Skip to main content

Το πραγματικό λάθος του Τσίπρα στη συνάντηση με τον Ερντογάν

Η διαβεβαίωση για την τύχη των Τούρκων αξιωματικών που κατέφυγαν στην Ελλάδα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και το πραγματικο λάθος του πρωθυπουργού.

«Οι πραξικοπηματίες δεν είναι καλοδεχούμενοι στην Ελλάδα». Αυτήν την διαβεβαίωση ήθελε να ακούσει ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν από τον Έλληνα πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, και αυτήν άκουσε, που δεν ήταν ρητορική αφού συνοδεύτηκε με την άρνηση παροχής ασύλου στην Ελλάδα σε τρεις Τούρκους αξιωματικούς, απόφαση που ελήφθη λίγο πριν από την συνάντηση των δύο, ως έμπρακτη επιβεβαίωση της υπακοής μας στην απαίτηση των Τούρκων.

Πριν απ’ όλα όμως, επειδή δημιουργήθηκε κάποιος θόρυβος στα ΜΜΕ, ιδίως στο διαδίκτυο, με την φωτογραφία των δύο πολιτικών, όπου υπήρχαν μόνον δύο τουρκικές σημαίες, και απουσίαζε η ελληνική, να διευκρινίσω πως δεν πρόκειται για τουρκικό ολίσθημα, αλλά για πάγια διεθνή πρακτική, όταν Πρόεδρος κράτους υποδέχεται υποδεέστερό του. Στο τραπεζάκι όμως, που βρίσκεται μεταξύ των καθισμάτων τους, εκεί βρίσκονται και οι δύο σημαιούλες των κρατών.

Επειδή το προσφυγικό είναι για μας αυτήν την στιγμή το καίριο θέμα στο οποίο εμπλέκονται και οι δύο χώρες, ο Έλληνας πρωθυπουργός, συμφώνως προς κυβερνητικές πηγές, έκανε λόγο για την ανάγκη στήριξης της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, έτσι ώστε να υποστηριχθεί η αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.

Ο Τούρκος πρόεδρος όμως, δεν αντέτεινε προς εμάς, ούτε το θέμα της βίζας, ούτε κάποιο άλλο θέμα σχετικό με το άνοιγμα φακέλων για να προχωρήσει η τουρκική ενταξιακή στην Ε.Ε. διαδικασία, αλλά ως παμπόνηρος ανατολίτης (ίσως, κουτοπόνηρος, αυτό θα φανεί  από «το τελευταίο εκβάν», όπου «έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται», όπως είχε πει ο Δημοσθένης), «έριξε πεπονόφλουδα»: «Η συμφωνία εξαρτάται και από την σχέση των δύο χωρών».

Το μεγάλο ζήτημα, και άλυτο, είναι ότι διαφορετικά εννοεί η διεθνής κοινότητα την ποιότητα των σχέσεων δύο χωρών, διαφορετικά την ερμηνεύει η Τουρκία, όχι μόνον επί Ερντογάν, αλλά παγίως. Ελπίζω, πως οι διπλωμάτες μας θα μελετήσουν εμβριθώς αυτήν την τοποθέτηση του Ερντογάν, και δεν θα μείνουν στην υιοθέτηση από ελληνικής πλευράς, όπως ανέφεραν οι εκ της κυβερνήσεως πηγές «το καλωσορίζουμε».

Τι καλωσορίζουμε δηλαδή; Για να είναι καλές οι σχέσεις των δύο χωρών, συμφώνως προς την τουρκική εκδοχή, οφείλουμε να συγκυριαρχήσουμε στο Αιγαίο, να συγκυβερνάται η Θράκη, να μη έχει το Καστελόριζο ΑΟΖ, να «γκριζάρουν» -προσωρινώς, έως πλήρους τουρκοποίησης- 100 νησιά του Αιγαίου, να δεχθούμε ως προστάτιδα δύναμη στην Κύπρο την Τουρκία, να γεμίσουμε την Ελλάδα με τζαμιά και οθωμανικά μνημεία, και πλήθος άλλων ων ουκ εστι αριθμός. Έτσι εννοούν τις καλές σχέσεις, οι Τούρκοι.

Η δική μας απάντηση, ήταν αμήχανη, λόγω άγνοιας περί τα πολιτικά του κ. πρωθυπουργού. Αντί «το καλωσορίζουμε», έπρεπε πάραυτα να απαντήσει, πως το προσφυγικό δεν είναι ελληνοτουρκικό πρόβλημα, αλλά ευρωπαϊκό. Και πως την συμφωνία η Τουρκία την συνήψε με την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να γίνει λόγος περί καλών ή κακών σχέσεων μεταξύ μας. Προς την Ευρώπη έχει υποχρέωση η Τουρκία, όχι προς την Ελλάδα. Έτσι έπρεπε να απαντήσουμε στον σαφή εκβιασμό του Τούρκου.

Πέραν αυτού, από κυβερνητικής πλευράς ειπώθηκε, πως στη συζήτησή τους, «οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν ότι στην παρούσα φάση είναι εξαιρετικά χρήσιμο όλα τα θέματα που υπάρχουν να λύνονται μέσω διαλόγου και συνεννόησης». Αν και κοινότοπη, εν τούτοις παραμένει μία σοφή διαπίστωση. Όμως, συνεννόηση μπορεί να υπάρξει, μόνον όταν οι δύο που «συνδιαλέγονται» είναι καλόπιστοι και επιθυμούν όντως την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών.

Μπορεί η ελληνική κυβέρνηση -και οι προηγούμενες, προ αυτής- να μας πει τι είδους συνεννόηση μπορεί να υπάρξει με συνομιλητή αποφασισμένο να παρασπονδήσει, και υποκρινόμενο τον πολιτισμένο; Ποια αποτελέσματα έχουν φέρει αυτού του είδους οι συνεννοήσεις; Είναι όμως ένα καλό πρόσχημα για τους άτολμους και ανίδεους πολιτικούς, που ενδιαφέρονται μόνον για την πρόσκαιρη παραμονή τους στην εξουσία, αδιαφορώντας πλήρως για όσα δεινά θα συμβούν την επομένη της αποχώρησής τους.

Ως προς τους 8 αξιωματικούς, ήδη η Ελλάδα εκπληρώνει την υπόσχεση που έδωσε εξ αρχής ότι θα τους στείλει πίσω, γνωστού όντος τι μέλλον τους επιφυλάσσει η τουρκική «δημοκρατία». Θα εντάσσεται κι αυτό στο «καλωσόρισμα» των «καλών σχέσεων» που απαίτησε ο Ερντογάν με τα δικά του βεβαίως κριτήρια.