Skip to main content

Οι πόλεις ως ζωντανοί οργανισμοί στον αιώνα χωρίς σύνορα

Η πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης Καλυψώ Γούλα γράφει στη Voria.gr για το πώς αντιμετώπισε ο δήμος την οικονομική και προσφυγική κρίση.

της Καλυψώς Γούλα *

Ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας των μη συνόρων. Όχι μόνο γιατί έχουμε πιο γρήγορο ίντερνετ και μπορούμε να συνομιλούμε με φίλους μας με κινητά 4ης γενιάς αλλά και γιατί μπορεί να ξεσπάσει κρίση στην αγορά παραγώγων κάπου στην Ευρώπη και σε χρόνο ρεκόρ, να πρέπει να φροντίσεις χιλιάδες πολίτες στην Ελλάδα που βρέθηκαν να είναι απόλυτα φτωχοί επειδή δεν μας δανείζουν οι αγορές. Ή ακόμα να πέφτουν βόμβες στη μακρινή Συρία και την επόμενη μέρα να πρέπει να φροντίσεις  χιλιάδες πρόσφυγες που ήρθαν στη χώρα σου.

Αναμφίβολα, οι πόλεις είναι ζωντανοί οργανισμοί. Πάντα υπήρξαν και πάντα θα είναι. Η καθημερινότητά τους μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Ακριβώς επειδή βρισκόμαστε σε ένα διασυνδεδεμένο κόσμο. Είτε αφορά τα καλά, είτε τα άσχημα. Και έχει σημασία οι άνθρωποί της (της πόλης) να μπορούν να αντιδρούν, να σχεδιάζουν, χωρίς αποκλεισμούς, το παρόν και το μέλλον τους.
 
Η πόρτα του δήμου είναι η πρώτη που χτυπούν οι συμπολίτες μας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον στο οποίο ζούμε, καθημερινά όλο και περισσότεροι συμπολίτες μας, Έλληνες και ξένοι, βιώνουν την οικονομική και κυρίως την ανθρωπιστική κρίση, και ο πρώτος βαθμός αυτοδιοίκησης είναι εκείνος που καλείται να δώσει λύσεις και κυρίως ελπίδα σε όλους εκείνους που έχουν ανάγκη από βοήθεια αλλά και να συστήσει και διαμορφώσει έτσι τις δομές του, ώστε το πολύβουο πλήθος που κατοικεί στην πόλη να μη συγκρούεται αλλά κατά το δυνατόν, να ομονοεί.
 
Από το 2011 που αναλάβαμε τη διοίκηση του δήμου Θεσσαλονίκης, με δήμαρχο τον Γιάννη Μπουτάρη, κληθήκαμε, από την πρώτη στιγμή να αντιμετωπίσουμε, μεταξύ άλλων, δύο χαρακτηριζόμενες ως ανθρωπιστικές κρίσεις. Την οικονομική και την προσφυγική. Και στη μία περίπτωση και στην άλλη, τα μέλη της διοίκησης και εγώ προσωπικά από τη θέση της αντιδημάρχου Κοινωνικής Πολιτικής και Αλληλεγγύης στην οποία βρισκόμουν μέχρι πρότινος,  έπρεπε να χαράξουμε νέο δρόμο και να δημιουργήσουμε νέες δομές για όλους αυτούς τους συνανθρώπους μας, χωρίς να έχουμε ευθέως την αρμοδιότητα και αντίστοιχα τα χρήματα από τον προϋπολογισμό μας αλλά βρήκαμε στην πορεία και τον τρόπο και τη χρηματοδότηση. Εκείνο που ήταν ξεκάθαρο από την αρχή,  η κοινωνική πολιτική δεν είναι φιλανθρωπία αλλά αλληλεγγύη. 
 
Καταφέραμε να δημιουργήσουμε πρότυπες δομές με τη βοήθεια ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων αλλά και δωρεές από Ιδρύματα, όπως το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, και αναπτύσσοντας για πρώτη φορά στην ιστορία της πόλης μας, συνέργειες με την κοινωνία των πολιτών, με ΜΚΟ όπως η ΑΡΣΙΣ, η PRAKSIS. Καταφέραμε να παρέχουμε στέγη σε συνανθρώπους μας και την ίδια ώρα μέσα από προγράμματα στέγης κι εργασίας τους βοηθήσαμε να σταθούν και πάλι στα πόδια τους.
 
