Skip to main content

Την υποβάθμιση των Φυσικών Επιστημών καταγγέλλουν οι Φυσικοί

Το ζητούμενο για εμάς ήταν, είναι και θα είναι ένα ουσιαστικό σχολείο, αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωση της η Ένωση Ελλήνων Φυσικών.

Την υποβάθμιση των Φυσικών Επιστημών στην Ελλάδα καταγγέλει, με ανακοίνωσή της, η Ένωση Ελλήνων Φυσικών.

Σύμφωνα με τους φυσικούς, με την κατάργηση, στην πράξη, του θεσμού των Υπευθύνων Σχολικών Εργαστηρίων Φυσικών Επιστημών,ως αποτέλεσμα της κατάργησης της 3ωρης απαλλαγής διδακτικών ωρών, η εργαστηριακή διδασκαλία υποβαθμίστηκε.

«Τα εργαστήρια Φ.Ε. ούτως ή άλλως απαιτούν πολλές επιπλέον ώρες ενασχόλησης και η απρόσκοπτη και ασφαλής λειτουργία τους χρειάζεται νέες δομές και όχι κατάργηση όσων ήδη υπάρχουν», αναφέρουν χαρακτηριστικά.

Ακόμη, αναφέρουν ότι ο αριθμός των Φυσικών που λείπουν από τα σχολεία αρχίζει να εκτινάσσεται σημαντικά.

«Οι Φυσικοί αποτελούν πλέον είδος προς εξαφάνιση», τονίζουν, προσθέτοντας:

«Το ζητούμενο για εμάς ήταν, είναι και θα είναι ένα ουσιαστικό σχολείο, που θα παρέχει στους μαθητές του όλα εκείνα τα εφόδια που απαιτούνται από μια σύγχρονη κοινωνία, ώστε να είναι εγγράμματοι, φιλοπρόοδοι, καινοτόμοι, δημιουργικοί».

Αναλυτικά η ανακοίνωση

Παρακολουθώντας τις τελευταίες εξελίξεις στην εκπαίδευση, η Ένωση Ελλήνων Φυσικών θεωρεί επιβεβλημένο να τοποθετηθεί, για μία ακόμα φορά, ως προς το πλαίσιο διδασκαλίας της Φυσικής στο σημερινό σχολείο.

Η σύγχρονη τάση στην Εκπαίδευση επιδιώκει την ανάπτυξη γνωστικών ικανοτήτων από τον μαθητή, όπως η κριτική σκέψη, η διαχείριση και επίλυση προβλημάτων, η εφαρμογή, η ανάλυση, η σύνθεση. Αυτό επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους, όπως είναι ηδημιουργία ομάδων εργασίας μαθητών, η μέθοδοςproject όπου διδάσκεται η μεθοδολογία έρευνας κ.λπ.
Ωστόσο, ο κύριος χώρος καλλιέργειας αυτών των δεξιοτήτωνκαι πρωτοβουλιών είναιτα εργαστήρια Φ. Ε.

Με την κατάργηση, στην πράξη, του θεσμού των Υπευθύνων Σχολικών Εργαστηρίων Φυσικών Επιστημών,ως αποτέλεσμα της κατάργησης της 3ωρης απαλλαγής διδακτικών ωρών, που στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλή λειτουργία των εργαστηρίων, η εργαστηριακή διδασκαλία υποβαθμίστηκε. Τα εργαστήρια Φ.Ε. ούτως ή άλλως απαιτούν πολλές επιπλέον ώρες ενασχόλησης και η απρόσκοπτη και ασφαλής λειτουργία τους χρειάζεται νέες δομές και όχι κατάργηση όσων ήδη υπάρχουν. Συγκεκριμένα:

1. Το εργαστήριο πρέπει να διαθέτει σε σταθερή βάση εκπαιδευτικό ή/και παρασκευαστή οι οποίοι θα μεριμνούν για την προετοιμασία και διεξαγωγή των ασκήσεων, υποστηρίζοντας τον εκπαιδευτικό κάθε τμήματος την ώρα των πειραμάτων.

2. Οι εργαστηριακές ασκήσεις πρέπει να πραγματοποιούνται εντός δύο συνεχόμενων διδακτικών ωρών, ώστε οι μαθητές να έχουν τον απαιτούμενο χρόνο ολοκλήρωσης της πειραματικής διαδικασίας, που περιλαμβάνει επανάληψη της θεωρίας, χρήση των διατάξεων και επεξεργασία των αποτελεσμάτων.

