Skip to main content

Εκροή καταθέσεων 1,5-2 δισ. ευρώ από τις τράπεζες υπέρ της κυβέρνησης

Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους καλεί όλους τους φορείς του δημοσίου να μεταφέρουν μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου τα διαθέσιμά τους στην Τράπεζα Ελλάδος.

Ενώπιον ενός νέου προβλήματος, το οποίο δεν δημιούργησαν, αλλά υποχρεούνται να διαχειριστούν, ενδέχεται να βρεθούν στα τέλη Σεπτεμβρίου οι συστημικές τράπεζες της χώρας.

Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους με έγγραφο που απέστειλε προς όλους τους φορείς του δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου τομέα –των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συμπεριλαμβανομένων- τους καλεί μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου να μεταφέρουν τα διαθέσιμα τους στην Τράπεζα της Ελλάδος (δείτε το έγγραφο εδώ).

Στόχος είναι να χρησιμοποιηθούν τα συγκεκριμένα κεφάλαια «από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους για τη σύναψη βραχυχρόνιων πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας και συγκεκριμένα συμφωνιών αγοράς και επαναπώλησης Εντόκων Γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου». 

Σύμφωνα με το ΓΛΚ τα μεταφερόμενα κεφάλαια είναι πλήρως διασφαλισμένα και διαθέσιμα στους δικαιούχους μέσα σε λίγες ημέρες, ενώ οι αποδόσεις τους είναι σαφώς πιο ελκυστικές από τις αντίστοιχες αποδόσεις του εμπορικού τραπεζικού συστήματος. Όπως σημειώνει «για το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, η ονομαστική ετήσια καθαρή απόδοση ανήλθε σε περίπου 3,15%. Συνεπώς, η διαχείριση διαθεσίμων σε λογαριασμούς εμπορικών τραπεζών με χαμηλότερη απόδοση από εκείνη που προσφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος ισοδυναμεί με απώλεια εσόδων για τον φορέα».  

Όπως εκτιμάται, στην πράξη αυτό μπορεί να σημαίνει εκροή καταθέσεων 1,5 - 2 δισ. ευρώ από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, οι οποίες εξυπηρετούν μέχρι σήμερα πολλούς από αυτούς τους οργανισμούς. Πρόκειται για πολλά λεφτά! Κι αυτό σε μια περίοδο κατά την οποία οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται ρευστότητα, ώστε να προσπαθήσουν να στηρίξουν τις χρηματοδοτικές ανάγκες της πραγματικής οικονομίας. Φαίνεται, όμως, ότι πέρα από δηλώσεις και εύκολα λόγια για την ανάγκη λειτουργίας ενός ακμαίου και ισχυρού τραπεζικού συστήματος, προκειμένου να στηριχθεί η πραγματική οικονομία, στην πράξη η κυβέρνηση έχει διαφορετική ατζέντα. Στην κορυφή των προτεραιοτήτων της δε βρίσκεται ούτε η οικονομία στο σύνολό της, ούτε το δημόσιο συμφέρον, αλλά ο δημόσιος τομέας. Το δικό της… μαγαζί, το οποίο η ίδια διαχειρίζεται, με ότι σημαίνει κάτι τέτοιο. Από διορισμούς, μέχρι προμήθειες.    

