Skip to main content

Διαψεύδει η Ομοσπονδία Αρτοποιών αυξήσεις στο ψωμί

Όπως αναφέρει η Ομοσπονδία, «κανένας αρτοποιός δεν σκέφτεται να αυξήσει τα προϊόντα που παράγει και διαθέτει, ούτε 1 λεπτό»

Σε κατηγορηματική διάψευση εκτιμήσεων ότι οι αλλαγές στους φόρους θα φέρουν ανατιμήσεις έως και 42% στο ψωμί, προχώρησε η Ομοσπονδία Αρτοποιών Ελλάδος, με σημερινή ανακοίνωσή της.

«Σε διάφορα δημοσιεύματα που αφορούν στις εν γένει αυξήσεις διαφόρων προϊόντων και υπηρεσιών, γίνεται μνεία για αύξηση στο ψωμί. Είναι γνωστό σε όλους ότι οι τιμές του άρτου και των αρτοπαρασκευασμάτων διαμορφώνονται ελεύθερα», αναφέρουν οι αρτοποιοί και προσθέτουν:

«Την ευθύνη για τον καθορισμό τιμής πώλησης έχει αποκλειστικά ο κάθε επιχειρηματίας αρτοποιός. Κανένας φορέας δεν έχει το δικαίωμα εκ του νόμου να προσδιορίσει τιμές πώλησης. Οφείλουμε λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε σαν επίσημο Δευτεροβάθμιο όργανο των Αρτοποιών όλης της Ελλάδας πως κάθε συνάδελφος αρτοποιός μεμονωμένα έχει την ευθύνη της τιμής πώλησης του ψωμιού».

«Γνωρίζοντας όμως πολύ καλά την οικονομική κατάσταση του Έλληνα καταναλωτή και επιδεικνύοντας κοινωνική ευθύνη απέναντι του, ως εκπρόσωποι της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος, σας γνωρίζουμε ότι ουδεμία πρόθεση υπάρχει για αύξηση στην τιμή του ψωμιού και των προϊόντων αρτοποιίας», συνεχίζει η ανακοίνωση.

Όπως αναφέρει η Ομοσπονδία, «σε μία εποχή όπου αριθμός των ανέργων στην Ελλάδα ανέρχεται στο 1,5 εκ, οι μισθοί και οι συντάξεις συνεχώς μειώνονται και το ΕΚΑΣ καταργήθηκε, κατηγορηματικά δηλώνουμε ότι κανένας αρτοποιός δεν σκέφτεται να αυξήσει τα προϊόντα που παράγει και διαθέτει, ούτε 1 λεπτό».

Και συμπληρώνει: «Πιθανότατα, να παρερμηνεύθηκαν δηλώσεις συναδέλφων που αφορούσαν στην εν γένει επιβάρυνση του κόστους παραγωγής λόγω αυξήσεων στις Α’ ύλες, στην ενέργεια και στους δυσβάσταχτους φόρους. Για ακόμα μία φορά όμως, οι αρτοποιοί της χώρας θα απορροφήσουν αυτές τις αυξήσεις και ως εκ τούτου δεν θα μετακυλήσουν το κόστος στον καταναλωτή».

Διευκρινίζει, τέλος, ότι, προς ενημέρωση των αναγνωστών - καταναλωτών, οι τιμές άρτου, αρτοσκευασμάτων και αρτοπαρασκευασμάτων που διατίθενται στα αρτοποιεία παραμένουν σταθερές εδώ και μια οκταετία.