Skip to main content

Ο Θεσσαλονικιός που έσωσε δύο Εβραιόπουλα από τους Ναζί

Μία ιστορία αγάπης μέσα στη θηριωδία - Μιλούν στη Voria η κόρη της διασωθείσας Εβραιοπούλας, Λούσι Μπέζα και ο εγγονός του σωτήρα της, Κωστής Παύλου.

Το Ολοκαύτωμα σημάδεψε ανεπανόρθωτα την πόλη της Θεσσαλονίκης καθώς περίπου 50.000 Εβραίοι της πόλης αφανίστηκαν από τους Ναζί

Σήμερα, Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, έρχονται στο μυαλό ξανά οι ατελείωτες ιστορίες πόνου, καταστροφής, και προδοσίας των Εβραίων που έζησαν τη φρίκη της ναζιστικής θηριωδίας του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ανάμεσα σε αυτές ωστόσο ξεχωρίζουν και κάποιες ιστορίες αγάπης και ανιδιοτέλειας όπου Θεσσαλονικείς διακινδύνεψαν ακόμα και την ίδια τους τη ζωή για να σώσουν τους Εβραίους φίλους και γείτονες τους. Μια τέτοια ιστορία είναι αυτή του Νίκου Μανιά που κατάφερε να σώσει τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του καλού του φίλου και γείτονα, Σαμουήλ Καράσσο. 

Ο Σαμουήλ Καράσσο, γνωστός έμπορος της εποχής, ζούσε με τη γυναίκα του Ρασέλ και τα πέντε τους παιδιά σε ένα πλούσιο αρχοντικό στην οδό Ολύμπου 36, το οποίο είχε χτίσει το 1930 στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Εμπορευόταν τρόφιμα και διατηρούσε το κατάστημά του με τον συνέταιρό του στην οδό Εγνατία. Ήταν αγαπημένος φίλος με τον Νίκο Μανιά, επίσης έμπορο, ο οποίος έμενε μαζί με τη γυναίκα του Κατίνα και τα τέσσερα παιδιά τους στην περιοχή του Διοικητηρίου. 

Ο Νίκος Μανιάς και η σύζυγος του Κατίνα Μανιά

 Ο Νίκος Μανιάς και η σύζυγος του Κατίνα Μανιά

 Τη συγκινητική ιστορία μάς αφηγείται η η 70χρονη Λούσι Μπέζα, κόρη της μεγαλύτερης αδερφής και διασωθείσας Μαίρης Καρασσό.

Η Μαίρη Καράσσο ήταν μόλις είκοσι χρονών όταν άρχισε να βλέπει τη ζωή της να αλλάζει δραματικά, με την άφιξη των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στη Θεσσαλονίκη. Η ίδια και ο αδερφός της, Αλμπέρ Αβραάμ, ήταν από τους ελάχιστους Εβραίους που επέζησαν του Ολοκαυτώματος χάρη στην ανιδιοτελή προσφορά του καλού φίλου του πατέρα τους, Νικόλαου Μανιά, και της οικογένειάς του.

Η κ. Μπέζα ξεκινάει την αφήγηση από τον ερχομό του γερμανικού στρατού στην πόλη. Οι Γερμανοί, όπως λέει, δεν δείχνουν άμεσα τις προθέσεις τους. «Ελάχιστοι μόνο κατάλαβαν τι θα γινόταν και έφυγαν. Οι περισσότεροι έμειναν στην πόλη. Δεν είναι εύκολο να φύγεις από τον τόπο σου όταν δεν βλέπεις άμεσο κίνδυνο», εξηγεί. Λίγο αργότερα ωστόσο, δημιουργούν τα γκέτο μέσα στην πόλη και επιβάλλουν στους Εβραίους να κυκλοφορούν μόνο με το αστέρι του Δαυίδ.

Οι πρώτες πληροφορίες για το κακό που επρόκειτο να υποφέρουν οι Εβραίοι έρχονται στην οικογένεια από τον Γερμανό αξιωματικό που έχει επιτάξει το αρχοντικό σπίτι της οικογένειας Μανιά. Ο Γερμανός, έχοντας συμπαθήσει τον πατέρα της οικογένειας και γνωρίζοντας για τη στενή του φιλία με την εβραϊκή οικογένεια, τον συμβουλεύει να πει στους Καράσσο να εγκαταλείψουν άμεσα τη Θεσσαλονίκη.

Ο Νίκος Μανιάς μεταφέρει τις πληροφορίες που του δίνει ο Γερμανός αξιωματικός στον Σαμουήλ Καράσσο και του παρουσιάζει το σχέδιο του. Του προτείνει να βγάλει πλαστές ταυτότητες για όλους, και έπειτα η οικογένεια να χωριστεί σε δύο ομάδες και να φύγει για την Αθήνα. Η μία ομάδα θα αποτελούνταν από τα δύο μεγάλα αδέρφια της οικογένειας, τη Μαίρη και τον Αβραάμ, και η δεύτερη από τη μητέρα, Ρασέλ, τον πατέρα, Σαμουήλ και τα τρία μικρότερα παιδιά της οικογένειας.

