Skip to main content

Δίχτυα σε 27 δισ. ευρώ από τις επιχειρήσεις της Βόρειας Ελλάδας

Ο δρόμος διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων δεν περνάει μόνο μέσα από τις κλασικές πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών στις ξένες αγορές.

Η ευρεία διεθνοποίηση της ελληνικής οικονομίας και η ενδυνάμωση της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων της χώρας αποτελεί στην ουσία το κλειδί για την ολική επαναφορά της Ελλάδας στον ενάρετο οικονομικό κύκλο. Για να συμβεί αυτό οι δύο απαραίτητες προϋποθέσεις είναι:

Πρώτον, η επίτευξη βιώσιμων ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας με βασικό όχημα τις επιδόσεις του ιδιωτικού τομέα, ώστε να αυξηθεί ο κοινωνικός πλούτος και να ενισχυθεί η απασχόληση. Για να μειωθεί η ανεργία που αποτελεί πραγματική βόμβα στην κοινωνία και τα δημόσια οικονομικά.

Δεύτερον, η ανάπτυξη να συντονιστεί με το σχήμα «δουλειές στο εξωτερικό, επενδύσεις στο εσωτερικό με χρήματα που έρχονται από το εξωτερικό». Διότι ως γνωστόν η οικονομική κατάρρευση της χώρας από το 2009 προήλθε και λόγω του στρεβλού μοντέλου οικονομικής μεγέθυνσης των προηγούμενων δεκαετιών, όταν βασικό όχημα της ανάπτυξης ήταν η κατανάλωση, που γίνονταν με χρήματα δανεικά από το εξωτερικό, τα οποία κατευθύνονταν σε εισαγόμενα προϊόντα και άρα επέστρεφαν από άλλη πόρτα στο εξωτερικό.

Όλα αυτά έρχονται στην επικαιρότητα λόγω μιας πρωτότυπης –και ως εκ τούτου εξαιρετικά ενδιαφέρουσας- εκδήλωσης που πραγματοποιείται σήμερα από τις 9.30 το πρωί στο ΕΒΕΘ. Μια ημερίδα που δείχνει ότι ο δρόμος της εξωστρέφειας και της διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων δεν περνάει μόνο μέσα από τις κλασικές πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών στις ξένες αγορές. Εκτός, δηλαδή, από το τυπικό σχήμα, σύμφωνα με το οποίο μια ελληνική επιχείρηση εντοπίζει αγορές – στόχους και είτε κατά μόνας, είτε μέσω της συνεργασίας της με κάποιον τοπικό εταίρο προσπαθεί στην αρχή να μπει στην αγορά και στη συνέχεια να μεγαλώσει τις πωλήσεις της και να μεγιστοποιήσει το μερίδιο της, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι για πωλήσεις στο εξωτερικό. Υπάρχει η συμμετοχή στις διαδικασίες διεθνών οργανισμών οι οποίοι πραγματοποιούν προμήθειες δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ σε όλο τον πλανήτη, αναθέτουν μελέτες επίσης δισ. ευρώ ή δανειοδοτούν με ανταγωνιστικά επιτόκια επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν συγκεκριμένα διεθνή πρότζεκτ. Πρόκειται για τέσσερις οργανισμούς:

- Την Παγκόσμια Τράπεζα, με ετήσιες προμήθειες 27 δισ. δολαρίων.

- Το Millennium Challenge Corporation, την οργάνωση ξένων ενισχύσεων των ΗΠΑ, που δημιουργήθηκε το 2004 και καθιέρωσε νέα φιλοσοφία στην αναπτυξιακή βοήθεια, με παροχή κονδυλίων για συγκεκριμένους σκοπούς με υποχρέωση λογοδοσίας.

- Την Τράπεζα Εμπορίου και Ανάπτυξης Ευξείνου Πόντου, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, και διαθέτει προγράμματα προμηθειών, αλλά και δανειοδοτήσεων.

- Την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), που έχει πολυσχιδή δραστηριότητα, αλλά στην συγκεκριμένη εκδήλωση θα παρουσιάσει ένα νέο πρόγραμμα επιδότησης εκπόνησης μελέτης, που απευθύνεται σε επιχειρήσεις χωρών της Βαλκανικής και ενδιαφέρει τόσο μελετητικές εταιρείες, όσο και επιχειρήσεις που θέλουν να χρηματοδοτήσουν μία ανάλογη μελέτη.

Όλα αυτά έχουν εξαιρετικό οικονομικό ενδιαφέρον – για να μη μιλήσουμε για όλα τα άλλα. Διότι πρόκειται για πρωτοβουλίες και χρηματοδοτήσεις του ανεπτυγμένου κόσμου προς τις υπό ανάπτυξη χώρες του πλανήτη, τις οποίες υλοποιούν κατά βάσιν επιχειρήσεις του ανεπτυγμένου κόσμου, που έχουν την τεχνογνωσία και τις προδιαγραφές.             

