Skip to main content

Συγκλονιστική μαρτυρία: Επιχειρώντας στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2015

Από Voria.gr
Γράφει στη Voria.gr η Φωτεινή Χατζηευστρατίου, μία εκ των «ελεύθερων πολιορκημένων» Ελλήνων επιχειρηματιών που αρνούνται να παραδώσουν τα όπλα.

Της Φωτεινής Κ. Χατζηευστρατίου*

«Άκρα του τάφου σιωπὴ στὸν κάμπο βασιλεύει·
Λαλεῖ πουλί, παίρνει σπειρί, κι η᾿μάνα τὸ ζηλεύει.
Τὰ μάτια ἡη πείνα ἐμαύρισε· στὰ μάτια ἡη μάνα μνέει·
Στέκει ο Σουλιώτης ὁο καλὸς παράμερα, καὶ κλαίει:
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ'᾿ ἔχω ῾γὼ στὸ χέρι;
ὉΟπουῦ σὺ μουὔγινες βαρὺ κι ὁο Αγαρηνὸς τὸ ξέρει.»

Ελεύθεροι Πολιορκημένοι
Διονύσιος Σολωμός  


Εδώ και σχεδόν ένα μήνα, από την επιβολή των capital controls, την βραχεία (και επί της ουσίας συνεχιζόμενη) αργία των τραπεζών και όλων των κοσμοϊστορικών γεγονότων που συμβαίνουν την τελευταία περίοδο στην χώρα μας, νιώθω "ελεύθερη πολιορκημένη". Μια εκ των πολλών "ελεύθερων πολιορκημένων" επιχειρηματιών που προσπαθούν να μην τα παρατηρούν, να μην παραδώσουν τα όπλα, να μην αφήσουν τους κόπους χρόνων να χαθούν.

Βαριές κουβέντες, θα αντιτάξουν οι ιδεολόγοι. Ίσως. Αλλά, πώς αλλιώς μπορεί να νιώθει κανείς, όταν η χώρα (και η κυβέρνηση της) "έδωσε στην Δημοκρατία μια τονωτική ένεση", εντός των συνόρων της, όμως απειλεί με ασφυξία και αφανισμό τις επιχειρήσεις της και ιδίως τις λιγοστές εξωστρεφείς επιχειρήσεις που διαθέτει; Τι άλλο μπορεί να αισθάνεται ένας επιχειρηματίας, όταν στην χώρα της δημοκρατίας και εν μέσω ενός τοξικού περιβάλλοντος αβεβαιότητας και κατάρρευσης, οι κυβερνώντες απαγορεύουν με τον πιο αντιδημοκρατικό τρόπο στις εναπομείνασες ελληνικές επιχειρήσεις με διεθνή δραστηριότητα το αυτονόητο: να λειτουργήσουν.  

Άκρα του τάφου σιωπή στον ελληνικό κάμπο βασιλεύει εδώ και χρόνια. Δεν αποτελεί είδηση αυτό. Τους τελευταίους όμως μήνες, αυτή η "σιωπή τάφου" έγινε πλέον ταφόπλακα για όποια υποτυπώδη επιχειρηματική δραστηριότητα συνέχισε να πραγματοποιείται εντός της επικράτειας. Για όσες ελληνικές επιχειρήσεις κατάφεραν με κόπο και πολλές αντικειμενικές δυσκολίες να περάσουν τα σύνορα της Ελλάδας, ο ποιητής περιγράφει την κατάσταση με τον πιο γλαφυρό τρόπο: "Λαλεῖ πουλί, παίρνει σπειρί, κ᾿ ἡ μάνα τὸ ζηλεύει". 

Ναι, αυτό (και το προηγούμενο, και το πιο προηγούμενο) κράτος ζηλεύει, φθονεί και τελικά προσπαθεί να εξοντώσει το "πουλί που λαλεί και παίρνει σπυρί", την επιχείρηση, δηλαδή, που έχει ακόμα μια κάποια δραστηριότητα, που απασχολεί ακόμα κάποιους εργαζόμενους, που κάνει ακόμα κάποιες μικρές επενδύσεις, που πληρώνει ακόμα εργοδοτικές εισφορές και μισθούς, που συνεισφέρει ακόμα στον απύθμενο κρατικό προϋπολογισμό φορολογούμενη με ληστρικούς συντελεστές, που ακόμα επιβιώνει σε ένα τουλάχιστον εχθρικό για την επιχειρηματικότητα περιβάλλον.

Τι κι αν "τα μάτια η πείνα εμαύρισε"; Προφανώς αρκεί το ότι θα πεινάσουμε όλοι μαζί, μέσα στα πλαίσια αυτής της ιδιότυπης δημοκρατίας στην οποία ζούμε και δραστηριοποιούμαστε και την οποία κάναμε καραμέλα και την πιπιλίζουμε στα χείλη μας, ώστε να διασκεδάσουμε την πείνα μας. Ας μιλήσουν οι γνωρίζοντες, ας ευαγγελιστούν θεωρίες παιγνίων και συνωμοσίας, δημιουργικής ή καταστροφικής ασάφειας, αλλά εγώ ξέρω ότι την αγελάδα που σου δίνει γάλα, δεν την σφάζεις για το κρέας της. 