Η οικογένεια εγκαταλείπει το σπίτι της και βρίσκει προσωρινό καταφύγιο στο σπίτι των Μανιάδων.

Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια τα μεταφέρει ο Μανιάς σε ένα σπιτάκι στις 40 Εκκλησιές, όπου μένουν κλεισμένα για περίπου έναν μήνα. Έπειτα επιβιβάζονται σε ένα λεωφορείο και φεύγουν για την Αθήνα, με τις νέες τους ταυτότητες να γράφουν Μαίρη και Νίκος Αγγελίδης. «Ο Νίκος Μανιάς ήταν τόσο προνοητικός άνθρωπος που ακόμα και στο λεωφορείο είχε βάλει έναν δικό του άνθρωπο να τους προσέχει. Όταν ο οδηγός ζήτησε από τη μητέρα μου να κατέβει από το λεωφορείο γιατί θα τους έπιαναν οι Γερμανοί στο επόμενο μπλόκο, ο άνθρωπος του Μανιά κατάλαβε τι γινόταν, σηκώθηκε και απείλησε τον οδηγό ότι θα τον σκοτώσει αν τυχόν κατέβαζε τα αδέρφια από το λεωφορείο», λέει η κ. Μπέζα.

Μόλις φτάνουν στην Αθήνα τα δύο αδέρφια βρίσκουν την οικογένεια του αδερφού του Νίκου, του Σπήλιου Μανιά, που φρόντισε τα δύο εβραιόπουλα, σαν παιδιά της. Η Μαίρη βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού ενώ ο Αλμπέρ Αβραάμ ξεκινά να βγάζει κάποια χρήματα πουλώντας μικρές ποσότητες λάδι στους δρόμους της Αθήνας. Οι γείτονες όμως ξεκίνησαν να σχολιάζουν και να αναρωτιούνται ποια είναι τα δύο νέα αυτά παιδιά που ξεκίνησαν να ζουν στο σπίτι του Σπήλιου Μανιά. Όταν άρχισαν οι ψίθυροι περί Εβραίων, ο Σπήλιος παίρνει τη Μαίρη και τον Αβραάμ και τους μεταφέρει σε ένα σπίτι στα Σεπόλια, όπου ζουν από την εργασία του αδερφού.

Τα δύο αδέρφια παραμένουν στην Αθήνα μέχρι την απελευθέρωση της πόλης από τους Γερμανούς. Ο αδερφός της Μαίρης, ο Αβραάμ είναι ο πρώτος που επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη για να μάθει τι έχει απογίνει η υπόλοιπη οικογένεια καθώς τόσο καιρό δεν κατάφεραν να λάβουν νέα τους.

Η δεύτερη ομάδα της οικογένειας Καράσσο είχε αποφασίσει να κρυφτεί σε ένα ψαροχώρι στη Χαλκιδική, ο δήμαρχος του οποίου ήταν φίλος με τον πατέρα Καράσσο. Από εκεί, και έπειτα από συνεννόηση με τον Νίκο Μανιά, θα τους παραλάμβανε ένα καϊκι το οποίο θα τους μετέφερε στην Αθήνα για να επανενωθεί η οικογένεια. Μάταια όμως. Σύμφωνα με την κ. Μπέζα, ο συνέταιρος του παππού της πρόδωσε την οικογένεια καθώς ήταν ο μόνος μετά τον Μανιά που ήξερε πού θα κρυβόταν. «Ο παππούς μου είχε παραχωρήσει το μερίδιο του στον συνέταιρό του υπογράφοντας πλαστά χαρτιά καθώς δεν επιτρεπόταν στους Εβραίους να έχουν περιουσία. Ωστόσο έκανε συμφωνία μαζί του πως θα έπαιρνε τα γνήσια έγγραφα μαζί του και ότι γυρνώντας θα συνέχιζαν να έχουν από κοινού την επιχείρησή τους».

Μετά την προδοσία, οι Γερμανοί μήνυσαν στον δήμαρχο του χωριού ότι αν δεν φύγει από εκεί η οικογένεια των Εβραίων θα έκαιγαν όλο το χωριό. Ο Σαμουήλ δεν άντεξε αυτή τη σκέψη και επέστρεψε με την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη, όπου τους έπιασαν οι Ναζί. Όλη η οικογένεια επιβιβάστηκε στο τελευταίο τρένο που αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη για το Άουσβιτς, όπου και χάθηκαν όλοι.

Ο Αλμπέρ Αβραάμ μαθαίνει τα νέα από τον φίλο του πατέρα του, Νίκο Μανιά. Ο ίδιος όμως δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο τη θλίψη για το τραγικό τέλος της οικογένειας του, αλλά και τις κλειστές πόρτες της ελληνικής κοινωνίας. Ο συνέταιρος του πατέρα του αρνήθηκε να του δώσει το 50% της επιχείρησης και τον έδιωξε ενώ με πολύ κόπο εγκαταστάθηκε ξανά στο πατρικό του, στο οποίο είχαν προλάβει ήδη να μπουν κάποιοι άλλοι. «Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου λέει ότι τους είχαν κατακλέψει. Έβλεπε τα κουταλάκια της μητέρας της σε άλλα νοικοκυριά και όλοι της έλεγαν “Μας τα έκανε δώρο η Ρασέλ πριν φύγετε» αναφέρει με πικρία η κ. Μπέζα.

