Skip to main content

Εν αναμονή των Θεσμών συνεχίζεται το μικροκομματικό παιχνίδι

Κάθε αρχηγός κόμματος ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνον για την προσωπική του ανέλιξη, η οποία θα προέλθει από την υπερίσχυση του κόμματός του.

Ζούμε με την ελπίδα, ότι θα αντιληφθούν οι πολιτικοί μας, αλλά και οι εκπρόσωποι φορέων, ότι τα πράγματα είναι τόσο δύσκολα, ώστε αποτελεί πολυτέλεια ανεπίτρεπτη, το γεγονός ότι δεν θέλουν να συνεννοηθούν ώστε να υπάρχει σύμπνοια στην αντιμετώπιση της κατάστασης, έστω και σε επουσιώδη ζητήματα. Θα είναι μια αρχή.

Όχι… Κάθε αρχηγός κόμματος ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνον για την προσωπική του ανέλιξη, η οποία θα προέλθει από την υπερίσχυση του κόμματός του. Και θα εφαρμόσει πολιτική, εξ αντιθέτου της ακολουθουμένης, για να επιβεβαιωθεί η απάντηση πολιτικού αρχηγού του 19ου αιώνα, που ερωτηθείς ποιο είναι το πρόγραμμά του, απάντησε «το αντίθετο του αντιπάλου μου».

Πάγια τακτική επίσης στην πολιτική σκηνή της χώρας είναι να μετατίθεται η λύση των προβλημάτων στο μέλλον, όπως η κακή νοικοκυρά σκουπίζοντας κρύβει τις σκόνες κάτω από το χαλί, διότι είναι μακριά το δοχείο απορριμμάτων. Κάποια στιγμή φυσικά τα σκουπίδια γίνονται " βουναλάκι" και σκοντάφτεις επάνω του.

Κάθε ένας σκεπτόμενος το πολιτικό (προσωπικό του) κόστος, σε οποιαδήποτε θέση κι αν βρίσκεται, αποφεύγει τη λήψη μέτρων που μπορεί να του προξενήσουν βλάβη -έστω και πρόσκαιρη- αφήνοντας τη λύση τους στον επόμενο. Μου έλεγε παλαιός πολιτικός ότι στην Ελλάδα τα προβλήματα δεν λύνονται από τους πολιτικούς, αλλά… λύνονται μόνα τους. Όταν δηλαδή η κατάσταση φτάσει στο όριό της.

Σήμερα στη χώρα μας, ζούμε σε κατάσταση παραλογισμού. Όχι μόνο γιατί εξακολουθούμε τον διάλογο επιπέδου «εσύ φταις… όχι εγώ, εσύ…», την ώρα που το σπίτι μας καίγεται, αλλά δεν ξέρουμε και τι θέλουμε.

Το ποιος μας έβαλε στο Μνημόνιο, αν έπρεπε να μπούμε ή μπορούσαμε να πράξουμε κάτι άλλο, είναι πολύ σοβαρό θέμα, αλλά ας το αφήσουμε προς στιγμή στην άκρη. Είτε μας αρέσει είτε όχι (και πλην αυτών που στοιχημάτισαν στην πτώχευσή μας, δεν πιστεύω να υπάρχει πολίτης που να είναι ευχαριστημένος), υπογράφηκε, και υποχρεούμαστε να αποφασίσουμε τι κάνουμε από δω και πέρα;

Να διώξουμε την Τρόικα και να πούμε δεν πληρώνουμε το χρέος μας; Γίνεται κι αυτό, αλλά αναρωτιέμαι πόσοι Έλληνες ήμαστε αποφασισμένοι να ζήσουμε για μεγάλο διάστημα, όχι με μείωση των εισοδημάτων μας, αλλά να επιστρέψουμε στις δεκαετίες που οι μανάδες έραβαν τα ρούχα μας και οι πατεράδες έκοβαν ξύλα από το δάσος για θέρμανση και μαγείρεμα. Εκτός κι αν δανειστούμε από την ελεύθερη αγορά με επιτόκια που θα ξεπερνούν το 10% συν τις ενυπόθηκες εγγυήσεις.

Να επαναδιαπραγματευτούμε το χρέος μας; Μακάρι να μπορούσε να γίνει, αλλά το είχε υποσχεθεί και ο Σαμαράς, το είχε διακηρύξει με απόλυτο τρόπο ο Τσίρας, αλλά λησμόνησαν ότι επιχειρώντας το ο Ευ. Βενιζέλος εισέπραξε την αποχώρηση των εκπροσώπων των δανειστών μας.

Αφού επομένως η κυβέρνηση συνειδητά συμφώνησε να εφαρμόσει αυτά που υπέγραψε, έχει δυο επιλογές. Ή να πει στον ελληνικό λαό ότι έκανε λάθος και αλλάζει πολιτική, τινάζοντας τα πάντα στο αέρα ή να εφαρμόσει αυτά που υπέγραψε. Ένα από τα δύο. Εκείνο που γίνεται τώρα, είναι να κοροϊδεύει εαυτόν και τους άλλους.

Όλοι συμφωνούμε, ότι ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή όχι του Μνημονίου, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν. Και που δεν γίνονται. Είτε διότι προσκρούουν στην παλαιοκομματική αντίληψη κυβερνητικών στελεχών, είτε οφείλονται στην ανυπαρξία ικανοτήτων των προσώπων που τοποθετήθηκαν σε επιτελικές θέσεις, απλώς και μόνον επειδή ήσαν σύντροφοι στις καταλήψεις των σχολείων.

Από την άλλη, ας σκεφθούν ότι πέρασαν περισσότερα από 60 χρόνια από τη λήξη του πολέμου, κι ακόμη από πλευράς πολιτικής νοοτροπίας βρισκόμαστε ακόμη σ’ εκείνη την εποχή. Με προσλήψεις από παράθυρα προς ικανοποίηση της εκλογικής πελατείας, δεν κοροϊδεύουμε την Τρόικα. Τους εαυτούς μας κοροϊδεύουμε.

Και θα εξαντληθεί  η ανοχή της κοινωνίας, όσο εξακολουθούν οι εκπρόσωποί μας να σκέπτονται μόνον τον εαυτό τους, και να μη παράγουν έργο θετικό. Είναι δε απορίας άξιον, πώς τα κατάφεραν οι άλλες χώρες που έχουν τα ίδια προβλήματα μ’ εμάς, να προχωρήσουν με συναίνεση και να έχουν επιτυχίες με το ίδιο επιβαρυντικό πρόγραμμα;