Skip to main content

Η συντηρητική νοοτροπία φρενάρει το επιχειρείν στη Βόρεια Ελλάδα

Τα πραγματικά στοιχεία μιας εταιρείας είναι για τον ιδιοκτήτη της επτασφράγιστο μυστικό, το οποίο -αν μπορούσε- θα έκρυβε ακόμη και από τον εαυτό του.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν η ιδέα του χρηματιστηρίου είχε αρχίσει να εξαπλώνεται πρώτα ανάμεσα στις επιχειρήσεις της χώρας και μετά σε κάθε ελληνικό σπίτι που εξελίσσονταν σε μίνι επενδυτικό οίκο, οι χρηματιστηριακές αρχές είχαν πλησιάσει αρκετές καλές επιχειρήσεις της Βορείου Ελλάδος προτείνοντας τες να μπουν στην τότε Σοφοκλέους κάνοντας αύξηση κεφαλαίου, ώστε να αντλήσουν φτηνό χρήμα για τις επενδύσεις τους. Στην αρχή η ιδέα δεν άρεσε στους περισσότερους βορειοελλαδίτες του επιχειρείν, οι οποίοι με τη δικαιολογία ότι «πάμε καλά, έχουμε κέρδη» σημείωναν με νόημα: «Και γιατί να βάλω συνεταίρους στο μαγαζί μου;».

Όταν λίγα χρόνια μετά οι τιμές άρχισαν να ανεβαίνουν και μαζί τους να απογειώνονται οι αξίες και τα οφέλη σε τέτοιο βαθμό, που η λίστα των προς εισαγωγή επιχειρήσεων στο Χ.Α. αριθμούσε εκατοντάδες υποψηφίους και ο χρόνος αναμονής μετριόταν σε χρόνια, οι ίδιοι βορειοελλαδίτες  επιχειρηματίες, μέσω των συνδικαλιστικών τους εκφράσεων, ζητούσαν από την τότε διοίκηση του Χ.Α., δηλαδή από την κυβέρνηση, να δημιουργήσει μια παράλληλη λίστα εισαγωγής με εταιρίες από τη Β. Ελλάδα, ώστε να προλάβουν να επωφεληθούν. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό –δεν θα μπορούσε άλλωστε- με αποτέλεσμα να χαθούν ευκαιρίες κεφαλαιουχικής ενίσχυσης, που θα βοηθούσαν τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στη θωράκιση των εταιριών. Η συντηρητική νοοτροπία είχε επικρατήσει σε πρώτη φάση κατά κράτος του εκσυγχρονισμού και μόνο όταν αποκαλύφθηκε πλήρως το νέο σκηνικό κάποιοι συνειδητοποίησαν την ευκαιρία και προσπάθησαν να προλάβουν τις εξελίξεις, μόνο που ήταν αργά.

Στις αρχές της εβδομάδας η Ένωση Ξενοδόχων Χαλκιδικής ανακοίνωσε τη δημιουργία Παρατηρητηρίου, το οποίο έχει ως στόχο τη δωρεάν παροχή της εικόνας της αγοράς και του ανταγωνισμού στους ξενοδόχους της περιοχής. Όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος της Ένωσης και η εκπρόσωπος της εταιρίας που έχει δημιουργήσει την πλατφόρμα παρά τις ασφαλιστικές δικλείδες που εγγυώνται το απόρρητο των στοιχείων που καταχωρεί κάθε ξενοδοχείο, πολλοί επιχειρηματίες του κλάδου στην περιοχή είναι διστακτικοί. Αναγνωρίζουν την πρακτική χρησιμότητα της πραγματικής εικόνας της αγοράς, που θα τους βοηθήσει στη λήψη των σωστών και κατάλληλων αποφάσεων, αλλά δυσκολεύονται να αποκαλύψουν τα στοιχεία της επιχείρησης τους. Γι’ αυτό μέχρι σήμερα στο πρόγραμμα από τα 150 ξενοδοχεία της περιοχής, συμμετέχουν τα 35, ανάμεσα στα οποία –καθόλου τυχαίο- συμπεριλαμβάνονται τα μεγαλύτερα.

Η μυστικότητα είναι χαρακτηριστικό της νοοτροπίας πολλών επιχειρηματιών στη χώρα μας, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων. Τα πραγματικά στοιχεία μιας εταιρίας σε πολλές περιπτώσεις είναι για τον ιδιοκτήτη της επτασφράγιστο μυστικό, το οποίο εάν ήταν δυνατόν θα έκρυβε ακόμη και από τον… εαυτό του. Πρόκειται για ζήτημα νοοτροπίας, που οφείλεται σε δύο λόγους. Εν μέρει στο φόβο ότι τα στοιχεία θα διαρρεύσουν σε κάποιον «μεγάλο αδελφό» και εν μέρει επειδή όλοι λίγο πολύ κάτι έχουν ή κάτι θέλουν να κρύψουν από την εφορία και άλλες αρχές. Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα –όπως και σχεδόν τα πάντα στη χώρα- έχει ιδιοτυπίες, οι οποίες εν προκειμένω σχετίζονται με τη σχέση του ιδιωτικού με τον δημόσιο τομέα, που στη συνείδηση των πάντων λειτουργούν ανταγωνιστικά.

Με αυτά τα δεδομένα η λύση του προβλήματος δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλή, καθώς άπτεται της έλλειψης εμπιστοσύνης ανάμεσα στους κοινωνικούς και οικονομικούς φορείς και την πολιτεία.  Άλλωστε τα ζητήματα της νοοτροπίας χρειάζονται χρόνο –δηλαδή γενιές- και εκπαίδευση- δηλαδή ουσιαστικό εκσυγχρονισμό. Κάτι που είναι δύσκολο να οργανωθεί και να προγραμματιστεί σε βάθος χρόνου σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε. Όταν το κάθε μέρα, το κάθε εβδομάδα και το κάθε μήνα φτάνουν να είναι το άπαν σε έναν αγώνα επιβίωσης.