3. Καθιέρωση εβδομαδιαίας ώρας εργαστηρίου, που θα συμπληρώνει το υπάρχον ωρολόγιο πρόγραμμα στις Φ.Ε.

Η εργαστηριακή διδασκαλία, όμως, έρχεται ως αυτονόητη συμπλήρωση της διδακτέας ύλης, η οποία, ως προς το μάθημα της Φυσικής, έχει δραματικά και χωρίς καμία λογική, περικοπεί τα τελευταία χρόνια.

Όλα αυτά έχουν βεβαίως σοβαρές συνέπειες στην παρεχόμενη εκπαίδευση:

1. Οι μαθητές του Ελληνικού σχολείου δενέχουν καμία ουσιαστική επαφή με τα σχολικά εργαστήρια Φυσικής.

 i. Η δραματική αύξηση του ωραρίου στις 23 ώρες έχει ως συνέπεια η πλειονότητα των εκπαιδευτικών να μετακινούνται σε διαφορετικά σχολεία για τη συμπλήρωση του προγράμματός τους, καθιστώντας ουσιαστικά ανέφικτη την εκτέλεση των προβλεπόμενων εργαστηριακών ασκήσεων και την διάθεση τριών - επιπλέον των διδακτικών - ωρών για την οργάνωσή τους.
 ii. Η οργάνωση και εκτέλεση μίας εργαστηριακής άσκησης απαιτεί χρόνο και κόπο εκ μέρους του Φυσικού. Ένα σχολικό εργαστήριο για να είναι λειτουργικό απαιτεί πολλές ανθρωποώρες ενασχόλησης από τον υπεύθυνο εργαστηρίου.  Μετά την σημαντικότατη αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, για λόγους εξοικονόμησης πόρων και όχι λειτουργικούς, οι υποδομές υπολείπονται δραματικά των αναγκών, με συνέπεια να μη μπορεί να γίνει χρήση των εργαστηρίων χωρίς κατάλληλη και κοπιώδη προετοιμασία.
 iii. Η ανάθεση του μαθήματος της Φυσικής σε μη Φυσικούς, μέσω των δεύτερων και τρίτων αναθέσεων, οδηγεί στην ελλιπή εργαστηριακή εκπαίδευση. Κι αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί έχουν πλήρη άγνοια της δομής και λειτουργίας ενός Εργαστηρίου Φυσικής, της χρήσης και της αξιοποίησης του εργαστηριακού εξοπλισμού, καθώς οι σπουδές τους ουδεμία σχέση έχουν με το αντικείμενο.

2. Οι μαθητέςτου ελληνικού σχολείου, μετά  τις αναιτιολόγητες και βιαστικές τροποποιήσεις των σχολικών προγραμμάτων, διδάσκονται σύγχρονη Φυσική και τεχνολογία μέσω οποιασδήποτε άλλης πηγής εκτός του σχολείου. Να αναφερθεί χαρακτηριστικά ότι δεν διδάσκονται Ατομική και Πυρηνική Φυσική, Ηλεκτρομαγνητισμό, Μετεωρολογία, Οπτική, Ηλεκτρονικά. Και για να προλάβουμε τον οποιοδήποτε σχολιασμό  να θυμίσουμε ότι:
 i. Οι ελληνόπαιδες διδάσκονταν τις σχετικές ενότητες έως και τη δεκαετία του ’80, αλλά όχι σήμερα, που η επιστήμη έχει εξελιχθεί!!!
 ii. Σε όλα τα κράτη του κόσμου, που ενδιαφέρονται τόσο για το μέλλον των μαθητών όσο και την ευημερία αυτών, διδάσκονται αναλυτικά οι προαναφερθείσες ενότητες.
 iii. Οι μαθητές του ελληνικού σχολείου που ετοιμάζονται για το International Baccalaureate διδάσκονται σε βάθος και εξετάζονται σκληρά στα σχετικά κεφάλαια. Όλα σχεδόν τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια προετοιμάζουν με το αζημίωτο τους μαθητές τους, παρέχοντας υψηλότατου και προηγμένου επιπέδου εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Δημιουργείται μία πρωτοφανής διάκριση μεταξύ των μαθητών με αποκλειστικό κριτήριο το οικονομικό υπόβαθρο της οικογένειας, με προκλητικά ευνοημένους τους μαθητές των ευπόρων, που αποκτούν την προαπαιτούμενη γνώση για να εξελιχθούν, ενώ οι συναγωνιστές τους στα δημόσια σχολεία διδάσκονται παρωχημένη και ελλιπή επιστήμη.
 