Η αντίδραση δήμων και περιφερειών

Ήδη δήμοι και περιφέρειες αντιδρούν, διότι έχουν την αρνητική εμπειρία του Απριλίου του 2015. Τότε, υπό την πίεση που άσκησε στα δημόσια ταμεία η «διαπραγμάτευση» Βαρουφάκη και προκειμένου να μη μείνει το κράτος από λεφτά για να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, η κυβέρνηση επιχείρησε να «σκουπίσει» με τον ίδιο τρόπο το σύνολο των αποθεματικών των φορέων και των οργανισμών του δημοσίου. Ακόμη κι αυτών που δεν επιχορηγούνται ούτε κατά ένα ευρώ από τον προϋπολογισμό του κράτους, όπως –για παράδειγμα- τα Επιμελητήρια. Από τα κεφάλαια, λοιπόν, που συγκεντρώθηκαν εκείνη την εποχή, περί τα  450 εκατ. ευρώ παραμένουν στο διαχειριστικό σύστημα του ΓΛΚ και των Εντόκων Γραμματίων. Δηλαδή ανακυκλώνονται και ουδέποτε επέστρεψαν ως ρευστότητα στην πραγματική οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο υπουργείο Οικονομικών μπορεί να έστειλαν το σχετικό έγγραφο στα υπουργεία και στους εποπτευόμενους από αυτά φορείς και οργανισμούς στις 13 Σεπτεμβρίου, αλλά προετοίμαζαν την κίνηση τους από τον Ιούνιο. Όπως αναφέρεται στο επίμαχο έγγραφο, στις 15 Ιουνίου πιστοποίησαν ότι ορισμένοι φορείς και οργανισμοί δεν είχαν συμμορφωθεί στις προβλέψεις του νόμου για υποχρεωτική μεταφορά των διαθεσίμων τους στην τράπεζα της Ελλάδος, με εξαίρεση το ρευστό που τους χρειάζεται για να καλύψουν δαπάνες των επομένων 15 ημερών.

Όντως κάποιοι φορείς, κυρίως δήμοι –ανάμεσά τους και κάποιοι μεγάλοι- απέφυγαν να συμμορφωθούν προς τα υποδείξεις φοβούμενοι ότι θα υπάρξει είτε κούρεμα, είτε δεσμεύσεις αποθεματικών, κάτι που ως ένα βαθμό επί της ουσίας συνέβη. Στα δύο και κάτι χρόνια από την άνοιξη του 2015, η υπογραφή του 3ου Μνημονίου, η εφαρμογή του προγράμματος και η ομαλή χρηματοδότηση των αναγκών του δημοσίου είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει μια σιωπηρή αποδοχή εκ μέρους του κράτους της άρνησης των δήμων να συμμορφωθούν, αλλά προφανώς τώρα τα δεδομένα είναι διαφορετικά: είτε το υπουργείο Οικονομικών αναζητά πρόσθετη χρηματοδότηση για το δημόσιο επειδή οι ανάγκες αυξήθηκαν και τα έσοδα μειώθηκαν –ας μη μας διαφεύγει ότι στο τέλος του 2017 η χώρα οφείλει να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ-, είτε υπάρχουν άλλοι, «αόρατοι» σχεδιασμοί. Σε κάθε περίπτωση με το έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών (Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής – Γενικό Λογιστήριο του Κράτους – Γενική Διεύθυνση Θησαυροφυλακίου και Δημοσίου Λογιστικού - Διεύθυνση Λογαριασμών – Τμήμα Α΄ Λογαριασμών)  η πίεση που ασκείται είναι μεγάλη. Όπως αναγράφεται ρητά στο έγγραφο «η μη συμμόρφωση των υπόχρεων φορέων με το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο περί μεταφοράς διαθεσίμων στην Τράπεζα της Ελλάδος, επισύρει τις προβλεπόμενες από τις κείμενες διατάξεις κυρώσεις για τα αρμόδια όργανά τους».

Πέραν αυτού το ελληνικό δημόσιο αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι δε λειτουργεί στρατηγικά, ούτε συμπληρωματικά, αλλά ευθέως ανταγωνιστικά προς τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Διότι εκτός από το… εμπορικό επιχείρημα για καλύτερη απόδοση των κεφαλαίων μέσω των Εντόκων Γραμματίων έναντι των προϊόντων των εμπορικών τραπεζών, στο έγγραφο επισημαίνεται ότι από την υποχρέωση μεταφοράς στην ΤτΕ εξαιρούνται τα κεφάλαια που έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το οποίο –ως γνωστόν- είναι δημόσιος φορέας!