Skip to main content

Πιλοτικό σύστημα του ΑΠΘ ειδοποιεί για σεισμό λίγο πριν γίνει (φωτο)

Τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης σεισμών κατά κάποιον τρόπο «αισθάνονται» τις δονήσεις που έρχονται πριν να εκδηλωθεί το φαινόμενο.

Ένα ολοκληρωμένο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης έναντι επερχόμενου σεισμού, ανέπτυξε πιλοτικά η Ερευνητική Μονάδα Εδαφοδυναμικής και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος REAKT (http://www.reaktproject.eu/).

Σημειώνεται ότι στο ίδιο πλαίσιο, μία ακόμη πιλοτική εφαρμογή έγκαιρης προειδοποίησης σεισμών αναπτύχθηκε και για την περιοχή της γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου από το Πανεπιστήμιο Πατρών.

Τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης σεισμών κατά κάποιον τρόπο «αισθάνονται» τις δονήσεις, που έρχονται.

Κατά την εκδήλωση ενός ισχυρού σεισμού διαδίδονται σεισμικά κύματα τριών κύριων τύπων: Τα ταχύτερα πρώτα κύματα «P» και τα πιο καταστρεπτικά, ήτοι τα «επιφανειακά» και τα «S» κύματα. Όργανα μονίμου δικτύου σε διάφορες θέσεις (π.χ. αεροδρόμια, νοσοκομεία) καταγράφουν τα «P» κύματα και απευθείας μεταδίδουν τα δεδομένα σε κέντρο ελέγχου, όπου αυτομάτως υπολογίζεται η αναμενόμενη ένταση του σεισμικού κραδασμού και δίνεται αντίστροφη μέτρηση μέχρι την άφιξη των εγκάρσιων καταστρεπτικών σεισμικών κυμάτων.

«Ένα ολοκληρωμένο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης έναντι επερχόμενου σεισμού συνοδεύεται, εκτός από την εκτίμηση του αναμενόμενου σεισμού (μέγεθος, απόσταση και χρόνος άφιξης σε μια θέση), με την άμεση και σε πραγματικό χρόνο εκτίμηση των αναμενόμενων ζημιών και απωλειών, κυρίως σε κρίσιμες υποδομές και σημαντικά κτίρια», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής, Κυριαζής Πιτιλάκης, Διευθυντής της Ερευνητικής Μονάδας Εδαφοδυναμικής και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ.

Όπως διευκρινίζει, το πρώτο στάδιο της προειδοποίησης αφορά μια εκτίμηση του πόσο ισχυρός θα είναι ο κραδασμός του εδάφους από έναν συγκεκριμένο σεισμό, σε συγκεκριμένη απόσταση από το γενεσιουργό ρήγμα του σεισμού, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την εξειδικευμένη εκτίμηση του επιπέδου βλαβών, που ενδέχεται να προκαλέσει ο κραδασμός σε ένα κτίριο ή μια υποδομή, αρκεί να έχει προηγηθεί κατάλληλη μελέτη του κτιρίου ή της υποδομής, για να είναι γνωστό πώς αποκρίνεται στον εκάστοτε εδαφικό κραδασμό.

Εύλογο ερώτημα είναι ποιες διαδικασίες -αυτοματοποιημένες και μη- μπορεί να προβλεφθούν, όταν το περιθώριο αντίδρασης που εξασφαλίζει ένα σύστημα έγκαιρης ειδοποίησης σεισμών είναι της τάξης μερικών δευτερολέπτων... Για παράδειγμα, τι γίνεται, αν πρέπει να εκκενωθεί ένα νοσοκομείο; «Με κατάλληλη οργάνωση και ο χρόνος των μερικών δευτερολέπτων είναι ζωτικής σημασίας και μπορεί να σώσει ζωές και περιουσίες», διαβεβαιώνει ο κ. Πιτιλάκης και εξηγεί: «Για τα ελληνικά δεδομένα, που ο χρόνος αντίδρασης στην πλειοψηφία των "συναγερμών" θα είναι σχετικά μικρός -ίσως μικρότερος των 10 δευτερολέπτων- θα πρέπει να ληφθούν ειδικά μέτρα ατομικής προστασίας και να οργανωθεί κατάλληλα το σύστημα αντίδρασης του πληθυσμού και των αρμοδίων φορέων. Πολλά μπορούν να γίνουν σε 7-10 δευτερόλεπτα (χρόνος αντίδρασης για σεισμό αντίστοιχο με αυτόν του 1978 για τη Θεσσαλονίκη). Για παράδειγμα, να δοθεί εντολή από τον πύργο εναέριας κυκλοφορίας του αεροδρομίου "Μακεδονία" να καθυστερήσει μια προσγείωση, να ακινητοποιηθούν βαριά μηχανήματα στις προβλήτες του ΟΛΘ, να διακοπεί η παροχή φυσικού αερίου ή άλλων επικίνδυνων υλικών, ή η κίνηση συρμών του μετρό όταν με το καλό αρχίσει να λειτουργεί, να διακοπεί προσωρινά μια λεπτή χειρουργική επέμβαση στο ΑΧΕΠΑ, ακόμη και οι μαθητές ενός σχολείου να πάρουν κάποια πολύ βασικά μέτρα αυτοπροστασίας π.χ. να μπουν κάτω από τα θρανία».

Ο καθηγητής διευκρινίζει, πάντως, ότι μέτρα όπως τα παραπάνω θα πρέπει να ληφθούν, όταν το επίπεδο συναγερμού και η τρωτότητα κάποιου κτιρίου είναι στο «κόκκινο». «Δε σημαίνει ότι για κάθε σεισμό θα πρέπει να γίνονται όλα αυτά. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη σημασία του συστήματος για το οποίο συζητάμε», τονίζει.