Skip to main content

Οι «φίλοι» και οι «εχθροί» της Ελλάδας στην Ευρώπη

Είναι ευκαιρία να μετρήσουμε «φίλους» και «εχθρούς», όχι προφανώς με τα συνήθη προσωπικά κίνητρα, αλλά με την ταύτιση κοινών συμφερόντων.

Είναι ευκαιρία να μετρήσουμε «φίλους» και «εχθρούς», όχι προφανώς με τα συνήθη προσωπικά κίνητρα και συναισθηματισμούς, αλλά με την ταύτιση κοινών συμφερόντων στην δεδομένη στιγμή. Και επιβάλλεται να δοθεί προσοχή στον όρο «δεδομένη στιγμή», επειδή οι σχέσεις μεταξύ λαών -αλλά και προσωπικών- είναι εσαεί μεταβαλλόμενες, αναλόγως βεβαίως της μεταβολής των συνθηκών.

Επιβάλλεται να υπενθυμίσω έναν σοβαρό κανόνα που πρέπει να λαμβάνεται σοβαρώς υπόψη κατά την χάραξη της πολιτικής. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, στηρίζεται στην διαπίστωση του Δαρβίνου, που παρέθεσε στο έργο του η Εξέλιξη των Ειδών. Ότι δηλαδή, κατά τις γεωλογικές αναταράξεις που συνέβησαν προ εκατομμυρίων ετών, εκείνα τα είδη που επέζησαν δεν ήσαν ούτε τα δυνατότερα, ούτε τα εξυπνότερα, ούτε τα ταχύτερα, ούτε τα ογκωδέστερα, ούτε βεβαίως τα ομορφότερα. Αλλά εκείνα που είχαν την μεγαλύτερη δυνατότητα προσαρμογής στο νέο περιβάλλον.

Αυτόν τον σπουδαίο κανόνα, που θα έπρεπε κάθε ικανός πολιτικός να τον έχει ως «ευαγγέλιο», τον παραβλέπουν οι ιδεοληπτικοί πολιτικοί, και εξακολουθούν να ενεργούν αδιαφορούντες για τις μεταβολές που συμβαίνουν γύρω τους, και οι οποίες είναι καθόλα ορατές. Υπάρχει η εντύπωση, πως αποτελεί προτέρημα να παραμένει κάποιος σταθερός στις απόψεις του. Πράγματι, αν όμως δεν έχουν αλλάξει τα δεδομένα. Όταν όμως αυτά αλλάξουν, και αυτό δεν λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση γνώμης, τότε πρόκειται περί «ξεροκεφαλιάς», κατά τον πιο επιεική χαρακτηρισμό.

Ο μετέχων στην πολιτική, υπό οιανδήποτε μορφή της, αν έχει περιβάλλει με ιδεολογικό μανδύα τις πράξεις του, έχει πολλούς λόγους να παραμένει σταθερός στην «ιδεολογία» του. Κατ’ αρχάς, έχει στήσει την καριέρα του πάνω σ’ αυτήν. Οι ηθικές και υλικές απολαβές που απέκτησε, οφείλονται σ’ αυτήν την «ιδεολογία». Αν απομακρυνθεί από αυτήν, θα πρέπει να απορρίψει και όλα τα παρελθόντα, αλλά κυρίως τα μελλοντικά οφέλη που την συνοδεύουν. Έχει επομένως έναν επαγγελματικό λόγο να παραμένει σταθερός στις απόψεις του, μη κάνοντας καν τον κόπο να τις μεταβάλει.

Αλλά, και πόσοι άνθρωποι μπορούν να αναγνωρίσουν τα λάθη τους; Ο «αλάνθαστος» Έλληνας μπορεί να παραδεχθεί ότι «πήρε την ζωή του λάθος», και δεν διέβλεψε τα μειονεκτήματα της «ιδεολογίας» του; Και πώς θα εμφανιστεί τώρα μπροστά στους «συντρόφους» του, αφού θα πάψει να είναι η αυθεντία και ο «μπροστάρης» στον αγώνα για την αλλαγή; Αλλάζοντας συντροφιές, θα είναι ένας μεταξύ των πολλών καφενόβιων, χωρίς την αίγλη του ιδεολόγου αγωνιστή.