Λίγο αργότερα, η μητέρα της ακολούθησε τον αδερφό της στη Θεσσαλονίκη. Ενώ ο Αλμπέρ Αβραάμ έφυγε στο Ισραήλ, η ίδια συνέχιζε να ζει και παντρεύτηκε στη Θεσσαλονίκη. Το 1947 γεννάει τη Λούσι Μπέζα, το πρώτο της παιδί και λίγα χρόνια αργότερα εγκαθίσταται μόνιμα στην Αθήνα.

Η ίδια, η κ. Μπέζα, ωστόσο, έρχεται συχνά στη Θεσσαλονίκη και συμμετέχει μάλιστα στην Πορεία Μνήμης που πραγματοποιείται τον Μάρτιο.

Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν την ευγνωμοσύνη της για τον Νίκο Μανιά και τη συγκίνηση της. «Έσωσε μια ολόκληρη οικογένεια. Εγώ, τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου δεν θα υπήρχαν αν δεν ήταν αυτός»!

Την ίδια συγκίνηση όμως εκφράζει και ο εγγονός του σωτήρα της οικογένειας Καράσσο, ο Κωστής Παύλου Μανιάς.

Ο ίδιος αναφέρει ότι αισθάνεται βαθιά υπερήφανος για τον παππού του, τον οποίο κρατάει στη μνήμη του ως έναν καλοσυνάτο και χαμογελαστό άνθρωπο. Ο Νίκος Μανιάς ποτέ δεν είπε στα εγγόνια του την ιστορία αυτή, όχι όπως υποστηρίζει ο εγγονός του γιατί την είχε ξεχάσει αλλά γιατί τη θεωρούσε μια αυτονόητη πράξη ανθρωπιάς. Ο κ. Παύλου-Μανιάς την έμαθε από τη μητέρα του όταν πριν από 15 περίπου χρόνια γνώρισε τη διασωθείσα Μαίρη Καράσσο σε μια εκδήλωση της Εβραϊκής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. «Έδωσα την τιμητική πλακέτα που προοριζόταν για τον παππού μου, ο οποίος χρίστηκε «Δίκαιος των Εθνών» από το Ισραήλ, στον 18χρονο μου γιο. Του είπα να την κρατήσει ως οδηγό ζωής. Στην οικογένειά μου, μας έμαθαν ότι οι ανθρώπινες σχέσεις που χτίζεις, αυτές διαμορφώνουν τη ζωή» είπε ο ίδιος μιλώντας στη Voria.gr. Μάλιστα για να μείνει ζωντανή η ιστορία του παππού του και της οικογένειας Καράσσο, ο Κωστής Παύλου την κατέγραψε και της έδωσε τον τίτλο «Το τελευταίο τραίνο».

Ο αντισημιτισμός σήμερα

Πριν ολοκληρωθεί η τηλεφωνική συνομιλία μας, ρωτάω την κ. Μπέζα πώς νιώθει που ο ναζισμός αρχίζει πάλι να δυναμώνει. «Τα πράγματα χειροτερεύουν πάλι. Δεν ξέρω με ποια μορφή θα έρθει πάλι το κακό. Πρέπει να είμαστε όμως διορατικοί» απαντάει και προσθέτει ότι αισθάνεται ντροπή όταν κάποιοι βεβηλώνουν το μνημείο του Ολοκαυτώματος ή επιτίθενται στον δήμαρχο Θεσσαλονίκης εξαιτίας της δράσης του γύρω από την ισραηλιτική κοινότητα. 

Από την πλευράς του, ο Κωστής Παύλου Μανιάς τονίζει ότι ο παππούς του έδωσε ένα μάθημα ζωής και πως καθώς στην Ελλάδα όλοι έχουμε ζήσει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο την απώλεια και τον διωγμό, πρέπει να έχουμε ως φιλοσοφία ζωής την ανθρωπιά. 

*Στην κεντρική φωτογραφία απεικονίζεται η μητέρα της οικογένειας, Ρασέλ και οι διασωθέντες Μαίρη και Αλμπέρ Αβραάμ Καράσσο.

 

Ο Σαμουήλ και η Ρασέλ Καράσσο μαζί με την οκτάχρονη Ιρένε και τον 10χρονο Ιζιντόρ

Ο Σαμουήλ και η Ρασέλ Καράσσο μαζί με την 8χρονη Ιρένε και τον 10χρονο Ιζιντόρ  

 

Η εγγονή του Νίκου Μανιά, Σοφία με τη Μαίρη Καράσσο στην εκδήλωση της Ισραηλιτικής Κοινότητας στη Θεσσαλονίκη

Η Μαίρη και ο Αβραάμ Αλμπέρ Καράσσο

 Η Μαίρη και ο Αλμπέρ Αβραάμ Καράσσο