3.  Η εξαφάνιση του μαθήματος της Αστρονομίας και της Αστροφυσικής, των παλαιότερων και ελληνικότατων επιστημών (να σημειωθεί ότι περιλαμβάνονταν στα προγράμματα σπουδών ήδη από το 400π.Χ.), από την Μέση Εκπαίδευση είναι ανάξια σχολιασμού. Οι μαθητές της δεκαετίας του ’80 ήσαν ικανοί και άξιοι να διδάσκονται την ωραιότερη ίσως επιστήμη, όχι όμως οι μαθητές του 21ου αιώνα!

Εκτός, όμως, από την προφανή σπουδαιότητα της ομαλής λειτουργίας του εργαστηρίου και της αποδοτικής διδασκαλίας του μαθήματος, εκπαιδευτικοί και μαθητές  έχουν υποστεί συνέπειες:

1. Αδικείται πληθώρα συναδέλφων, οι οποίοι φιλότιμα και με κατάθεση ψυχής –συχνά και ιδίων πόρων - αγωνίζονται μέσα στα εγκαταλελειμμένα από το κράτος εργαστήρια για να μεταφέρουν τη λογική της έρευνας και της επιστήμης στους μαθητές.Η μεγαλύτερη απόδειξη για το ότι τα εργαστήρια «γίνονται» είναι οι συνεχείς και υψηλότατες διακρίσεις ελλήνων μαθητών σε διεθνείς διαγωνισμούς εργαστηριακής Φυσικής. Τιμωρούμε όλους τους μαθητές για να (απο)δείξουμε τι, πού και σε ποιον;
 
2. Το επιχείρημα «κάποιοι δεν κάνουν εργαστήρια, γι’ αυτό τα καταργούμε» στερείται λογικής βάσης. Η ασυνέπεια κάποιων «συναδέλφων» δεν μπορεί να επισύρει καθολική ποινή και τιμωρία ολόκληρου κλάδου, καθώς και συνολική υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης – διότι τα ιδιωτικά σχολεία τις περισσότερες φορές διαθέτουν εκπαιδευτικό ειδικά και μόνον για το εργαστήριο. Δικλείδες ασφαλείας υπάρχουν, γιατί δεν εφαρμόζονται;Με την ίδια λογική, κάποιοι γυμναστές δεν κάνουν ποτέ γυμναστική, ας καταργήσουμε τη γυμναστική, κάποιοι ξενόγλωσσοι δεν διδάσκουν ποτέ την ξένη γλώσσα, ας καταργήσουμε τις ξένες γλώσσες και πάει λέγοντας... Παρεμπιπτόντως, ουκ ολίγοι βουλευτές δεν πατάνε ποτέ στη Βουλή και ξημεροβραδιάζονται στα κανάλια. Γιατί δεν καταργούμε και τη Βουλή...;
 
3. Τιμωρούνται οι εκπαιδευτικοί της επαρχίας, κατά κύριο λόγο, οι οποίοι  ουσιαστικά μάχονται εντός των εργαστηρίων να διδάξουν τους μαθητές, καθώς οι γενικότερες θεωρητικές αδυναμίες των μαθητών τους καλύπτονται μέσω των χειρονακτικών ικανοτήτων και της υψηλής πρακτικής αντίληψής τους μέσα στα εργαστήρια. Οι εξαιρέσεις των ασυνεπών δεν μπορούν να χαρακτηρίζουν ολόκληρο κλάδο λειτουργών.
 4. Συνάδελφοι αναπληρωτές, οι οποίοι προσλαμβάνονται με καθυστέρηση – προφανώς ενός, δύο ή και τριών μηνών και περισσότερο μετά την έναρξη των μαθημάτων - και που συνήθως «διανέμονται» σε δύο και τρία σχολεία, πολλές φορές ακόμα και την ίδια ημέρα(!!!) ούτε να μετακινηθούν από το ένα στο άλλο δεν «προκάνουν», όχι να λειτουργήσουν και τα εργαστήρια!!! Δεν είναι δική τους η ευθύνη για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της μέσης εκπαίδευσης.

