Skip to main content

Οι αυταπάτες κρατούν σε τέλμα τους μικρούς στην αγορά της Θεσσαλονίκης

Η αδιαφορία ενός μικρού επαγγελματία «να πιάσει μολύβι και χαρτί» για να δει εάν βγαίνει και τι πρέπει να κάνει για να έχει κέρδος είναι προκλητική.

Σε μία πρόσφατη συζήτηση σε παρέα λογιστών και επιχειρηματιών της εστίασης επαναλήφθηκε η άποψη που ακούγεται σταθερά για το θέμα της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής στον συγκεκριμένο επαγγελματικό κλάδο. Όλοι συμφωνούν πως «αν ένα καφέ τα κάνει όλα τυπικά 100%, δεν βγαίνει». Τόσο απλά είναι τα πράγματα σε μια πολυκερματισμένη αγορά μικρο-μικρών, όπως είναι η ελληνική. Επομένως, δεν πρέπει να εκπλήσσει το γεγονός ότι ακόμη και τα δύο τελευταία χρόνια, που οι έλεγχοι έχουν εντατικοποιηθεί και τα πρόστιμα και οι άλλες αυστηρές ποινές ανακοινώνονται βροχηδόν, η παραβατικότητα παραμένει σταθερά πέριξ του 60% και δεν υποχωρεί. 

Αντίθετα, πρέπει να προβληματίσει, υπό δύο οπτικές γωνίες: Αφενός η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να εισέλθει σε αυθεντικά ενάρετο αναπτυξιακό κύκλο εάν δεν περιοριστούν δραστικά αυτά τα φαινόμενα. Αφετέρου ο αθέμιτος ανταγωνισμός που προκύπτει όταν κάποιος δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του στο Δημόσιο έναντι κάποιου άλλου συνεπούς επαγγελματία συνιστά βόμβα στα θεμέλια της επιχειρηματικότητας, χωρίς την οποία καμία οικονομία –επομένως και καμία κοινωνία- στον 21ο αιώνα δεν μπορεί να προοδεύσει. Διότι μπορεί κάποιοι να λύνουν –ή να νομίζουν ότι λύνουν- προσωρινά ένα ατομικό τους πρόβλημα, αλλά τις συνέπειες θα τις βρουν μπροστά τους και οι ίδιοι, όπως και όλοι μας. Η εικόνα κάποιου συνταξιούχου που σήμερα «δίκαια» διαμαρτύρεται διότι το κράτος, που επί δεκαετίες ο ίδιος έκλεβε του κόβει τη σύνταξη είναι σουρεαλιστική. Προφανώς οι πρωθυπουργοί, οι υπουργοί, οι βουλευτές, οι άνθρωποι των κυβερνήσεων και οι… μίζες χρεοκόπησαν την Ελλάδα! Αλλά όλοι όσοι –έστω για να επιβιώσουν, όχι για να πλουτίσουν- απέφευγαν φόρους και εισφορές δεν έχουν καμία ευθύνη;

Οι λόγοι που μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης και διαρκών περικοπών οι Έλληνες δεν αντιδρούν βίαια ενδεχομένως να συνδέονται με ένα βαθύ αίσθημα συνυπευθυνότητας, ίσως και συνενοχής, το οποίο δεν ομολογούν δημόσια, αλλά το εξομολογούνται στον καθρέφτη τους. Μακάρι να συμβαίνει αυτό, διότι τότε υπάρχει κάποια ελπίδα για τις επόμενες γενιές. Ειδικά στην αγορά των μικρομεσαίων η κατάσταση είναι απελπιστική. Η εμφανής αδιαφορία ενός μικρού επιχειρηματία ή επαγγελματία «να πιάσει μολύβι και χαρτί» για να δει εάν βγαίνει και τι πρέπει να κάνει για να έχει κέρδος, είναι προκλητική. Όχι μόνο για λόγους τάξεως και αστικής πρακτικής, αλλά και διότι είναι προφανές ότι μια συμπεριφορά με τα χαρακτηριστικά της πειρατείας οδηγεί αργά ή γρήγορα σε αδιέξοδο. Και όσο πιο αργά, τόσο πιο επώδυνα είναι τα αποτελέσματα που παράγονται.

