Skip to main content

Φτάνει πια να ρίχνουμε τα βάρη και τις ευθύνες στους άλλους

Όταν η πολιτεία, δεν εφαρμόζει τους νόμους της, αλλά τους παραβιάζει για να υπηρετήσει άνομα συμφέροντα, τότε θα έρθει η ώρα της καταστροφής.

Είναι ένδειξη ελλιπούς προσωπικότητας, η επίρριψη ευθυνών για ο,τιδήποτε αρνητικό συμβεί, σε όποιον άλλον εκτός από αυτόν που πράγματι ευθύνεται. Πρώτα από όλα ικανοποιεί αυτόν, επειδή απενοχοποιεί τον εαυτό του για τα λάθη που διάπραξε. Και ως καλός Έλληνας, δεν διαπράττει λάθη, άρα ποτέ δεν φταίει.

Κατά δεύτερο λόγο εξυπηρετεί όσους εκμεταλλεύονται την τάση απενοχοποίησής του, για δικό τους όφελος. Και εννοώ κομματικούς φορείς και πολιτικές κινήσεις, οι οποίοι μας πείθουν ότι για τις δικές μας αδυναμίες δεν φταίμε εμείς, αλλά η "άδικη κοινωνία". Αν δεν καταφέραμε να διακριθούμε, είναι διότι οι "άλλοι" δεν μας το επέτρεψαν. Οφείλουμε επομένως να τους τιμωρήσουμε, εντασσόμενοι σε κινήσεις που συγκεντρώνουν τους "αδικημένους" αυτού του είδους.

Πριν αναφερθώ σε ορισμένα περιστατικά, για το τι φταίει και υπάρχει διάχυτη απαισιοδοξία ότι θα δούμε καλύτερες μέρες -το αντίθετο ίσως είναι πιθανότερο- χρειάζονται κάποιες αναφορές σε Έλληνες λογίους. Ο Τσαρούχης είπε με έμφαση: «Κανένας κατακτητής δεν έχει επιφέρει σ’ αυτόν τον τόπο τις καταστροφές που έχουν επιφέρει οι κάτοικοι». Και επί το συντηρικότερο, ο Κων. Παπαρρηγόπουλος έγραψε: «Είναι κίβδηλον να λέγωμεν, κάθε φοράν, ότι μας πταίουν οι ξένοι».

Αναγνωρίζουμε όλοι, ότι ανεξάρτητα από την ύπαρξη των Μνημονίων, κάποτε έπρεπε να αποφασίσουμε τη διόρθωση των κακώς κειμένων. Είναι πάγκοινη η διαπίστωση, αλλ’ όμως είναι και πάγκοινη η αντίθεση στη διόρθωση. Διότι ο καθένας μας θεωρεί πως δεν πρέπει αυτός να στερηθεί, αλλά οι άλλοι. Κι επειδή, κατά την τελευταία 20ετία -τουλάχιστον- έχει καταστεί εμφανές, ότι η κάθε νόμιμη κυβέρνηση συγκυβερνά με παράκεντρες δυναμικές ομάδες εξουσίας, είναι αιχμάλωτη και αδύναμη να επιβάλλει τις θέσεις της, όσο δίκαιες και αν είναι.

Αυτές οι δυναμικές ομάδες εξουσίας, δεν προέκυψαν από το μηδέν. Δεν είναι αυθύπαρκτες. Γεννήθηκαν μέσα από τα ίδια τα κόμματα, όσο ολιγάριθμα κι αν είναι, και ενδυναμώθηκαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, που δεν ήθελαν να χρεωθούν το λεγόμενο πολιτικό κόστος, το οποίο στην πραγματικότητα είναι προσωπικό του κάθε πολιτικού, που αδυνατεί να υπηρετήσει το λαό όπως έχει χρέος.

Όταν η πολιτεία, δεν εφαρμόζει τους νόμους της, αλλά τους παραβιάζει για να υπηρετήσει άνομα συμφέροντα, τότε θα έρθει η ώρα της καταστροφής - που φαίνεται ότι ήρθε. Υποκύπτοντας σε προκλητικές απαιτήσεις συντεχνιών, προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι δικοί της συνδικαλιστές ή για να αποφύγει δυναμικές κινητοποιήσεις, παραχωρεί προνόμια εις βάρος όσων δεν είναι οργανωμένοι σε δυναμικές μειοψηφίες. Στην καλούμενη "σιωπηλή πλειοψηφία", δηλαδή.

Ο Θουκυδίδης είχε γράψει ότι το ασήμαντο περικλείει μέσα του όλη τη δοκιμασία και την απόδειξη του φρονήματός μας («το γαρ βραχύ τι τούτο πάσαν υμών έχει την βεβαίωσιν και πείραν της γνώμης»). Όταν επομένως, υποχωρήσει η κυβέρνηση στο "μικρό" αίτημα μιας δυναμικής μειοψηφίας, έχασε το παιχνίδι, διότι απέδειξε πως δεν έχει την αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις.

Και μόλις υποχωρήσει στο μικρό, θα της ζητήσουν μετά το μεγαλύτερο. Και μόλις ικανοποιηθεί η μια δυναμική ολιγομελής ομάδα, θα ακολουθήσουν αιτήματα και από άλλες παρόμοιες ομάδες. Έτσι επιτυγχάνεται η συγκυβέρνηση.

Άρα, το σημερινό πρόβλημά μας είναι ότι κυβερνούν πολλοί. Καθένα ομάδα στον τομέα της. Και επιδιώκει την ικανοποίηση των δικών της αιτημάτων σε βάρος των συμφερόντων της ολότητας. Η νοοτροπία την οποία αποκτήσαμε, δεν επιτρέπει αισιοδοξία ότι ο καθένας μας θα συναισθανθεί τις ευθύνες του και θα ενεργεί του λοιπού όχι ως αυτόνομος, αλλά ως μέλος του συνόλου. Ούτε η πολιτεία έδειξε αποφασισμένη να εφαρμόσει τους νόμους. Μόνοι μας επομένως, θα βγάλουμε τα μάτια μας. Δεν χρειάζεται να πράξει κάτι ούτε η Μέρκελ, αλλ’ ούτε και ο Ερντογάν. Ενεργούμε εμείς γι’ αυτούς.

Ως προς το τι φταίει, και ήμαστε κοντά στο τέλος του ελληνικού τρόπου ζωής, της εντιμότητας και αξοπρέπειας, μετά από πολυχιλιετή ιστορία, προσπάθησε κι ο Βάρναλης να το βρει: «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! Φταίει ο θεός που μας μισεί! Φταίει το κεφάλι το κακό μας! Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί; Ποιος φταίει; Ποιος φταίει;… κανένα στόμα δεν τόβρε και δεν τόπε ακόμα».

[Πάντως εγώ δεν φταίω! Οι άλλοι φταίνε]!