Skip to main content

Τα ανοικτά θέματα στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας

Τα πολλά ανοικτά μέτωπα στην εξωτερική πολιτική φαίνεται πως «θα λυθούν» όταν τα πράγματα οδηγηθούν σε σημείο να αποδεχθούμε τα τετελεσμένα.

Όταν μιλάμε για «ανοικτά θέματα» εννοούμε αιωνίως ανοικτά για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Αποτελεί ταμπού φαίνεται, να επιδιώξουμε την επίλυση έστω και ενός θέματος από αυτά που μάς ταλανίζουν. Ίσως είχε δίκαιο ένας παλαιός πολιτικός που μού είχε πει ότι στην Ελλάδα, δεν λύνουμε τα προβλήματα, αυτά λύνονται μόνα τους.

Το έχω γράψει πολλές φορές, αλλά το επαναλαμβάνω. Όσο δύσκολα και να είναι τα προβλήματα της οικονομίας, κάποτε θα επιλυθούν. Η ιστορία των εθνών δεν μετριέται με ένα και δύο χρόνια, ούτε με δεκαετίες. Αν όμως υπάρξει βλάβη σε ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, αυτή δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα επωλουθεί. Και θα έχει δυσμενέστατες συνέπειες για την Ελλάδα.

Δυστυχώς, μέχρι στιγμής ο αρμόδιος ΥΠΕΞ, εκτός από τουριστικά ταξίδια, έκανε «άνω-κάτω» το υπουργείο προκειμένου να απομακρύνει τους μη επιθυμητούς στο κόμμα και να τους αντικαταστήσει με κομματικά στελέχη, παρά τις επανειλημμένες διακηρύξεις περί εφαρμογής αξιοκρατίας. Το έχουμε ακούσει αυτό από πολλούς και πολλές φορές, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Το ελληνικό ΥΠΕΞ έχει να διαχειριστεί, εκτός από τον συμβουλευτικό ρόλο που επέλεξε στο Κυπριακό, την ονομασία των Σκοπίων, την αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου, την επίλυση των θαλάσσιων συνόρων με την Αλβανία, την  ενεργειακή διασύνδεση με την Βουλγαρία, τον καθορισμό της ΑΟΖ με την Λιβύη και Αίγυπτο, καθώς και το καταστάλαγμα στο τι ακριβώς σχέσεις θέλουμε με Ισραήλ και Παλαιστίνη. Για τις ελληνορωσικές σχέσεις δεν κάνω λόγο, επειδή είναι καταφανές πως προσαρμόστηκε πλήρως η εξωτερική πολιτική μας στην ατλαντική πλευρά.

Ως προς τα Σκόπια, φαίνεται ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνεται από την μέχρι τούδε ακολουθουμένη πολιτική, θέτει στο περιθώριο τον ειδικό μεσολαβητή του ΟΗΕ, κ. Μάθιου Νίμιτς, και με την προτροπή των ΗΠΑ οδηγείται σε διακρατικές συνομιλίες, ως μη όφειλε. Πρόδρομος επ’ αυτού είναι η προώθηση Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, με πρωτοβουλία της ελληνικής πλευράς, τα οποία μόλις υπεγράφησαν ακυρώθηκαν από τους Σκοπιανούς, αφού η τοποθέτηση του Σλάβου πρωθυπουργού στον ΟΗΕ, ήταν το λιγότερο προκλητική. Περί ποίας Εμπιστοσύνης ομιλεί ο κ. Ν. Κοτζιάς;

Με την Βουλγαρία μένει ανοικτό ακόμη το θέμα της διαχείρισης υδάτων, με τους Βουλγάρους να ανοιγοκλείνουν τα φράγματα κατά το δοκούν, και τα νερά τριών ποταμών (Στρυμώνος. Νέστου και κυρίως Έβρου) να κατακλύζουν ελληνικές αγροτικές περιοχές. Αλλά και τα λύματα στους δύο πρώτους ποταμούς που μάς αποστέλλει η Βουλγαρία, δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα ρύπανσης.

Ως προς την κατασκευή του αγωγού IGB (διασυνδετήριου Ελλάδας - Βουλγαρίας), αυτός μάλλον θα κατασκευαστεί, αφού αποτελεί επιθυμία των ΗΠΑ. Θα είναι έργο που θα ωφελήσει κυρίως τους Βουλγάρους και Ρουμάνους, αλλά ίσως αποφέρει και ελληνικό όφελος από την διαμετακόμιση υγροποιημένου αερίου.

Για το Κοσσυφοπέδιο έχω γράψει αρκετά. Ομολογώ ότι με τρομάζει το ενδεχόμενο αναγνώρισής του, αλλά δυστυχώς φαίνεται ότι και αυτό το αποδεχθήκαμε, μετά από συστάσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών.

Οι σχέσεις με την Αλβανία θα εξακολουθήσουν να είναι δύσκολες, με την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους Αλβανούς (και προς όλους γείτονες άλλωστε), οι οποίοι με αμερικανικές πλάτες συνεχίζουν τις ανθελληνικές προκλήσεις. Είναι βέβαιο ότι αυτές θα ενταθούν και η κατάσταση των Βορειοηπειρωτών θα χειροτερεύσει όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου και εγκαταλείψει την Αρχιεπισκοπή ο γηραιός κ. Αναστάσιος.

Για την Παλαιστίνη και το Ισραήλ θα απαιτηθεί ιδιαίτερο άρθρο, όπως και για τις ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις, να σημειώσω μόνο πως πέραν των λόγων από ελληνικής πλευράς, δεν παρατηρήθηκε μέχρι στιγμής το παραμικρό έργο. Πλην της ενεργειακής συνεργασίας Αιγύπτου - Κύπρου - Ελλάδας, είχε γίνει λόγος και για ανάληψη κατασκευαστικών έργων στην Αίγυπτο από ελληνικές εταιρίες. Δεν υπήρξε πρόοδος επ’ αυτού.

Εν συνόψει, τα πολλά ανοικτά μέτωπα στην εξωτερική πολιτική φαίνεται πως «θα λυθούν μόνα» τους, όταν τα πράγματα οδηγηθούν σε σημείο να αποδεχθούμε, θέλοντας και μη, τα τετελεσμένα που θα προκαλέσουν άλλοι, ενώ εμείς θα τα παρακολουθούμε.