Ο κλάδος της εστίασης, που εντάσσεται στον ευρύτερο οικονομικό κύκλο της διασκέδασης, είναι πολύ σημαντικός για μια τουριστική χώρα όπως η Ελλάδα. Στη Θεσσαλονίκη είχε ανέκαθεν μεγάλη δυναμική, την οποία τροφοδοτούν οι περίπου 100.000 φοιτητές και σπουδαστές που κυκλοφορούν στους δρόμους της πόλης. Σε μια καταγραφή που είχε γίνει πριν από μερικά χρόνια –στην πρώτη περίοδο της δημαρχίας Μπουτάρη, δηλαδή μέσα στην κρίση- είχε υπολογιστεί ότι συμπεριλαμβανομένων τόσο των μόνιμων κατοίκων του δήμου Θεσσαλονίκης, όσο και αυτών που καθημερινά κινούνται στο κέντρο της πόλης και προέρχονται από άλλους δήμους του πολεοδομικού συγκροτήματος ή και μακρύτερα, η αναλογία των αδειών υγειονομικού ενδιαφέροντος ήταν μία επιχείρηση ανά 150 κατοίκους. Στην πραγματικότητα η αναλογία όσων κυκλοφορούν στο κέντρο της Θεσσαλονίκης προς τα καφέ, μπαρ, εστιατόρια, μπουγατσατζίδικα, πατσατζίδικα κ.λπ. είναι λίγο μεγαλύτερη, αφού άδειες υγειονομικού ενδιαφέροντος εκδίδονται και για τα καταστήματα που εμπορεύονται τρόφιμα. Όπως και να δει, όμως, κανείς το θέμα η αναλογία της Θεσσαλονίκης διεκδικεί διεθνές ρεκόρ. Πολύ περισσότερο που τα τελευταία χρόνια, περίοδο κατά την οποία αυξήθηκαν οι τουριστικές ροές στην πόλη, έχουν ανοίξει ακόμη περισσότερα καταστήματα εστίασης. Το κέντρο είναι ένα απέραντο καφενείο, ειδικά τώρα που βγαίνουν τα τραπεζάκια έξω. Όσο κι αν προσπαθεί ο δήμος να οριοθετήσει τα τραπεζοκαθίσματα η εικόνα είναι επιβλητική. Στο ερώτημα «πως ακριβώς επιβιώνουν όλες αυτές οι επιχειρήσεις;» την απάντηση δίνουν οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ και των άλλων υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομικών.

Η τρόικα από την αρχή έχει εντοπίσει τις δυσλειτουργίες που υπάρχουν στην οικονομία λόγω του πολυκερματισμού της επιχειρηματικότητας, αλλά κανείς δε συγκινήθηκε. Όταν η χώρα ζούσε με την κατανάλωση των δανεικών –σε συνδυασμό με τις φορολογικές παρατυπίες και λαθροχειρίες- το μοντέλο επιβίωνε σε παρόντα χρόνο εις βάρος του μέλλοντος. Τώρα που η εγχώρια κατανάλωση περιορίστηκε αισθητά και οι φόροι αυξήθηκαν το πρόβλημα γιγαντώθηκε. Γι’ αυτό η ένταση της φοροδιαφυγής εμφανίζεται μεγαλύτερη. Το κακό –ή έστω ένα από τα κακά- της υπόθεσης είναι ότι όσοι εκπροσωπούν τους μικρομεσαίους (Επιμελητήρια, σύλλογοι, σωματεία) επιμένουν στο σενάριο της επιβίωσης στα επόμενα χρόνια της ανάπτυξης όσων κατάφεραν να παραμείνουν ανοιχτοί μέχρι σήμερα. Προφανώς αυτό απέχει από την αλήθεια.

Για παράδειγμα (φανταστικό): Δεν χρειάζονται 50 μαγαζιά που να πωλούν παντόφλες στην Καστοριά, αρκούν τα πέντε. Εάν τα υπόλοιπα δεν αλλάξουν αντικείμενο ή εάν δεν κλείσουν, υποχρεωτικά θα ξεγελούν τους πελάτες και θα κλέβουν το κράτος για να κρατηθούν στο αφρό. Το ακόμη χειρότερο είναι ότι ενώ αυτή η κατάσταση είναι απολύτως κωδικοποιημένη από τον πρώτο χρόνο της τρόικας, το πολιτικό προσωπικό ουδέποτε είπε ευθέως την αλήθεια. Κάποιοι δεν θέλουν να μιλήσουν με την ψυχρή γλώσσας της αλήθειας –ας μη ξεχνάμε ότι, οι κυβερνήσεις, οι βουλευτές και οι υπουργοί προκύπτουν από εκλογές. Κάποιοι άλλοι –αρκετοί, πολύ περισσότεροι απ’ όσους φαντάζεται ο καθένας μας- δεν καταλαβαίνουν καν τι συμβαίνει στην αγορά, ούτε πως συμβαίνει. Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία πολιτικών που συνειδητά τοκίζει στον εγωισμό και το όνειρο του μικροεπιχειρηματία και επαγγελματία της ανάγκης, ο οποίος επειδή δεν κατάφερε ή δεν θέλησε να μπει στη δούλεψη άλλου, παλεύει με τον τρόπο του να διασωθεί ως αφεντικό του εαυτού του.

Το μίγμα είναι εκρηκτικό, κυρίως διότι είναι ανθεκτικό. Άλλωστε η καθημερινή αυταπάτη που κάποτε άγγιξε την πραγματικότητα έστω και ως οφθαλμαπάτη διαλύεται δυσκολότερα από τις μεγαλόσχημες αυταπάτες του σχισίματος των Μνημονίων σε μια μέρα, της δύναμης των τραπεζών και του διεθνούς κεφαλαίου να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους και της ταχύτατης –στα όρια του… μαγικού- καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.    

φωτο αρχείου