Το περασμένο Σάββατο ήταν η πιο εμπορική από τις τέσσερις ημέρες της φετινής Agrotica. Παρά τις δυσκολίες πρόσβασης στη Θεσσαλονίκη, λόγω των αγροτικών μπλόκων, οι ενδιαφερόμενοι από την Ελλάδα και τις γειτονικές χώρες έφτασαν κατά χιλιάδες και κατέλαβαν το εκθεσιακό κέντρο. Σύμφωνα με τη ΔΕΘ - Helexpo στις τέσσερις ημέρες της μεγάλης αγροτικής έκθεσης οι επισκέπτες ήταν πάνω από 120.000, ενώ οι εκθέτες ξεπέρασαν τους 1.500.
Στα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης περιοχής δεν υπήρχε ούτε ράντσο, ενώ στους δρόμους, τα καφέ, τα εστιατόρια και τα μπαρ δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Όπως και στην αγορά, καθώς μέχρι τις οκτώ το βράδυ του Σαββάτου που έκλεισαν τα μαγαζιά με βάση το επίσημο ωράριο, όσα ήταν ανοιχτά, είχαν πολύ κόσμο. Κυρίως πολυκαταστήματα, αλυσίδες και εμπορικά κέντρα, γιατί τα περισσότερα από τα μικρότερα εμπορικά καταστήματα είχαν κλείσει πολύ νωρίτερα.
Αν, μάλιστα, κρίνει κανείς από τις σακούλες αντιλαμβάνεται ότι οι πελάτες ψώνιζαν. Την κατάσταση σχολίαζαν σκωπτικά κάποιοι έμποροι που ήθελαν να υπάρχει το Σάββατο «λευκή νύχτα», δηλαδή τα εμπορικά καταστήματα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης να παραμείνουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα. Η σχεκή πρόταση του προέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Παντελή Φιλιππίδη απορρίφθηκε από το Διοικητικό του Συμβούλιο. Ο ίδιος δεν επέμεινε, αφού –όπως εξηγούσε- δεν υπάρχει πραγματικός λόγος να γίνει κάτι όταν αυτοί που θα κληθούν να το υλοποιήσουν δεν το πιστεύουν. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα η ευκαιρία χάθηκε. Μια ευκαιρία που δεν χωράει σε λογιστικά νούμερα, αλλά έχει σχέση με την ουσία του εμπορίου, δηλαδή με τα αντανακλαστικά της αγοράς να αξιοποιεί δυνατότητες.
Στα χρόνια της κρίσης η κατανάλωση έχει δεχθεί σημαντικό πλήγμα. Από τη μία η μείωση των εισοδημάτων, που στην περίπτωση των μακροχρόνια ανέργων είναι δραματική, και από την άλλη η υπερκατανάλωση της προ του 2011 περιόδου απομάκρυναν πολλούς από τα καταστήματα. Έτσι τα λουκέτα πολλαπλασιάστηκαν και η ανεργία αυξήθηκε. Πολύ γρήγορα έγινε κατανοητό πως τα καταναλωτικά δεδομένα διαφοροποιήθηκαν. Οι περισσότεροι ψωνίζουν, πλέον, κυρίως τα αναγκαία περιορίζοντας τα περιττά και κάθε φορά που βάζουν το χέρι στην τσέπη το σκέφτονται δύο φορές. Επίσης, τα τελευταία χρόνια η βόλτα στις βιτρίνες εξελίσσεται σε ένα είδος διασκέδασης ή ψυχοθεραπείας και δεν συνδυάζεται απολύτως με τα ψώνια.
Επιπλέον, για πρώτη ίσως φορά στην Ελλάδα η αγορά έχει αυτά τα χρόνια ανάγκη από συνολικό μάρκετινγκ. Δηλαδή από την επανατοποθέτηση του ρόλου της στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Τα καλά προϊόντα και οι δίκαιες τιμές δεν είναι πάντα αρκετά, αφού εξίσου μεγάλο πρόβλημα με τα λίγα χρήματα είναι η κακή ψυχολογία και το πεσμένο ηθικό των καταναλωτών.
Ακριβώς για να καλυφθεί αυτό το κενό οι έμποροι –όχι μόνο στην Ελλάδα και όχι μόνο σε περιόδους κρίσης- επινόησαν διάφορα τεχνάσματα για να κατεβάσουν τον κόσμο στα μαγαζιά και μάλιστα όσο γίνεται πιο χαμογελαστό. Μια ιδέα που διαδόθηκε πολύ γρήγορα είναι οι «λευκές νύχτες», που οργανώνονται το Σάββατο, ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα πρωινού ξυπνήματος την επομένη. Οι καταναλωτές βγαίνουν στην αγορά όπως στις νυχτερινές τους εξόδους ή όπως πηγαίνουν σε κάποιο πάρτι. Αντί για ποτά στα μπαρ δοκιμάζουν ρούχα και αντί να παραγγέλνουν σε εστιατόριο ενημερώνονται για βιβλία. Στην ουσία έχουμε μια μεταφορά πόρων από την εστίαση και τη διασκέδαση στα καταναλωτικά είδη, από την οποία οι έμποροι μόνο κερδισμένοι βγαίνουν.
Για τη Θεσσαλονίκη αυτά παραμένουν ψιλά γράμματα. Διότι, ίσως σε αυτή τη φάση η ψυχρή σχέση των αριθμών να είναι στενάχωρη, αλλά –όπως λένε κάποιοι που ξέρουν πολλά- στο εμπόριο μετράει ακόμη και η σκόνη από το πανωφόρι του πελάτη.