Skip to main content

Πίσω από τα επιφαινόμενα της ρωσοτουρκικής προσέγγισης

Οι αναλυτές αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά τη νέα κατάσταση που τείνει να δημιουργηθεί, με μόνη την τουρκική Προεδρία να δίνει τόνο πανηγυρισμού.

Η Γερμανία δήλωσε πρώτη την ευαρέσκειά της για την επανασύσφιγξη των σχέσεων Ρωσίας - Τουρκίας, και εχθές η εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ, ερωτηθείσα πως βλέπουν οι ΗΠΑ το γεγονός, απάντησε μονολεκτικά: «Θετικά».

Προφανώς και οι αναλυτές αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά τη νέα κατάσταση που τείνει να δημιουργηθεί, με μόνη την τουρκική Προεδρία να δίνει τόνο πανηγυρισμού. Η επιφυλακτικότητα οφείλεται στο γεγονός πως δεν έγινε καμιά ουσιαστική συζήτηση επί των σοβαρών θεμάτων, και η συνάντηση είχε περισσότερο την έννοια επίδειξης καλών προθέσεων. Αλλά, όπως λέγεται, «ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις».

Σε άρθρο του ο Μιχαήλ Στυλιανού, έχει ευρηματικό τίτλο "Βρεγμένο Βεγγαλικό η Επίσκεψη Ερντογάν στην Αγ. Πετρούπολη" και υπότιτλο "Πολλά σιρόπια, απουσία ψητού". Και γράφει ότι «Tελικά η επίσκεψη Ερντογάν στην Πετρούπολη και η πολύκροτη συνάντηση με τον Πρόεδρο Πούτιν αποδεικνύεται βρεγμένο τουρκικό πυροτέχνημα, διαψεύδοντας προβλέψεις και ανησυχίες περί τεκτονικών γεωπολιτικών μετατοπίσεων.

» Σ’ αυτή τη διάγνωση οδηγούν οι στερημένοι ουσίας πλατειασμοί των ανακοινωθέντων, η μελλοντολογία και τα ευχολόγια των δηλώσεων στην κοινή συνέντευξη Τύπου, η διάσταση ύφους και τόνου στις δηλώσεις των δύο ηγετών (όπου ο "αγαπητός φίλος Βλαδίμηρος" έμενε παγερός στην ακατάσχετη διαχυτικότητα του επισκέπτη)».

Την ίδια εντύπωση σχημάτισε και ο άριστα δικτυωμένος στη Μόσχα, Αμερικανός ιχνηλάτης blogger, John Helmer, του οποίου η μακροσκελέστατη ανταπόκριση μπορεί να συνοψισθεί στις ακόλουθες γενικές διαπιστώσεις: Καμιά από τις μείζονες στρατηγικής σημασίας διαφορές των δύο χωρών δεν προκύπτει -από δηλώσεις και κείμενα- ότι αντιμετωπίστηκε στις συνομιλίες  Πούτιν-Ερντογάν, που διήρκεσαν τρεις ώρες.

Βασικές προϋποθέσεις για την ρωσική πλευρά, προκειμένου να οικοδομηθούν γνήσιες φιλικές σχέσεις είναι η επίτευξη συμφωνίας με την Τουρκία στο ζήτημα της Συρίας (που περιλαμβάνει και την αποφυγή εχθρικών πράξεων κατά των Κούρδων της Συρίας), στον ρωσικό Καύκασο, στα κράτη της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, περιλαμβανομένης της Αρμενίας και του Τατζικιστάν.

Θα αναλάβει η Τουρκία την εκδίωξη των Τσετσένων τρομοκρατών που βρίσκουν φιλοξενία και προστασία στην επικράτειά της; Θα κλείσει τα σύνορα με την Συρία, ώστε αφενός να παύσουν οι στρατιωτικές και οικονομικές σχέσεις με τους τζιχαντιστές, αλλά και να μη εισέρχονται άλλοι πρόσφυγες και λαθρομετανάστες; Θα σταματήσει την βοήθεια στους Αζέρους κατά της Αρμενίας και στους ισλαμιστές πολέμιους των καθεστώτων του Τατζικιστάν, του Ουζμπεκιστάν και των Τατάρων της Κριμαίας;

Η Τουρκία δεν φαίνεται διατεθειμένη να υποχωρήσει σ’ αυτά, όπως φάνηκε και από τη συνέντευξη του Ερντογάν στο πρακτορείο Τας. Αντιθέτως απαιτεί από την Ρωσία την παύση της ενίσχυσης των Κούρδων, την πλήρη απόσυρση του εμπάργκο αγροτικών προϊόντων και φυσικά την επαναφορά Ρώσων τουριστών στην Τουρκία.
Τίποτε από όλα αυτά δεν διεφάνη ότι συμφωνήθηκε. Εκεί που θα μπορούσε να πει κάποιος ότι υπήρξε κοινό σημείο, είναι η αναβίωση του έργου Turkish Stream, και η έναρξη των εργασιών για τον ρωσικό πυρηνικό αντιδραστήρα στο Ακούγιου.

Στην προαναφερθείσα συνέντευξη του Ερντογάν, ο ίδιος διέψευσε την φήμη ότι ρωσικές υπηρεσίες τον προειδοποίησαν για την εκδήλωση πραξικοπήματος. «Πρώτη φορά ακούω τέτοιο πράγμα, είπε. Κανείς δεν με προειδοποίησε, ούτε μυστική υπηρεσία, ούτε κανείς. Είναι ανυπόστατη φήμη».

Ο Μιχαήλ Στυλιανού, ως τελικό συμπέρασμα των εκτιμήσεων Ρώσων διπλωματών, δημοσιολόγων και του John Helmer, αναφέρει ότι «Ο Πούτιν, όπως προέκυψε από την "γλώσσα του σώματος" και την παγερή έκφραση, αντιμετώπισε τον Ερντογάν με την ίδια επιδεικτική δυσπιστία που είχε επιφυλάξει στον Ελλαδίτη επισκέπτη του, Τσίπρα».