Skip to main content

Στουρνάρας: Η Ελλάδα έκανε όσα ζητήθηκαν, ο λόγος τώρα στους δανειστές

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος απορρίπτει τα σενάρια περί τέταρτου μνημονίου, ενώ χαρακτηρίζει «υπερβολική» την τρέχουσα φορολογία.

Ελλάδα και πιστωτές πλησιάζουν όλο και περισσότερο στην οριστικοποίηση μιας πολιτικής συμφωνίας σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις, ανέφερε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξή του στο «Politico».

«Η Ελλάδα έκανε όλα όσα ζήτησαν οι εταίροι της» πρόσθεσε, τονίζοντας πως πλέον «τον λόγο έχουν οι δανειστές».

Ο κ. Στουρνάρας απορρίπτει τα σενάρια περί τέταρτου μνημονίου, ενώ χαρακτηρίζει «υπερβολική» την τρέχουσα φορολογία.

Πρόσθεσε ότι «έχουμε ακόμη πολύ δρόμο», καθώς «αυτό που έχει επιτευχθεί είναι μόνο η αρχή ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο θα βασίζεται σε υγιή θεμελιώδη μεγέθη και σε υψηλότερη ανταγωνιστικότητα».

Ερωτηθείς για τους ενδεχόμενους κινδύνους, υποστηρίζει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση προέρχεται από τις διαφωνίες μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων, οι οποίες δύνανται να οδηγήσουν στην έξοδο του Ταμείου από το πρόγραμμα.

Όσον αφορά την κυβέρνηση, απευθύνει έκκληση για «μεγαλύτερη οικειοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων και των μεταρρυθμίσεων», εκφράζοντας ωστόσο, την πεποίθηση ότι η χώρα θα καταφέρει να επιστρέψει σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης.

Παράλληλα, καλεί τους δανειστές να χαμηλώσουν τους στόχους.

«Για να είναι ομαλή η πορεία της χώρας, οι πιστωτές οφείλουν να αποσαφηνίσουν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και να χαλαρώσουν τους δημοσιονομικούς στόχους για την περίοδο μετά το 2020».

Ειδική μνεία κάνει στην ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, επισημαίνοντας ότι «μόλις η Βουλή ψηφίσει τα μέτρα και το Eurogroup καθορίσει πιο συγκεκριμένα και δεσμευτικά μέτρα για τη βιωσιμότητα του χρέους, τότε η εκτελεστική επιτροπή θα φέρει το θέμα προς συζήτηση στο διοικητικό συμβούλιο».

Κατά τον ίδιο, μία τέτοια εξέλιξη «θα αποτελούσε σφραγίδα εμπιστοσύνης» και «θα διευκόλυνε την έξοδο της χώρας στις χρηματοπιστωτικές αγορές το 2018».

Στο πλαίσιο αυτό, εκτιμά ότι «δεν υπάρχει κίνδυνος ενός ακόμη προγράμματος διάσωσης» και επαναλαμβάνει την ανάγκη επιστροφής της χώρας στις αγορές μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος.

Τέλος, καθιστά αναγκαία τη μείωση της φορολογίας, αξιοποιώντας στο έπακρον τον δημοσιονομικό χώρο που εκτιμάται ότι θα προκύψει, καθώς όπως αναφέρει, «οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές εμποδίζουν την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα».