Skip to main content

Μία μέθοδος για την ανάκτηση του κοσμοπολιτισμού της Θεσσαλονίκης

Η πρωτοβουλία της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας δείχνει μια μέθοδο, υποδεικνύει πρακτικές και επιβάλλει υπομονή και επιμονή για να έρθουν τα αποτελέσματα.

Η πρωτοβουλία της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας να προβάλει και να αναδείξει την κουζίνα και τον αγροδιατροφικό πλούτο της περιοχής είναι απόλυτα σωστή. Θα έπρεπε να έχει γίνει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά «κάλιο αργά παρά ποτέ». Η σημασία της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας δεν εξαντλείται στο περιεχόμενό της, αν και όντως στη Θεσσαλονίκη και την υπόλοιπη Β. Ελλάδα υπάρχει πλούσια και εκλεκτή κουζίνα που αξίζει να προβληθεί. Έχει αξία ως μέθοδος, καθώς κωδικοποιεί το συγκεκριμένο πεδίο αναφοράς, δηλαδή τη γαστρονομία, κι έτσι επιτρέπει την ανάδειξη των πλεονεκτημάτων και την αξιοποίηση τους από το μάρκετινγκ. Διότι από το να υπάρχει κάτι, μέχρι αυτό το κάτι να γίνει αποδοτικό προϊόν η απόσταση είναι μεγάλη.

Η αδυναμία του τουριστικού προϊόντος της Θεσσαλονίκης είναι ότι… δεν υπάρχει. Τόσο απλά. Η πόλη και η ευρύτερη περιοχή έχουν πολλά να προτείνουν για να προσελκύσουν ξένους επισκέπτες. Από τα ελληνικά, εβραϊκά και οθωμανικά ιστορικά μνημεία και μουσεία στη Θεσσαλονίκη, την Πέλλα, τη Βεργίνα, τον Όλυμπο και σε λίγο την Αμφίπολη, μέχρι τα θρησκευτικά μνημεία –Άγιος Όρος, βήματα του Αποστόλου Παύλου, βυζαντινές εκκλησίες, και –γιατί όχι;- Μετέωρα. Και από τις γαστρονομικές απολαύσεις, μέχρι τη νυχτερινή διασκέδαση, την αγορά και το θαλάσσιο μέτωπο. Όλα αυτά υπάρχουν και ενισχύονται διαρκώς, αλλά η «πακετοποίηση» τους, που θα αποτελέσει τη βάση για την τουριστική ταυτότητα της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης Κεντρικής Μακεδονίας, δεν υπάρχει. Για την ακρίβεια κανείς δεν έχει ασχοληθεί με το τουριστικό «Θεσσαλονίκη project». Καθένας από τους εμπλεκόμενους (δήμοι, Περιφέρεια, ξενοδόχοι, τουριστικοί πράκτορες, επιχειρηματίες της εστίασης κ.λπ.) ασχολείται κυρίως με το δικό του κομμάτι. Η ουσιαστική απουσία της επίσημης ελληνικής πολιτείας –ο ΕΟΤ και οι υπηρεσίες του υπουργείου Τουρισμού ακόμη κι αν υπάρχουν δε φαίνονται πουθενά στη Θεσσαλονίκη- στερεί ενδεχομένως ένα μίνιμουμ συντονισμού ανάμεσα στους τοπικούς φορείς. Διότι σήμερα δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει συντονιστικό κέντρο. Ο Οργανισμός Τουριστικής Προβολής και Μάρκετινγκ Θεσσαλονίκης υπονομεύθηκε από τη στιγμή που δημιουργήθηκε, καθώς πάντα το διακύβευμα ήταν ποιος θα κάνει κουμάντο –Δήμος Θεσσαλονίκης; Περιφέρεια; Άλλος;- και όχι το αποτέλεσμα της δουλειάς.

Χωρίς αμφιβολία η πρωτοβουλία της Περιφέρειας για την κουζίνα της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας εκτός από τον τουρισμό συνδέεται με τον πολιτισμό, την οικονομία, τις παραγωγικές δυνατότητες μιας περιοχής, που έχει σπουδαίες επιδόσεις και ακόμη μεγαλύτερες προοπτικές στη γεωργία, την κτηνοτροφία και τον αγροδιατροφικό κλάδο. Ειδικά, όμως, για τον τουρισμό δείχνει μια μέθοδο, υποδεικνύει πρακτικές και επιβάλλει υπομονή και επιμονή για να έρθουν θετικά αποτελέσματα. Διότι όλες οι σοβαρές προσεγγίσεις χρειάζονται προετοιμασία, τεχνοκρατική και επαγγελματική προσέγγιση και χρονοδιάγραμμα. Η Θεσσαλονίκη έχει πολλές ανεκμετάλλευτες τουριστικές δυνατότητες, που τα τελευταία χρόνια κατά τα οποία η επισκεψιμότητα στην πόλη έχει αυξηθεί αισθητά, «κρύβονται» πίσω από εξάρσεις, όπως πρόσφατα το τετραήμερο της Agrotica και κάθε χρόνο οι γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, αλλά και τα διάφορα μεμονωμένα χάπενιγκς τύπου gay pride. Και ας μην υποτιμούμε τη δύναμη του συνεδριακού – επιστημονικού τουρισμού, όπως και του εκπαιδευτικού και ιατρικού «τουρισμού», δύο σοβαρά πεδία στα οποία η λέξη τουρισμός μπαίνει σε εισαγωγικά για ευνόητους λόγους.

Ο αυξημένος τουρισμός που αξίζει και μπορεί να υπάρξει λόγω αντικειμενικών δυνατοτήτων στη Θεσσαλονίκη πέρα από την οικονομική ανάπτυξη και την ενίσχυση της απασχόλησης θα επηρεάσει τον ρυθμό της πόλης. Αλλά και το χαρακτήρα της τοπικής κοινωνίας, που θα ανακτήσει ένα κομμάτι από την αύρα του χαμένου της κοσμοπολιτισμού.