Skip to main content

Ποιο είναι στην πραγματικότητα το πρόβλημα, που πρέπει να επιλύσουμε;

Με μεγάλη ευκολία, και με τακτική στρουθοκαμήλου, γίνεται λόγος ότι το πρόβλημα είναι αυτό που αφορά το υπέρογκο χρέος μας

Φοβάμαι, ότι επιχειρούμε να λύσουμε ένα πρόβλημα, χωρίς να προσδιορίσουμε επακριβώς ποιο είναι το πρόβλημα. Με μεγάλη ευκολία, και με τακτική στρουθοκαμήλου, γίνεται λόγος ότι το πρόβλημα είναι αυτό που αφορά το υπέρογκο χρέος μας και η αδυναμία αποπληρωμής του.

Αυτός ο τρόπος προσέγγισης, μοιάζει σαν την περίπτωση της εμφάνισης πυρετού και ο γιατρός να σου δίνει φάρμακα για την εξάλειψή του, χωρίς να εξετάσει τους λόγους που δημιούργησαν τον πυρετό. Αν ο πυρετός είναι πρόβλημα και δεν είναι σύμπτωμα του προβλήματος, τότε ο μισός πληθυσμός της γης δεν θα ζούσε, διότι οι γιατροί θα αρκούνταν στην αντιμετώπιση του πυρετού και όχι στην αιτία που τον προξένησε.

Σε πολλές καταστάσεις μπορώ να αναφερθώ και να επιλέξω παραδείγματα λανθασμένης προσέγγισης, προτιμώ να αρκεστώ στην περίπτωση της υπερφορολόγησης. Τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης για μείωσή της δεν την αναφέρω, επειδή δεν εξαρτάται πλέον από μας, και η Τρόικα αρνείται ακόμη και την συζήτηση για τη μη μείωση των συντάξεων.

Ως προς την ουσία, αν στο ποσοστό φόρου οφείλεται η καθυστέρηση ανάπτυξης, αναρωτιέμαι αν αυτό κατερχόταν χαμηλότερα και από το 10%, που βρίσκεται σε πολλές χώρες, τι θα συνέβαινε; Θα έτρεχαν οι επενδυτές να καταθέσουν τα χρήματά τους για επενδύσεις στην Ελλάδα, παραβλέποντας όλες τις άλλες παραμέτρους που απαιτούνται για τη διενέργεια επενδύσεων;

Θα είχε την επιμονή ο επενδυτής να περιμένει χρόνια και χρόνια (πόσα χρόνια συμπληρώνει η επένδυση για τον χρυσό στη Χαλκιδική, ή του Ελληνικού;) προκειμένου κάθε περίεργη ομάδα πάντα να εμφανίζεται για να ματαιώσει επενδύσεις, με συνεχείς προσφυγές στο ΣτΕ;

Θα συμφωνήσει ο επενδυτής να διαθέτει μαύρο χρήμα προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία έγκρισης; Το ξανάγραψα νομίζω, αλλά δεν είναι κακό να το επαναλάβω. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 μεγάλος ξένος επενδυτής είχε απηυδήσει με τις -σκόπιμες, μάλλον- καθυστερήσεις των αρμοδίων να του παράσχουν τα απαραίτητα έγγραφα και πριν εγκαταλείψει τη χώρα εξέθεσε την αρνητική εικόνα σε τυχαία συνάντηση που είχε με πρόσωπο του περιβάλλοντος του Ανδρέα Παπανδρέου. Εκείνος φρόντισε να συναντηθεί ο μεγάλος επενδυτής με τον πρωθυπουργό, ο οποίος έξαλλος τηλεφώνησε στους αρμοδίους (;) και την επομένη το τελευταίο από τις δεκάδες άχρηστα έγγραφα ήταν στα χέρια του επενδυτή. Αυτός τους ευχαρίστησε, αλλά δήλωσε ότι αποσύρει το ενδιαφέρον του, διότι εάν για κάθε έγγραφο που πρέπει να προμηθευτεί είναι απαραίτητη η πρωθυπουργική επέμβαση, δεν έχει την πρόθεση να ακολουθήσει τέτοια οδό. Και χάθηκε μια ακόμη μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα. Άλλαξε κάτι από τότε;