Τα τελευταία χρόνια κυριάρχησε η εντύπωση ότι όσες ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις είχαν μια σοβαρή εξαγωγική δραστηριότητα ήταν "τυχερές" ή "ευνοημένες". Είναι ποτέ δυνατόν να χαρακτηρίζεται μια επιχείρηση τυχερή ή ευνοημένη επειδή παράγει προϊόντα ή διαθέτει υπηρεσίες που μπορούν να σταθούν επάξια στις διεθνείς αγορές; Είναι ποτέ δυνατόν μια επιχείρηση ή ένας επιχειρηματίας να είναι ευνοημένος επειδή εξάγει; Ποιος, πότε και πώς τους ευνόησε;

Η μάνα (το κράτος) που ζηλεύει; Αλλά σε μια κοινωνία (και κατ' επέκταση σε μια οικονομία) που η αριστεία εξοβελίζεται από το εκπαιδευτικό σύστημα και αντιμετωπίζεται ως στρεβλή φιλοδοξία, πώς αλλιώς θα χαρακτηριζόταν η ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση, που παρά τα μύρια όσα προβλήματα, συνεχίζει την προσπάθεια της και καταφέρνει να επιβιώνει και ακόμα-ακόμα, να αναπτύσσεται στα μέτρα που οι δυνάμεις της και οι αντίξοες συνθήκες το επιτρέπουν;

Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς, πώς είναι δυνατόν με τα όσα συμβαίνουν εντός της χώρας, οι επιχειρήσεις αυτές να καταφέρνουν να μην απολέσουν την εμπιστοσύνη των αγορών, των διεθνών πελατών και προμηθευτών τους, μιας και πολύ λόγος γίνεται τελευταία περί εμπιστοσύνης; Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς, πόσο εύκολο είναι για μια ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση, και ένα παραπάνω για μια ελληνική επιχείρηση που παράγει ένα βιομηχανικό ή ένα τεχνολογικό προϊόν, να πείσει τους δυνητικούς πελάτες της να την εμπιστευτούν και να εισέρθει σε μια νέα αγορά;

Σας πληροφορώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο. Πιθανότατα το δυσκολότερο στάδιο σε μια συνεργασία είναι αυτό του να πείσεις τον διεθνή πελάτη ότι είσαι ελληνική παραγωγική επιχείρηση, αλλά είσαι ικανή να παράγεις, είσαι ικανή να λειτουργήσεις ως αξιόπιστος προμηθευτής που δεν θα τους εκθέσεις με την ποιότητα του προϊόντος, με τους χρόνους παράδοσης, με ασταθή τιμολογιακή πολιτική, με την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και με τον τρόπο που λειτουργείς σε όλους τους επιμέρους τομείς μιας διεθνής συνεργασίας. Γιατί αν ο σκόπελος του να πείσεις τον συνεργάτη σου ότι είσαι αξιόπιστος συνεργάτης ξεπεραστεί, τότε πράγματι, οι πιθανότητες επίτευξης μιας επιτυχημένης συνεργασίας είναι ιδιαιτέρως θετικές.

Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική μικρομεσαία εξαγωγική επιχείρηση αγωνίστηκε να ξεπεράσει την περίοδο  2010-2012  της εντονότατης δυσπιστίας των αγορών, μια περίοδο, που σημειωτέον, όταν σύστηνες σε κάποια διεθνή διοργάνωση το προϊόν σου ως ελληνικό, ο συνομιλητής κυριολεκτικά γυρνούσε την πλάτη και έφευγε. Έκτοτε, κατάφερε να συνάψει διεθνείς συνεργασίες και να μπει σε νέες αγορές, εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας, αλλά και διατλαντικά. Και να λοιπόν, σήμερα που βρίσκεται και πάλι στο σημείο μηδέν: η εμπιστοσύνη που τα τελευταία χρόνια χρήστηκε βήμα-βήμα και αποτέλεσε διαβατήριο για την εξαγωγική της δραστηριότητα, έχει και πάλι κλονιστεί, ίσως ανεπανόρθωτα. Τον τελευταίο μήνα πελάτες φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να παραλάβουν τις παραγγελίες που έχουν αναθέσει σε ελληνικές επιχειρήσεις και στρέφονται πλέον προς τους διεθνείς ανταγωνιστές μας, οι οποίοι καραδοκούν. Προμηθευτές φοβούνται ότι δεν θα μπορέσουν να πληρωθούν και αρνούνται να παραδώσουν πρώτες ύλες δημιουργώντας ανεπάρκεια και ασφυξία στην ελληνική αγορά.

