιτικές που αποσκοπούν αποκλειστικώς στην άλωση του κράτους, στην τακτοποίηση συντρόφων άσχετων με τις θέσεις που καταλαμβάνουν και με την προσπάθεια σε περίπτωση εκλογικής ήττας της Αριστεράς, να μη επιτρέψει σχηματισμό κυβέρνησης χωρίς αυτήν. Ή, ως αντιπολίτευση, να είναι ισχυρή, εμποδίζοντας, όπως καθ’ όλα τα μεταπολεμικά χρόνια έπραττε η Αριστερά, κάθε θετική ενέργεια των αστικών κυβερνήσεων.

Λόγω του ότι κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει πως οι πολιτικοί -στην πλειονότητά τους- στερούνται ευφυΐας, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι ασκούν εξόχως προσοδοφόρα επαγγελματική σταδιοδρομία για την οποία δεν απαιτούνται ιδιαίτερα προσόντα, ή ως κρατικοδίαιτοι, υπό την έννοια ότι εκμεταλλεύονται τη μονιμότητα προσφέροντες ελάχιστα, ακολουθούν την ίδια πορεία και στον πολιτικό στίβο.

Ακόμη και αν οι ίδιοι δεν αντιλαμβάνονται τις προθέσεις του λαού, διαθέτουν ακριβοπληρωμένους συμβούλους, οι οποίοι προφανώς τους ενημερώνουν. Επομένως, συνειδητά ακολουθούν την ίδια πορεία με το χθες. Επειδή διαπιστώνουν ότι αυτό τους συμφέρει.

Πρέπει να παραδεχθούμε, ότι σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, υπάρχει πλήθος δυσαρεστημένων ψηφοφόρων κατά την προεκλογική περίοδο. Έχει όμως διαπιστωθεί, ότι μέχρι σήμερα μικρό μόνον μέρος εκδηλώνει τη δυσαρέσκειά με άρνηση ψήφου προς το κόμμα ή τον πολιτικό που τον δυσαρέστησε. Επαναλαμβάνω αυτό που και άλλοτε έχω γράψει. Τη διαπίστωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (θείου) ότι το Σάββατο τον βρίζουν, την Κυριακή τον ψηφίζουν και τη Δευτέρα μετανιώνουν.

Δυστυχώς για μας, τους ψηφοφόρους, οι πολιτικοί το γνωρίζουν αυτό. Ότι δηλαδή, η σχέση ψηφοφόρου-κόμματος είναι πολύ ισχυρή, και ο θυμός κρατά μέχρι το Σάββατο βράδυ. Τότε ο καθένας σκέφτεται ότι το ρουσφέτι που θέλει, θα το ζητήσει από το ισχυρό κόμμα και τον ισχυρό πολιτικό. Συναισθηματικά μπορεί να προτιμά κάποιον άλλον, αλλά το προσωπικό συμφέρον τον οδηγεί στον ισχυρό. Κάπως έτσι το είπε πριν από χρόνια ο Βύρων Πολύδωρας: «Μου δώσατε την καρδιά σας, αλλά δεν μου δώσατε την ψήφο σας», κατά την εκλογική διαδικασία για πρόεδρο της Ν.Δ.

Η πελατειακή σχέση ψηφοφόρου-πολιτικού είναι αρκετά ισχυρή. Εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες έχουν εξυπηρετηθεί από το παραθυράκι, με τη μεσολάβηση του φίλου πολιτικού. Πόσες φορές δεν έχω ακούσει τη φράση «έχω παιδιά, που παλεύω να διοριστούν». Και αφού η αξιοκρατία είναι κάτι άγνωστο πλέον, θα επιλεγούν οι γνωστές μέθοδοι της «πλαγίας οδού».

Ελπίδα όλων μας είναι η νέα γενιά τουλάχιστον, να συμπεριφερθεί υπεύθυνα. Έχει να επιλέξει μεταξύ δύο διαπιστώσεων-προτάσεων. Του Ραλφ Έμερσον, συγγραφέα της εποχής της Αμερικανικής Επανάστασης: «Όταν η πολιτική ηγεσία παύει να εκφράζει τον λαό, τότε έχει το χρέος να αλλάζει». Και του Μπρεχτ, που παράλλαξε τη φράση; «Όταν η ηγεσία είναι αντίθετη με τα συμφέροντα του λαού, τότε πρέπει να αλλάξει λαό».