Ας προχωρήσουμε. Ακόμη και με μηδενισμό της φορολογίας, ποιος σοβαρός επενδυτής θα έρθει στη χώρα μας έχοντας απέναντί του ένα συνδικαλιστικό κίνημα με τις σοβιετικού τύπου τακτικές αλλά με καπιταλιστική νοοτροπία («να τ’ αρπάξουμε εμείς, κι οι άλλοι ας κόψουν το λαιμό τους»);

Ποιος θα αποτολμήσει σοβαρή επένδυση, όταν δεν γνωρίζει πότε θα κλείσουν τους δρόμους οι αγρότες, πότε θα απεργήσουν οι μεταφορείς, πότε προγραμμάτισε την «επαναστατική γυμναστική» του το ΠΑΜΕ, πότε θα κατεβάσουν τους διακόπτες της ΔΕΗ και πότε θα προβούν στις καθιερωμένες καταστροφές οι «γνωστοί άγνωστοι»;

Αυτά και πολλά άλλα θα μπορούσα να προσθέσω για να καταδείξω ότι είναι φαιδρότητες να αναφερόμαστε μόνον στο ποσοστό φορολογίας (που προφανώς είναι μεγάλο και επιβάλλεται να μειωθεί, δεν αντιλέγω), αλλά είναι ένα από τα πάρα πολλά που πρέπει ταυτόχρονα να αλλάξουν.

Ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα; Το χρέος μας; Μήπως είναι το διεφθαρμένο, αντιπαραγωγικό και αντιαναπτυξιακό κράτος, ενώ το χρέος είναι το σύμπτωμα; Και ας υποθέσουμε ότι αύριο το καλύψαμε το έλλειμμα; Πώς θα ζήσουμε από δω και πέρα; Ξανά δανειζόμενοι; Χωρίς κανένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για ανάπτυξη, είτε λόγω ανικανότητας των δήθεν αρμοδίων, είτε λόγω ιδεοληπτικών εμμονών που οδηγούν στην σκόπιμη καταστροφή της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας;

Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα είναι πως τώρα χάνουμε αυτά που δεν μας ανήκουν. Τι θα πει αυτό; Ότι κάθε νοικοκυριό -και κάθε χώρα κατ’ επέκταση- ζει καταναλώνοντας τα ισόποσα αυτών που παράγει. Εμάς, μας έμαθαν να ζούμε με περισσότερα από αυτά που έχει το πορτοφόλι μας και για να το επιτύχουμε είτε δανειζόμαστε, είτε κλέβουμε τον άλλον (διότι κλοπή είναι το «γρηγορόσημο», που το βρίσκουμε παντού) είτε δεχόμαστε μίζες κλέβοντας το δημόσιο.

Ζούμε, επομένως, με χρήματα που δεν μας ανήκουν, επειδή δεν τα παράγουμε. Έτσι προήλθε το χρέος. Κι αφού μάθαμε να ζούμε έτσι, τώρα φυσικά πώς θα δεχθούμε να ξαναγυρίσουμε πίσω κάποιες δεκαετίες; Κι επειδή είναι δύσκολο, οι πολιτικοί για να αποφύγουν το πολιτικό κόστος, γυροφέρνουν γύρω από το πρόβλημα και προτείνουν λύσεις οι οποίες είναι για το σύμπτωμα.

Φαίνεται πως η ανάγκη θα μας υποχρεώσει -θέλουμε δεν θέλουμε- να δούμε την κατάσταση όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Και τότε μόνο, θα έχουμε κάποιες ελπίδες ανάκαμψης.