Ας μιλήσει, λοιπόν, κάποιος ιθύνων για αυτή την απώλεια, την απώλεια της εμπιστοσύνης που υφίστανται τόσο άδικα οι ελληνικές επιχειρήσεις και χάνουν σήμερα, όχι από δίκη τους υπαιτιότητα, το πολυτιμότερο κεφάλαιο που διαθέτουν: το να θεωρούνται από τους διεθνείς συνεργάτες τους αξιόπιστοι. Μην βιαστείτε να κρίνετε υπερβολή τον χαρακτηρισμό "πολυτιμότερο κεφάλαιο", δεν είναι.

Όταν μια επιχείρηση και κατ' επέκταση ένας επιχειρηματίας, που προέρχονται από μια τόση βαθιά διεφθαρμένη χώρα, που κυβερνάται τις τελευταίες δεκαετίες από τους πιο διεφθαρμένους πολιτικούς και που μαστίζεται μέσα σε ένα διαφθαρμένο οικοσύστημα από αμέτρητες αυτοάνοσες παθογένειες, αλλά έχουν καταφέρει παρ' όλα αυτά, να θεωρούνται έμπιστοι από πελάτες και προμηθευτές διεθνώς, τότε σίγουρα δεν πρόκειται για υπερβολή το να θεωρείται αυτή η εμπιστοσύνη των διεθνών εμπορικών εταίρων μας ως πολύτιμο κεφάλαιο. 

Δεν ξέρω τι είδους "τουφεκιά" αλλά και τι έντασης αντοχές διαθέτει η κάθε μια ελληνική επιχείρηση. Σίγουρα για να μπορούν να δραστηριοποιούνται διεθνώς διαθέτουν, παρ' όλες τις αντιξοότητες, κάποια συγκριτικά πλεονεκτήματα που τις καθιστούν για κάποιο λόγο ανταγωνιστικές. Αυτή όμως την στιγμή όποιο κι αν είναι το "τουφέκι", οποίο κι αν είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα, η ελληνική εξωστρεφής επιχείρηση παραπαίει και ο Έλληνας επιχειρηματίας παραμιλά: "Ἔρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ᾿ ἔχω ῾γὼ στὸ χέρι; / Ὁποῦ σὺ μοὔγινες βαρὺ κι ὁ Ἀγαρηνὸς τὸ ξέρει».

Γιατί δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι "Αγαρηνοι", οι ισχυροί ανταγωνιστές των ελληνικών επιχειρήσεων, στα γύρω σύνορα μας, αλλά και άλλοι πιο μακρόθεν, "σαν έτοιμοι από καιρό" παραμονεύουν και καιροφυλακτούν, ακονίζουν μαχαίρια και νύχια για να εκμεταλλευτούν την δίκη μας αδυναμία και να επωφεληθούν καρπωμένοι τα κέρδη της δίκης μας ζημιάς. Έτσι επιβάλλουν οι κανόνες. Έξαλλου, πώς να κατηγορήσεις τον ανταγωνιστή για το ότι εποφθαλμιά τους πελάτες και τις αγορές σου, όταν η ίδια σου η "μάνα", το κράτος σου, δηλαδή, ζηλεύει και σου δημιουργεί τόσα απροσπέλαστα εμπόδια;

Τα πράγματα είναι απλά: Η ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση και κυρίως η εξαγωγική επιχείρηση, αυτή που στην δημαγωγική θεωρία των προεκλογικών μπαλκονιών αποτελεί "τον πυλώνα της ανάπτυξης" που "θα σύρει το άρμα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας" σήμερα είναι μια ελεύθερη πολιορκημένη επιχείρηση. Ελεύθερη κατ' επίφαση, γιατί ελεύθερη αφήνεται μόνο στην πτώση της. Και πολιορκημένη επί της ουσίας, γιατί όχι απλά είναι πολιορκημένη μέσα στην ίδια της την χώρα, αλλά είναι δέσμια χρόνιων και νέων καταστρεπτικών πολιτικών και πρώην και νυν πολιτικάντηδων.

Και ασχέτως αν η οικονομική πτώχευση αυτής της χώρας, με τεχνικούς όρους, δεν έχει επέλθει ακόμα, η πραγματική πτώχευση της έχει από καιρό επέλθει και είναι και ορατή και απτή και αδιαμφισβήτητη από τους εναπομείναντες ρεαλιστές. Και αφού αναφέρθηκα παραπάνω σε μεγάλες έννοιες όπως η ελευθερία, θα μου επιτρέψετε να κλείσω σημειώνοντας ότι η πτώχευση που έχει ήδη επέλθει είναι πρωτίστως ηθική και πνευματική. Και εκτός από την καταβαραθρωμένη οικονομία μας, αυτή η πτώχευση μαστίζει πλέον και την πολύπαθη ελληνική κοινωνία με ανυπολόγιστες και ανεπανόρθωτες συνέπειες.

H Φωτεινή Κ. Χατζηευστρατίου είναι επιχειρηματίας, οικονομική διευθύντρια της Biofial, μεταποιητικής επιχείρησης με έδρα τη Θεσσαλονίκη.