Skip to main content

Στη Β. Ελλάδα η «έδρα» της αγροτικής παραγωγής και της μεταποίησης

Η αγροτική οικονομία βρίσκει εύκρατο κλίμα στο Βορρά της χώρας, όπου επίσης δραστηριοποιούνται οι περισσότερες βιομηχανίες, βιοτεχνίες και οικοτεχνίες

Τα μηνύματα τα τελευταία χρόνια –δηλαδή μετά το 2008 και την έκρηξη της κρίσης- είναι πολλά, αλλά τις τελευταίες ημέρες έχουν γίνει ακόμη πιο έντονα. Η Ελλάδα οφείλει να δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας και τη μεταποίηση που συνδέεται με τα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα που παράγει η ελληνική γη.

Με αυτά τα δεδομένα όλοι οι… δρόμοι οδηγούν στη Βόρεια Ελλάδα και κυρίως στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία και στη Θράκη και κάπως λιγότερο στην Ήπειρο. Φυσικά παντού στην Ελλάδα –ακόμη και στο πιο μικρό, στο πιο απομακρυσμένο ή στο πιο αστικό μέρος της χώρας- υπάρχει αγροτική και μεταποιητική δραστηριότητα, αλλά όταν μιλάμε για την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας οφείλουμε να δίνουμε προτεραιότητα σε κλάδους και περιοχές που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Στην προκειμένη περίπτωση η αγροτική οικονομία βρίσκει εύκρατο κλίμα στο Βορρά της χώρας, όπου επίσης δραστηριοποιούνται οι περισσότερες βιομηχανίες, βιοτεχνίες και οικοτεχνίες που μεταποιούν την παραγωγή από χωράφια και κτηνοτροφικές μονάδες και εξάγουν τα τελικά προϊόντα στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο χρόνο.

Τις δύο τελευταίες ημέρες η 11η αγροτική έκθεση της Λάρισας και το συνέδριο του Economist για την αγροτική οικονομία στη Θεσσαλονίκη λειτούργησαν καταλυτικά για να καταλάβουν οι πάντες ότι η χωροταξική διάσταση των δύο εκδηλώσεων κάτι σημαίνει. Η Θεσσαλία είναι η «έδρα» της αγροτικής οικονομίας –πόσες φορές άραγε στο παρελθόν δεν υπήρξαν αιτήματα για τη μεταφορά του πάλαι ποτέ υπουργείου Γεωργίας στη Λάρισα για συμβολικούς και ουσιαστικούς λόγους;-, ενώ η Θεσσαλονίκη ως πρωτεύουσα της Μακεδονίας αποτελεί το «σπίτι» της αγροδιατροφής. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, την οποία διανθίζουν πολύ σημαντικές «λεπτομέρειες» -από την Αμερικανική Γεωργική Σχολή των 100 και παραπάνω χρόνων και τη Γεωπονική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, μέχρι την καθημερινή εικόνα στα χωράφια της Λάρισας και της Καρδίτσας. Διότι μπορεί να έχει παρέλθει η εποχή του κινηματογραφικού γαιοκτήμονα Χαρμόβα, ο οποίος υποχρέωνε τους εργάτες του να δουλεύουν τη γη από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών, αλλά η κυκλοφορία των τρακτέρ στους αγροτικούς δρόμους των κάμπων της Λάρισας, των Σερρών και του Κιλκίς είναι συχνά πυκνότερη από την κίνηση αυτοκινήτων σε κεντρικές αρτηρίες των πόλεων.

Αν υπήρχε ένας κανονικός σχεδιασμός –όχι κατευθυνόμενη οικονομία, αλλά εντοπισμός και επισήμανση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της κάθε περιοχής της χώρας- στην αγροτική παραγωγή και τη μεταποίηση του Βορρά θα αντιστοιχούσε πολύ μεγαλύτερο κομμάτι τόσο από το ΑΕΠ της περιοχής, όσο και από τις επενδύσεις. Αλλά στην Ελλάδα, που τα καλά χρόνια επέμενε να ποντάρει σχεδόν αποκλειστικά στον κλάδο των υπηρεσιών, καθώς οι πάντες ονειρεύονταν μια δουλειά γραφείου και ωραρίου χωρίς ευθύνες, ενώ σήμερα προτιμάει να αράζει στα καφενεία και να ξεκοκαλίζει τη σύνταξη της γιαγιάς παρά να μαζέψει ροδάκινα, τι να περιμένει κανείς; Πολύ λίγα, ελάχιστα, σχεδόν τίποτα. Κάτι φανφάρες μόνο για τη «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των Βαλκανίων».

Σε ένα περιβάλλον απόλυτου ορθολογισμού –ακόμη και πέραν των ορίων μερικές φορές-, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα επέλεξε να πουλήσει τρέλα. Κάπως έτσι φθάσαμε στα σημερινά αποτελέσματα. Χθες από τη Θεσσαλονίκη ο Ιρλανδός Επίτροπος Γεωργίας Φιλ Χόγκαν δώρισε στον Έλληνα υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλη Αποστόλου άλλη μια διετή αναβολή για την πληρωμή προστίμων συνολικού ύψους 500 εκατ. ευρώ για διαχειριστικές παρασπονδίες με τα κονδύλια της ΚΑΠ, που έπρεπε να πληρωθούν από το 2012. Μα, αν υπήρχε μία χώρα που δεν έπρεπε να κάνει κανένα λάθος στο συγκεκριμένο πεδίο του πρωτογενούς τομέα είναι η Ελλάδα. Η μάλλον μια άλλη Ελλάδα, σοβαρή, μετρημένη και προγραμματισμένη, κάτι που δεν υπάρχει.

Γνωρίζοντας άριστα που ακριβώς βρίσκεται ο κ. Χόγκαν είπε και κάτι άλλο. Κάλεσε τους αγρότες και τους επιχειρηματίες της αγροδιατροφής να επενδύσουν στην ποιότητα και την ασφάλεια των τροφίμων. Μια σαφής προτροπή που δεν πήρε απάντηση. Διότι το μόνο που άκουσε ο Επίτροπος Γεωργίας είναι γκρίνια για τη φέτα, που δεν προστατεύεται επαρκώς από την Ε.Ε. ως ελληνικό προϊόν. Λες και η παραγωγή φέτας στην Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη, που καλύπτει την εγχώρια ζήτηση και επιπροσθέτως «πλημυρίζει» τις αγορές στον πλανήτη Γη!