Δεν πρόκειται επομένως να αλλάξει κάποιος την εξ ιδεολογίας απορρέουσα συμπεριφορά του, εκτός και αν το νέο κίνητρο είναι αρκούντως ισχυρό, περιβαλλόμενο με κάποιον άλλον ιδεολογικό μανδύα. Ακριβώς όπως «πείσθηκαν» πολλοί ότι έφυγαν οι αμερικανικές Βάσεις, επειδή όσοι δεν θα πείθονταν θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τον κρατικό μηχανισμό.

Μπορούν επομένως και οι ιδεοληπτικοί να αλλάξουν πορεία, αναλόγως του κινήτρου και της εύρεσης ικανής δικαιολογίας (εκτός και αν είναι ηλικιωμένοι, οπότε σε μερικές περιπτώσεις, για βιολογικούς λόγους, εξακολουθούν να είναι αμετάπειστοι).

Τα ανωτέρω, ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ των λαών. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση -κάποτε μάλιστα αναγραφόταν και σε βιβλία προπαγάνδας- ενός Αμερικανού που αμέσως μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας βρέθηκε στο Παρίσι, υπαίτιος τροχαίου ατυχήματος. Κι ενώ το θύμα, ελαφρώς ευτυχώς τραυματισμένο, τού έβαλε τις φωνές, δέχθηκε επίπληξη -το θύμα- από τους συμπατριώτες του Παριζιάνους, επειδή δεν σεβάστηκε τον Αμερικανό που συνέβαλε στην απελευθέρωση των Γάλλων. Μετά από πολλά χρόνια, του συνέβη κάτι αντίστροφο, πάλι στο Παρίσι. Κι ενώ είχε δίκαιο, τον προπηλάκισαν, και πήραν το μέρος του δράστη.

Αυτό το ευμετάβολο της διάθεσης των ανθρώπων, επιβάλλεται να συνυπολογισθεί στις παρούσες συνθήκες. Και τούτο, επειδή πολλά έχουν γραφεί για την κ. Γκριμπαϊσκάουτε, την πρόεδρο της Λιθουανίας, η οποία ομολογουμένως ήταν αγενής όταν μιλούσε για τον Έλληνα πρωθυπουργό. Κατά τον ίδιο τρόπο όμως, ίσως και χειρότερο, εκφράζονται οι Έλληνες πολιτικοί κατά των Γερμανών ομολόγων τους, αλλά και κατά πολλών άλλων.

Αυτό ας γίνει μάθημα, επειδή η εναλλαγή των «φίλων» με τους «εχθρούς» είναι πολύ συχνή λόγω των συνεχών μεταβολών στις συνθήκες ζωής. Το τι έχουν ακούσει οι Αμερικανοί από τους «προοδευτικούς», όπως και οι Γερμανοί, δεν λέγεται. Τώρα όμως οι «καλοί» Αμερικανοί συνηγορούν υπέρ ημών, και η «καλή» Μέρκελ επιχειρεί να πείσει τον Σόιμπλε. Ας είναι επομένως προσεκτικοί οι πολιτικοί, όσοι βεβαίως επιθυμούν να θεωρούνται σοβαροί, και ας μη παρασύρονται από ορμέμφυτα.

Για την ιστορία, το γερμανικό περιοδικό "Focus" εξηγεί γιατί είναι τόσο σκληροί οι Ανατολικοευρωπαίοι με την Ελλάδα, υποστηρίζοντας ότι οι χώρες της Βαλτικής, η Σλοβακία και η Σλοβενία είχαν αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση στην πατρίδα τους με δραστικές κινήσεις, χειρότερες από αυτές που επέβαλε σε μας η Τρόικα. Και τώρα δεν θέλουν να πληρώσουν άλλα χρήματα για μία πλουσιότερη χώρα απ’ αυτούς.

Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να μας βρίζουν, όπως δεν σημαίνει επίσης ότι πρέπει κι εμείς να υβρίζουμε άλλους, τους οποίους κάποτε θα ζητήσουμε την βοήθειά τους.