Skip to main content

Θεσσαλονίκη, η πόλη των προέδρων και των… συμπροέδρων

Η Θεσσαλονίκη είναι πόλη προέδρων. Είναι επίσης η πόλη που αγαπούν οι πρόεδροι. Συνιστά ελκυστικό σκηνικό και προνομιακό χώρο κοινωνικών συναθροίσεων.

Οι πρόεδροι αγαπούν τη Θεσσαλονίκη. Ανέκαθεν. Για να θυμηθούμε τα τελευταία 40 χρόνια, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ερχόταν συχνά, τόσο ως πρόεδρος της κυβερνήσεως, όσο και ως πρόεδρος του Δημοκρατίας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επίσης. Για μια εποχή, μάλιστα, ήταν και βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης ή εν πάσει περιπτώσει το κέντρο της Θεσσαλονίκης ήταν η μία από τις δύο περιφέρειες που επέλεγε να δηλώσεις υποψήφιος βουλευτής ως αρχηγός κόμματος.  Σήμερα βουλευτές Θεσσαλονίκης είναι ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, ενώ και ο πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων Βασίλης Λεβέντης αν και Μεσσήνιος αντλεί την κοινοβουλευτική του δύναμη από τη Θεσσαλονίκη.

Αλλά και ο πρόεδρος της σημερινής κυβερνήσεως Αλέξης Τσίπρας αγαπάει τη Θεσσαλονίκη. Δημιούργησε στο Διοικητήριο Γραφείο Πρωθυπουργού, δηλαδή ένα παράρτημα του Μεγάρου Μαξίμου κι έρχεται στην πόλη αρκετά συχνά, πολύ συχνότερα από πολλούς προκατόχους του, ενώ πραγματοποιεί στη Θεσσαλονίκη επίσημες συναντήσεις με ξένες αντιπροσωπείες  Επίσης, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης ανεβαίνει συχνά πυκνά, μόνο εντός του Ιουνίου αναμένονται δύο τουλάχιστον επισκέψεις στην πόλη.

Η Θεσσαλονίκη, όμως, έχει και πολλούς δικούς της προέδρους, ένα ποσοστό υψηλό σε σχέση με τον πληθυσμό και τις οικονομικές και κοινωνικές της επιδόσεις. Και πολλούς αντιπροέδρους, οι περισσότεροι εκ των οποίων θα ήθελαν κάποια στιγμή να γίνουν κι αυτοί πρόεδροι. Έστω συμπρόεδροι. Και ακόμη περισσότερους υποψηφίους προέδρους και αντιπροέδρους. Το σύστημα της πόλης χωρίς αμφιβολία τα πηγαίνει καλά σε ότι αφορά την ιεραρχία και τη γραφειοκρατία. Σε κάποιες περιπτώσεις καταγράφονται προσωπικές αντιπάθειες και προεδρικές συγκρούσεις, οι οποίες σχεδόν πάντα αφορούν μικροπολιτικά και προσωπικά θέματα. Καθώς, μάλιστα, παραμένουν σε γενικές γραμμές στο πλαίσιο της ευπρέπειας και της αστικής ευγένειας δεν παράγουν αποτελέσματα γενικότερου ενδιαφέροντος. Δεν προσφέρουν καν σκηνές ροκ!   

Το σταθερό ζητούμενο είναι αν όλα αυτά έχουν κάποιο νόημα για τη Θεσσαλονίκη. Η απάντηση είναι εύλογη και ξεκάθαρη: Όχι. Η αύξηση του ειδικού βάρους μιας περιοχής σχετίζεται συνήθως με την οικονομική της ανάπτυξη. Με αυτό το κριτήριο η… λατρεία των προέδρων προς τη Θεσσαλονίκη τα τελευταία 40 χρόνια δεν απέδωσε και πολλά. Ούτε, όμως, οι δικοί της  πρόεδροι και προεδρεύοντες πρέπει να είναι ευχαριστημένοι. Στην πόλη ισχύουν σχεδόν όλα τα αρνητικά της συμπρωτεύουσας. Αντίθετα δεν λειτουργούν τα θετικά της «δεύτερης πόλης», η οποία βρίσκεται μακριά από την κεντρική εξουσία, κάτι που δίνει ελευθερία κινήσεων και δυνατότητες πρωτοβουλιών στους τοπικούς παράγοντες. Κάτι που λειτουργεί δημιουργικά σε πολλές περιπτώσεις στην Ευρώπη.

Μόλις τους τελευταίους μήνες ξεκαθαρίζει η εικόνα γύρω από την «ατζέντα της δεκαετίας του 1980», που περιλαμβάνει –μεταξύ άλλων- το μετρό, το αεροδρόμιο, το λιμάνι, τα πρώην στρατόπεδα. Η σύγχρονη ατζέντα δεν έχει ακόμη κωδικοποιηθεί, αν εξαιρέσει κανείς το στοίχημα της Αλεξάνδρειας Ζώνης Καινοτομίας, το οποίο «παλεύει» μάλλον μόνη της η διοίκηση. Το θαλάσσιο μέτωπο της Θεσσαλονίκης, μια πρόκληση ικανή να ανεβάσει επίπεδο ολόκληρη την περιοχή βρίσκεται στα πρώτα του βήματα, ακόμη και ως ιδέα. Η οικονομική στασιμότητα, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι οικονομική οπισθοδρόμηση, έχει δώσει στη Θεσσαλονίκη τον καθόλου τιμητικό τίτλο «πρωτεύουσα της ανεργίας», ενώ οι πρωτοβουλίες και οι επενδύσεις στους κλάδους που έχουν πλεονέκτημα στην περιοχή (μεταποίηση, logistics, υψηλή τεχνολογία, αγροτική παραγωγή, τουρισμός, πολιτισμός, εκπαίδευση) βρίσκονται σε υστέρηση.

Η Θεσσαλονίκη είναι πόλη προέδρων. Είναι επίσης η πόλη που αγαπούν οι πρόεδροι. Προφανώς συνιστά ελκυστικό σκηνικό και προνομιακό χώρο κοινωνικών συναθροίσεων. Πέραν τούτου ουδέν. Όπως προσφυώς έχει πει ένα σύγχρονος διανοούμενος «η Θεσσαλονίκη είναι πόλη για ανθρώπους με έτοιμα και όχι για ανθρώπους με αίτημα». Μεγάλη σημασία στη γλώσσα. Μεγάλη προσοχή στην ορθογραφία.