Skip to main content

Ποιο πρέπει να είναι το τέλος της αρχής για την ελληνική κοινωνία

Άρθρο στη Voria.gr του Δημήτρη Βαρτζόπουλου, πρώην γενικού γραμματέα Συντονισμού της κυβέρνησης Σαμαρά και πρώην προέδρου της ΝΔ Θεσσαλονίκης.

του Δημήτρη Βαρτζόπουλου*

«Είναι γεγονός ότι πολλά νοικοκυριά έχουν πέσει στον γκρεμό και ακόμα περισσότερα είναι στο χείλος του. Είναι γεγονός ότι πολλές επιχειρήσεις με δυσκολία πλέον μπορούν να κρατήσουν το κεφάλι έξω από το νερό. Είναι γεγονός ότι ακόμα και εργαζόμενοι έχουν εισόδημα που δεν τους επιτρέπει να επιβιώσουν έστω και στοιχειωδώς. Είναι τέλος γεγονός ότι ακόμα και μεσαία στρώματα, που ακόμα αντέχουν, πιέζονται αφόρητα από την υπερφορολόγηση».

Αυτά έγραφε προ ημερών στο site του ο έμπειρος δημοσιογράφος Σταυρος Λυγερός. Ίσως μία από τις ευστοχότερες περιγραφές της κατάστασης της ελληνικής κοινωνίας. Βεβαίως υπάρχουν και αυτοί που μπορούν ακόμη να γεμίζουν τα χειμερινά θέρετρα. Είναι όμως πολύ λιγότεροι από πριν, πολύ πιο συγκρατημένοι και η μοναδική ελπίδα μας, να αποτελέσουν ως αγοραστικό κοινό τη βάση της νέας εκκίνησης.

Η εκκίνηση αυτή, που θα σηματοδοτηθεί από την έξοδο της Αριστεράς από την εξουσία, είναι πλέον η μοναδική ευκαιρία να αποτελέσει την αρχή του τέλους της παλιάς Ελλάδας, της Ελλάδας της χρεοκοπίας. Το ερώτημα ασφαλώς που αυτομάτως τίθεται, είναι προς ποία κατεύθυνση θα κινηθεί αυτή η πορεία, ποιος είναι ο στόχος της, ποιο είναι το επιδιωκόμενο τέλος αυτής της νέας αρχής.

Η απάντηση μπορεί, να είναι μόνο μία: ο πλήρης και ολοκληρωτικός εξευρωπαϊσμός.

Αφ´ ενός, το τι σημαίνει αυτό είναι ευκόλως αναγνωρίσιμο: αρκεί να δεί κανείς τι γίνεται στις πολύ κοντινές αυτές χώρες, εκεί όπου ζούν και εργάζονται και σπουδάζουν χιλιάδες Έλληνες, με τις οποίες συναλλασσόμαστε καθημερινά σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό.

Αφ´ ετέρου όμως, το ζήτημα που αναδύεται είναι αμείλικτο: είμαστε σε θέση, να αντιληφθούμε, τι βλέπουμε;

Στον οικονομικό τομέα, επειδή μάθαμε από τα πάθη μας, έχουμε πράγματι εικόνα, τι μας λείπει. Η εκτόξευση των χρεών της μεσαίας τάξης προς Εφορίες και Ταμεία έχει καταστήσει τις έννοιες της φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητος όχι απλώς κενές περιεχομένου αλλά και επικίνδυνες για την επιχειρηματικότητα. Η μακροπρόθεσμος ρύθμιση των οφειλών και η εξάλειψη των γελοίων προστίμων που επιχειρείται σήμερα με τρόπο εντελώς δυσλειτουργικό από την Αριστερά, θα πρέπει, να είναι όσο το δυνατόν πιό γενναία και συνολική. Η υιοθέτηση των προγραμμάτων δευτέρας ευκαιρίας για ατυχήσαντες μικρομεσαίους της γερμανικής Κοινωνικής Υπηρεσίας είναι από πολλού επιτακτική.

Είναι αναμφισβήτητη η συμβολική, τροχιοδεικτική και πολλαπλασιαστική επίδραση των μεγάλων επενδύσεων. Είναι όμως εξ ίσου γνωστόν ότι η πραγματική διαρκής ανάπτυξη έρχεται μόνον οταν έχει την δυνατότητα και επενδύει συνεχώς η εντόπια μικρομεσαία εποχειρηματικότητα.