Παράλληλα, με χρήματα από το ευρωπαϊκό ταμείο προσφύγων, στήσαμε το Φιλοξενείο Αιτούντων Άσυλο, το οποίο παρέχει την αναγκαία φροντίδα και προστασία σε οικογένειες που έχουν αιτηθεί άσυλο μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας της οικογενειακής επανένωσης ή της μετεγκατάστασης. Δεν θα ξεχάσω την ημέρα που ο δήμος μας άνοιξε τις πόρτες του Φιλοξενείου για τους πρόσφυγες, μια δομή που θα τη ζήλευε και η Ύπατη Αρμοστεία, αλλά και πώς την αγκάλιασαν οι περίοικοι, οι οποίοι στην αρχή παρασυρμένοι από κάποιους θερμοκέφαλους-λίγους ευτυχώς-αντέδρασαν αλλά στη συνέχεια απέδειξαν την ελληνική φιλοξενία σε όλο της το μεγαλείο.
 
Η ενσωμάτωση των δομών αυτών στον αστικό ιστό μπορεί να συμβάλλει όχι μόνο στην αφομοίωση ευπαθών ομάδων και στη διευρυμένη αστική ομοιομορφία, αλλά επίσης και στην εδραίωση της ανεκτικότητας και της κοινωνικής ισορροπίας.
 
Το 2016, η Ειδομένη έγινε το σύμβολο των αποκλεισμένων από την Ευρώπη προσφύγων. Χιλιάδες συνάνθρωποι μας, ανάμεσά τους μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι και ανήμποροι παρέμειναν για ημέρες ολόκληρες κολλημένοι στη λάσπη των κλειστών συνόρων. 
 
Για να έρθει η ημέρα που κράτος, δήμοι, ανθρωπιστικές οργανώσεις, άλλα κράτη και η ΕΕ κατάφεραν να εξομαλύνουν την κατάσταση για να εξασφαλισθεί στέγη σε κέντρα φιλοξενίας για τους πρόσφυγες. Ο δήμος Θεσσαλονίκης κατάφερε μέσα από πρόγραμμα της Ύπατης Αρμοστείας, χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ενωση  να μισθώσει δεκάδες διαμερίσματα και να τα προσφέρει μαζί με πολλές άλλες υπηρεσίες σε αυτούς τους ανθρώπους που προσπαθούν είτε να φτάσουν στη δική τους γη της επαγγελίας είτε να συνενωθούν με τους δικούς τους ανθρώπους κάπου στη βόρεια Ευρώπη. Με το πρόγραμμα REACT, όπως ονομάσθηκε, τη  συμμετοχή και δύο όμορων Δήμων αλλά και οργανώσεων της πόλης, στόχο έχει ο δήμος να εξασφαλίζει συνθήκες πολιτισμένες και σεβασμού στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ανθρώπων βασανισμένων και διωκόμενων από ένα πόλεμο που δεν επέλεξαν. Αλλά συγχρόνως τονώθηκε και η τοπική οικονομία και μισθώθηκαν διαμερίσματα που έμεναν κενά λόγω της κρίσης επί χρόνια και με τον τρόπο υπήρξε θετική αντίδραση από την τοπική κοινωνία. 
 
Με τη μέχρι τώρα στρατηγική μπορέσαμε και απορροφήσαμε τους ελάχιστους κραδασμούς της πόλης με μηδενικό κόστος, χάρη στην δουλειά και την προεργασία που έγινε, ώστε να προετοιμάσουμε το έδαφος για μια ομαλή συμβίωση του ντόπιου στοιχείου με τους πρόσφυγες.
 
Θεωρώ ότι ως διοίκηση του δήμου καταφέραμε να επιδείξουμε αντανακλαστικά στις δύο μεγάλες κρίσεις αλλά και να σχεδιάσουμε με ψυχραιμία και μετά από διαβούλευση με τους πολίτες την επόμενη ημέρα της Θεσσαλονίκης και πώς θέλουμε να είναι το 2030, μια πόλη που πρόσφατα γιόρτασε τα 100 χρόνια από την μεγάλη πυρκαγιά που άφησε στο πέρασμά της αστέγους 52.000 εβραίους, 10.000 μουσουλμάνους και 10.000 χριστιανούς.

* Η Καλυψώ Γούλα είναι πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης