Skip to main content

Πώς προβλέπεται να εξελιχθούν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις

Πολιτικοί, οι οποίοι έχουν σκοπό την υπηρέτηση της Ελλάδας πολλά μπορούν να επιτύχουν, είτε δια της διπλωματικής οδού είτε και δια της στρατιωτικής.

Η Τουρκία, ευρισκόμενη σε εξαιρετικά δυσχερή θέση σε όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά θέματα, βρίσκει διέξοδο μόνον στις σχέσεις της ως προς την Ελλάδα, εκμεταλλευόμενη την ανεπάρκεια των ασχολουμένων με τη ελληνική εξωτερική πολιτική, αλλά και την συνήθη τακτική των πολιτικών μας να αποφεύγουν εμπλοκή σε οποιοδήποτε κρίσιμο θέμα που θα μπορούσε να έχει πολιτικό/προσωπικό κόστος.

Θεωρώ όμως, όχι μόνον έωλο, αλλά και υπερβολικώς υποκριτικό το επιχείρημα ότι η φτωχή Ελλάδα υποχρεώνεται σε συνεχείς ήττες από την Τουρκία, επειδή τάχα η οικονομική στενότητα που αντιμετωπίζουμε δεν επιτρέπει εξοπλισμούς ικανούς να αντιπαρατεθούν στην στρατιωτική υπεροπλία των Τούρκων. Θεωρώ ότι πρόκειται για πρόσχημα προκειμένου να καλυφθεί η ανικανότητα όσων κυβέρνησαν επί δεκαετίες αυτόν τον τόπο, υφιστάμενοι ντροπιαστικές ήττες, τις οποίες όμως δικαιολογούν με εντελώς σαθρά επιχειρήματα (ως και ο κ. Πάγκαλος παριστάνει τον τιμητή, λησμονώντας -επειδή του το επιτρέψαμε- τόσο τα Ίμια, όσο και τον Οτσαλάν).

Δεν θα αναφέρω, ότι το τουρκικό στράτευμα δεν εκτιμάται διεθνώς, άλλωστε φαίνεται αυτό από την αδυναμία να αντιμετωπίσει τους Κούρδους. Ούτε θα πάω πολύ πίσω, όταν έναντι του πάνοπλου οθωμανικού στρατεύματος «δεν είχαμε ούτε καβαλαρία», όπως έγραψε ο Κολοκοτρώνης.

Θα μεταφερθώ απλώς στο 1935, όπου η Ελλάδα βρισκόταν πάλι σε οικονομική ύφεση, με πτώχευση το 1932 και αδυναμία αποπλήρωσης των δανείων. Μάλιστα δε, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το αποκαλούμενο «Κίνημα των αποτάκτων» η τότε ελληνική κυβέρνηση… δανείστηκε οπλισμό από την Γιουγκοσλαβία!

Και όμως, αυτή η Ελλάδα, μετά από πέντε χρόνια αντιμετώπισε Ιταλούς, Γερμανούς και Βουλγάρους με σύγχρονο οπλισμό και αφού κατασκεύασε μια Γραμμή Οχυρών που δεν μπόρεσαν να εκπορθήσουν οι Γερμανοί, παρά μόνον με την συνθηκολόγηση, και η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται σε αρίστη κατάσταση (ο Τσιάνο, έγραψε στο Ημερολόγιό του, ότι «οι Έλληνες μας αντιμετώπισαν με καινουργές πυροβολικό και με άριστους αξιωματικούς»).

Πολιτικοί, οι οποίοι έχουν σκοπό την υπηρέτηση της Ελλάδας και όχι των εαυτών τους ή των κομμάτων τους, πολλά μπορούν να επιτύχουν, είτε δια της διπλωματικής είτε -αν χρειαστεί- και δια της στρατιωτικής οδού. Πολιτικοί όμως, που διαχειρίζονται απλώς την εξουσία, θα βρίσκουν πάντα προφάσεις για να κρύψουν την γύμνια τους. Ένας Τάσσος Παπαδόπουλος, είπε πως παρέλαβε κράτος και δεν προτίθεται να παραδώσει κοινότητα. Και το έκανε. Επειδή αγαπούσε την πατρίδα. Οι δικοί μας, παρέλαβαν κράτος και παραδίδουν μπανανία (και πού είσαι ακόμη).

Για να καταλάβετε, τι είδους προβλέψεις και προτάσεις κάνουν τα στελέχη των ελληνικών δεξαμενών σκέψης, μεταφέρω μόνον ένα απόσπασμα άρθρου που αναλύθηκε προ ετών από την εφημερίδα Today’s Zaman. Πρόκειται για άρθρο γνώμης της κ,. Ηλιάνας Μαγρά, με τίτλο «Greek – Turkish ties in “New Turkey” depend on President Erdogan’s next move».

Η κ. Η.Μαγρά, γράφει «Οι δύο χώρες μοιράζονται την ίδια αντίληψη στην αναζήτηση σταθερότητας ενώ η απροθυμία δημιουργίας εντάσεων φαίνεται να αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα διατήρησης ενός θετικού περιβάλλοντος διαλόγου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, χωρίς πίεση από καμία πλευρά για το ζήτημα της Κύπρου και του Αιγαίου.

» Αν και το πολιτικό τοπίο φαίνεται να αλλάζει μετά τις εκλογές και στις δύο χώρες, φαίνεται ότι οι διπλωματικές εντάσεις μεταξύ τους από δω και στο εξής θα αποφευχθούν».

Χρειάζεται να συγκρίνω τι προβλέφθηκε και τι συμβαίνει;

Όμως, μια από τις ορθές προτάσεις του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων, που έγινε πριν από 11 χρόνια, δεν την έλαβαν καθόλου υπόψη όλες οι μετέπειτα κυβερνήσεις. Το Ινστιτούτο χαρακτηρίζει -με υπηρεσιακό υπόμνημα- ως επιτακτική ανάγκη την πολιτιστική, και θρησκευτική ενδυνάμωση του ελληνικού στοιχείου στην Αλβανία. «Σε αντίθετη περίπτωση η Ελλάδα θα αποκτήσει στα βόρεια σύνορά της και δεύτερη περιοχή που θα έχει άμεση επιρροή από την Άγκυρα».

Στο υπόμνημα αποσαφηνίζεται ότι ως πρώτη περιοχή θεωρείται η τουρκική μειονότητα της Βουλγαρίας, η οποία «αποτελείται από συμπαγή τμήματα πληθυσμού σε συγκεκριμένες περιοχές, κυρίως στα νότια της χώρας».

Ελπίζω να αντιλαμβάνονται οι φίλοι αναγνώστες, γιατί δίνει τόσο μεγάλη σημασία στα δρώμενα της Βορείου Ηπείρου.