Skip to main content

«Ήταν σαν να πέθανα εγώ», λέει ο γιατρός για τον φόνο της μεσίτριας

Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τους συγγενείς της θανούσας για τον πόνο που τους προκάλεσα, ανέφερε ο αγγειοχειρουργός στην απολογία του.

«Δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου να κάνω κακό σε ασθενή, τα όσα έγιναν ήταν ο χειρότερος εφιάλτης μου, ήταν σαν να πέθανα εγώ», είπε στην απολογία του σήμερα ο αγγειοχειρουργός που δικάζεται για τον φόνο της 36χρονης μεσίτριας στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, στις 26 Απριλίου 2017.

Ο ίδιος ανέφερε πως δεν φανταζόταν ότι θα μπορούσε να πάει κάτι στραβά κατά την επέμβαση, ενώ απέδωσε τη μεταφορά της σορού της γυναίκας σε περιοχή της Χαλκιδικής σε αψυχολόγητες ενέργειες που έκανε μέσα στον πανικό του, αφού συνειδητοποίησε ότι ήταν νεκρή.

Ξεκινώντας την απολογία του ο γιατρός είπε: «Θέλω να ζητήσω συγγνώμη από τους συγγενείς της θανούσας για τον πόνο που τους προκάλεσα, για την πράξη μου να τους αποκρύψω το γεγονός και για την αποτρόπαια πράξη μου να απομακρύνω το πτώμα της».

Ο γιατρός είπε πως είχε αναπτύξει φιλική σχέση με τη γυναίκα, ωστόσο η επικοινωνία τους περιοριζόταν σε θέματα που αφορούσαν τη θεραπεία της. Σύμφωνα με τον ίδιο, χορήγησε στην ασθενή του αναισθητικές ουσίες επειδή η ίδια του είχε πει πως δεν αντέχει καθόλου το παραμικρό τσίμπημα από βελόνα. Ακόμη, ανέφερε πως ήταν σίγουρος ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα καθώς είχε χορηγήσει τα φάρμακα αυτά κι άλλες φορές στο παρελθόν.

Υποστήριξε πως δεν είχε μαζί του αντίδοτο για αυτά τα φάρμακα, δηλαδή την προποφόλη και τη φεντανίλη και ότι δεν κάλεσε κανέναν για βοήθεια όταν συνειδητοποίησε ότι η ασθενής του είχε υποστεί ανακοπή, διότι δεν ήθελε να χάσει κρίσιμο χρόνο, κατά την καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση που άσκησε στη γυναίκα. Μετά από 15 λεπτά ΚΑΡΠΑ πίστεψε πως δεν μπορούσε πια να σωθεί η ζωή της γυναίκας με κανέναν τρόπο.

«Τότε πανικοβλήθηκα ακόμη περισσότερο. Βγήκα στον διάδρομο και πήρα ένα καρότσι για να τη μεταφέρω κάπου που να έχω βοήθεια. Την τοποθέτησα στο καρότσι και διαπίστωσα ότι ήταν νεκρή. Δεν είχε σφίξεις στην καρωτίδα. Κατέρρευσα, σωριάστηκα, δεν είχα δυνάμεις. Μετά από 10 λεπτά συνήλθα, αλλά δεν μπορούσα να αποδεχτώ ό,τι έχει γίνει ούτε να το πω σε κάποιον. Έκανα αψυχολόγητες ενέργειες χωρίς υστεροβουλία. Την έβαλα στο αυτοκίνητο και άρχισα να οδηγώ προς άγνωστη κατεύθυνση. Πήρα τον δρόμο προς τη Φούρκα Χαλκιδικής κι έφτασα σε ένα μέρος που δεν είχα ξαναπάει. Την άφησα κι έφυγα. Ήμουν χαμένος τελείως. Τις επόμενες ημέρες ήμουν σε καθεστώς άρνησης. Δεν είχα θάρρος να πω σε κανέναν τι έγινε. Τα όσα έγιναν με ξεπερνούσαν...».