Τούτο είναι δυνατόν μόνον όταν το χρηματοδοτικό της κόστος, η φορολογική της αντιμετώπιση και τα αδειοδοτικά, ελεγκτικά και εν γένει διοικητικά βάρη της ανταγωνίζονται αυτά των ανταγωνιστών.

Τούτο σημαίνει κατ´ αρχάς ξήλωμα όλης της αδειοδοτικής νομοθεσίας, η οποία πρέπει να στηθεί με το σημερινό της κεφάλι προς τα κάτω. Εν ολίγοις: για επενδύσεις τουλάχιστον μέχρις εγκριτικού επιπέδου Περιφερείας η αδειοδότηση να δίδεται από τα Επιμελητήρια και οι Αρχές  να περιορίζονται σε τυχαιοποιημένους δειγματοληπτικούς ελέγχους. Η ριζική απλοποίηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και η ουσιαστική αποδυνάμωση των Δασαρχείων εκκρεμούν από δεκαετίες.

Κυρίως όμως σημαίνει κάτι μέχρις στιγμής αδιανόητο: το άνοιγμα της τραπεζιτικής αγοράς και την εγκατάσταση στην χώρα και ξένων τραπεζιτικών ιδρυμάτων. Η προστασία του εγχωρίου τραπεζιτικού συστήματος είναι πλέον επαρκής. Η απαγόρευση πρόσβασης της επιχειρηματικότητας που δεν εχει την δυνατότητα ομολογιακών δανείων σε φτηνότερο χρήμα είναι καταδικαστική.

Τούτο ισχύει ιδιαίτατα για την αγροτική πίστη σε ατομικό, ιδίως όμως σε συνεταιριστικό επίπεδο. Επειγόντως χρειαζόμαστε νέες "Αγροτικές", έστω και με ονόματα περίεργα και ξενικά.

Και αν αυτά τα καταλαβαίνουμε μέσες- άκρες, για ζητήματα Παιδείας, Υγείας και Προνοίας οι γνώσεις μας για το ευρωπαϊκό κεκτημένο είναι ανεκδοτολογικές. Πόσοι άραγε συνειδητοποιούν, ότι στην Κεντρική Ευρώπη μετά την υποχρεωτική εκπαίδευση οι μισοί περίπου μαθητές κατευθύνονται προς την τεχνική εκπαίδευση; Ότι τούτο δίνει στα πανεπιστήμια την δυνατότητα, να παίρνουν σε πολλά πεδία όλους τους ενδιαφερομένους; Ότι τούτο δίνει στα σχολεία τη δυνατότητα να προσφέρουν γνώσεις που καθιστούν την έννοια των φροντιστηρίων άγνωστη.

Πόσοι γνωρίζουν ότι τα δημόσια γερμανικά νοσοκομεία τα διαχειρίζονται ιδιώτες; Ότι το συμβεβλημένο ιδιωτικό ιατρείο καλύπτει όλες τις ανάγκες του πολίτη χωρίς επιβάρυνση; Ποιοι αντιλαμβάνονται ότι εδώ όλες οι υγειονομικές μονάδες που δεν προσφέρουν εργαστηριακή διαγνωστική ή δεν εξυπηρετούν επαρκώς επείγοντα περιστατικά, είναι παντελώς άχρηστες; Πόσοι συνειδητοποιούν ότι η αδυναμία του ασφαλιστικού μας συστήματος να καλύψει την δαπάνη των γηροκομείων, είναι εμπαιγμός;

Εκεί όμως που τα ευρωπαϊκά δεδομένα καθίστανται "αλαμπουρνέζικα" για μας είναι στην λειτουργία εκλογικών συστημάτων με βάση τη μονοεδρική περιφέρεια και ιδίως στη λειτουργία των κομμάτων με νόμους, που επιβάλλουν την αστική λαϊκή παράδοση στην παραγωγή του πολιτικού προσωπικού και της πολιτικής.

Ας μην γινόμαστε όμως και υπερφίαλοι! Ας βελτιωθούν οι συνθήκες της ζωής μας και τα άλλα θα έρθουν κάποια στιγμή. Και στην ίδια την Ευρώπη η αστική επανάσταση δεν ήταν πάντοτε μία απλή υπόθεση!

*Ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος είναι πρώην γενικός γραμματέας Συντονισμού της κυβέρνησης Σαμαρά και πρώην πρόεδρος της ΝΔ Θεσσαλονίκης