Η Ελλάδα παρά την οικονομική της υποχώρηση τα τελευταία χρόνια ανήκει ακόμη στον ανεπτυγμένο κόσμο. Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις είναι διεθνώς ανταγωνιστικές, αλλά μέχρι σήμερα μόνο μερικώς και αποσπασματικώς αξιοποιούν αυτές τις δυνατότητες. Η αλήθεια είναι ότι από το 2008 και μετά όλο και περισσότερα ελληνικά επιχειρηματικά ονόματα εμφανίζονται στις λίστες των προμηθειών της Παγκόσμιας Τράπεζας –λόγω και της δραστηριότητας του ελληνικού γραφείου του διεθνούς οργανισμού που εδρεύει στο ΕΒΕΘ-, αλλά επί της ουσίας ο αριθμός τους είναι ακόμη μικρός, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια.

Το κακό –ή μάλλον το πρόβλημα- είναι ότι οι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί παρέχουν σημαντικές ευκαιρίες –τα πρότζεκτ είναι μεγάλα και σίγουρα-, αλλά θέτουν αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις. Δεν σκορπούν χρήματα δεξιά κι αριστερά. Κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, καθώς οι ελληνικές εταιρίες –εκτός εξαιρέσεων- δεν συμμορφώνονται εύκολα με τα διεθνή πρότυπα. Συνήθως εμφανίζονται αδύναμες μπροστά στη γραφειοκρατία, η οποία μπορεί να μην οδηγήσει και πουθενά. Είναι μαθημένες αλλιώς, αφού ακόμη και σήμερα πολλές συμφωνίες γίνονται στο… μιλητό, κάτω ή δίπλα από το τραπέζι. Η υπομονή, η επιμονή και η τυπικότητα δεν ήταν ποτέ ανάμεσα στα πλεονεκτήματα της ελληνικής νοοτροπίας. Όσες προχωρούν στην καλύτερη περίπτωση βολεύονται σε ρόλο υπεργολάβου, κάτι που μόνο αμελητέο δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού απαιτεί την εμπιστοσύνη μεγάλων ξένων πολυεθνικών ομίλων, οι οποίοι γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα ποιος μπορεί να κάνει με σωστό τρόπο τη δουλειά. Οι υποδομές και οι συμβουλευτικές υπηρεσίες είναι μέχρι στιγμής οι κλάδοι αιχμής για την Ελλάδα στο πλαίσιο των προμηθειών διεθνών οργανισμών, αλλά προφανώς υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες. Ασφαλώς το μέγεθος παίζει σε πολλά επίπεδα το ρόλο του –για παράδειγμα στις επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων- αλλά γι’ αυτό υπάρχουν οι συνεργασίες και τα clusters. Στη θεωρία προς το παρόν, αλλά αυτή η συνεργατικότητα οφείλει να καλλιεργηθεί ανάμεσα στις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς αφορά όλες τις μεγάλες αγορές του πλανήτη (Κίνα, Ινδία, Λατινική Αμερική, ΗΠΑ κ.λπ.), στις οποίες είναι υποχρεωμένες να απευθυνθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις. Διότι –πολύ απλά- όταν αγνοεί κάποια εταιρία ή οι επιχειρήσεις ενός κλάδου τις μεγάλες αγορές, η εξωστρέφεια τους έχει χαμηλό ταβάνι.

Χωρίς υπερβολή η εκδήλωση που πραγματοποιείται σήμερα το πρωί στο κτίριο του ΕΒΕΘ, στην οδό Τσιμισκή, μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματικό μάθημα για τις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης. Για όσες θέλουν να μάθουν, να εξελιχθούν και να περάσουν σε ένα επόμενο στάδιο, σε υψηλότερο επίπεδο. Στην ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας κτυπάει σε σημαντικό βαθμό η καρδιά της παραγωγικής μηχανής της χώρας. Κι όπως φαίνεται αυτό θα εξακολουθήσει να ισχύει τα επόμενα χρόνια. Για να υπάρξει, λοιπόν, ανάπτυξη χρειάζονται διέξοδοι εξωστρέφειας και σε αυτή την κατεύθυνση καμία δυνατότητα δεν επιτρέπεται να αγνοείται, όσο δύσκολη κι αν φαίνεται από μια πρώτη ματιά. Οι μεταρρυθμίσεις του ελληνικού κράτους γίνεται –όσο γίνεται!- για τη στήριξη του ιδιωτικού τομέα και ο μετασχηματισμός του παραγωγικού μοντέλου της χώρας –που όντως υπογείως εξελίσσεται- αφορά πρωτίστως τις ίδιες τις επιχειρήσεις.