Skip to main content

Τέσσερις λόγοι που ακυρώνουν τη «γκρίνια» των εμπόρων της Θεσσαλονίκης

Η δυναμική του κέντρου της Θεσσαλονίκης την τελευταία Κυριακή του χρόνου μεταφράστηκε σε πωλήσεις. Γιατί δεν μπορούν να γκρινιάζουν οι έμποροι.

Όπως ακριβώς είχαν προβλέψει έμπειροι παράγοντες της αγοράς η κίνηση χθες, την τελευταία Κυριακή του χρόνου, ήταν εξαιρετικά έντονη στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Επί ώρες δημιουργήθηκε πραγματικά το αδιαχώρητο, καθώς μαζί με τους επισκέπτες της πόλης, που είχαν την ευκαιρία να κάνουν τα ψώνια τους, χιλιάδες Θεσσαλονικείς κατέβηκαν στην Τσιμισκή, στην Αγίας Σοφίας, στη Μητροπόλεως, στην Εγνατίας, στη Βενιζέλου και στα πέριξ για να δουν βιτρίνες, να αγοράσουν δώρα, να πιούν καφέ και να φάνε για το μεσημέρι. Το κέντρο της πόλης κυριολεκτικά «βούλιαξε» και αν η πρόσβαση ήταν ευχερέστερη –αν δηλαδή λειτουργούσε το μετρό ή δεν υπήρχαν διπλό – τριπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα- η κίνηση θα ήταν ακόμη περισσότερη.

Η μεγάλη εμπορική δυναμική του κέντρου της Θεσσαλονίκης μεταφράστηκε σε πωλήσεις. Ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Παντελής Φιλιππίδης μπορεί δημοσίως –δηλαδή στις δηλώσεις του- να γκρινιάζει, αλλά δεν πείθει για τους εξής λόγους:

Πρώτον, η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, ύφεσης και capital controls. Όλα αυτά δεν είναι δυνατόν να μην επηρεάσουν την κατανάλωση.

Δεύτερον, εξαρτάται από ποια αφετηρία ξεκινάμε. Άλλα συμπεράσματα βγάζουμε όταν συγκρίνουμε με το 2008 και στο 2009, άλλα όταν κοιτάμε το 2014 και άλλα όταν βλέπουμε το 2012 και το 2013. Το βέβαιον είναι ότι στα έξι χρόνια της κρίσης η αγορά της Θεσσαλονίκης έχει περάσει χειρότερα Χριστούγεννα από τα φετινά. Αυτό από μόνο του είναι καλό.

Τρίτον, έχει σημασία να βλέπουμε το εμπόριο γενικά και όχι την… εθνικότητα ή την προέλευση των επιχειρήσεων. Είναι γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια η εμπορική δραστηριότητα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης αφελληνίζεται. Τα μεγάλα πολυκαταστήματα ανήκουν είτε σε ξένους ομίλους, είτε σε μεγάλες αλυσίδες από την Αθήνα. Ο ανταγωνισμός της τελευταίας 20ετίας έχει συρρικνώσει την εμβέλεια των παραδοσιακών εμπόρων της Θεσσαλονίκης, τάση που στα τελευταία χρόνια της κρίσης έχει επιταχυνθεί. Είτε διότι το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό, είτε διότι το γρήγορο ψάρι τρώει το αργό, οι πιο οργανωμένες επιχειρήσεις επιβάλλουν την παρουσία τους εις βάρος όσων δεν μπορούν να αντέξουν στον ανταγωνισμό. Αυτό δε σημαίνει, όμως, ότι το χρήμα παύει να κινείται. Διότι ακόμη και στα πολυκαταστήματα και στα εμπορικά κέντρα κάτοικοι αυτής της πόλης εργάζονται, άρα αμείβονται. Προμηθευτές πουλάνε χονδρική, άρα πληρώνονται. Και όλοι αυτοί βιοπορίζονται στη Θεσσαλονίκη και  ξαναρίχνουν το χρήμα στην τοπική αγορά.

Τέταρτον, η αλλαγή του τρόπου ζωής, σε συνδυασμό με την κρίση διαφοροποιεί τις προτεραιότητες. Για παράδειγμα, υπάρχουν πολλοί ανάμεσά μας που προτιμούν τον καφέ, το ουζάκι και τη διασκέδαση με φίλους από ένα καινούριο παντελόνι ή μια ακόμη τσάντα. Άλλωστε πολλοί νεοέλληνες εξαργυρώνουν ή μάλλον κάνουν απόσβεση τώρα για ότι απέκτησαν με την υπερκατανάλωση των καλών χρόνων. Έτσι επιλέγουν τα καφέ, τα μπαρ και τα εστιατόρια περισσότερο από τα αμιγώς εμπορικά καταστήματα.

Ο εμπορικός χάρτης της Θεσσαλονίκης εξελίσσεται διαρκώς. Βοηθούσης της συγκυρίας η πόλη αποκτά χαρακτηριστικά ευρωπαϊκών πόλεων του μεγέθους της. Έχει, δηλαδή, ένα εμπορικό κέντρο και μερικά mall περιμετρικά του κέντρου. Όχι μικρά εμπορικά καταστήματα σε κάθε γειτονιά, για τα οποία οι πιθανότητες να επιβιώσουν είναι μικρές, αφού δεν υπάρχει η κρίσιμη μάζα για να χαρακτηριστεί η περιοχή τους πιάτσα.