 5. Η διδασκαλία του μαθήματος ως β΄ και γ΄ ανάθεση αφενός διακρίνει και πάλι τους μαθητές σε κατηγορίες «πολλών ταχυτήτων» ακόμα και μεταξύ των δημόσιων σχολείων. Ειδικά όταν η διδασκαλία αφορά μαθήματα καθοριστικά για το μέλλον τους. Πρόκειται για καταφανέστατη αδικία, να εξετάζονται τελικά σε κοινά θέματα αλλά να μην έχουν λάβει τις ίδιες γνώσεις στη μαθητική τους πορεία.

 6. Και το πλέον προφανές όλης αυτής της υποβάθμισης, είναι ότι εκπαιδευτικοί με χρόνια προϋπηρεσίας έχουν βρεθεί, εδώ και δύο σχολικά έτη, εκτός σχολείου!
Σε όλα τα προηγμένα εκπαιδευτικά κράτη η ένταξη των εργαστηρίων Φυσικής θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, ενώ οι σχετικές αναφορές της UNESCOχαρακτηρίζουν ως επιβεβλημένη για την παιδεία των μαθητών την αξιοποίηση των όποιων εργαστηριακών υποδομών. Αν κοιτάξει κανείς στο εκπληκτικό κείμενο της Ένωσης Αμερικανών Καθηγητών Φ.Ε. (προσπελάσιμο από εδώ: http://www.aapt.org/Resources/policy/roleoflabs.cfm) θα διαβάσει με υψηλή και αποστομωτική τεκμηρίωση τα σχετικά με την αξία και την αναγκαιότητα των σχολικών εργαστηρίων Φυσικής.  

Να  τονιστεί, σε αυτό το σημείο, ότι έχουν επενδυθεί πολύ μεγάλα ποσά στα σχολικά εργαστήρια και την ποιοτική εκπαίδευση των Φυσικών στην Ελλάδα, τα οποία πρακτικά πετάγονται στο κενό.  Επιπλέον, το εργαστήριο μπορεί να αξιοποιηθεί πρακτικά από όλες τις ειδικότητες καθηγητών του σχολείου, από τα περιβαλλοντικά προγράμματα μέχρι τη διαθεματική προσέγγιση της μάθησης μεταξύ των σχολικών αντικειμένων. Επίσης, το σχολείο μπορεί να διεκδικήσει πόρους ευρωπαϊκών προγραμμάτων για την ανάπτυξη υποδομών και καινοτόμων προγραμμάτων και τη συνεργασία και κινητικότητα των μαθητών μεταξύ σχολείων διαφορετικών χωρών της Ε.Ε.

Για τον σωστό σχεδιασμό των εργαστηρίων πρέπει να ληφθούν υπ’όψιν τα εξής:

1. Η σωστή οργάνωση και προετοιμασία ενός σχολικού εργαστηρίου Φ.Ε. είναι χρονοβόρα και για πολλά πειράματα κοπιώδης. Μετά τη λήξη της πειραματικής διαδικασίας, συνήθως, απαιτείται σημαντικότατος χρόνος καθαρισμού (ιδίως στα πειράματα Χημείας) και τακτοποίησης του υλικού που χρησιμοποιήθηκε. Ειδικά στη συνήθη περίπτωση, όπου όλα τα τμήματα την ίδια χρονική περίοδο πρέπει να εκτελέσουν την ίδια άσκηση, ο καθαρισμός και η εκ νέου προετοιμασία όλων των διατάξεων αποτελεί δοκιμασία για «έμπειρους και δυνατούς λύτες».

2. Εργαστήρια με 20, 25 ή και 30 μαθητές ταυτόχρονα, από έναν εκπαιδευτικό και σε σαράντα λεπτά δεν γίνονται. Είναι ο απόλυτος παραλογισμός και δεν εφαρμόζεται πουθενά στον κόσμο. Είναι δυνατόν το Υπουργείο να θεωρεί ότι τα εργαστήρια Πληροφορικής, με πολύ μικρότερες απαιτήσεις έναντι αυτών των Φ.Ε., αποδίδουν με μέγιστο αριθμό εκπαιδευόμενων τους δώδεκα (12) και στις Φ.Ε. να θεωρεί ότι με 25 άτομα ταυτόχρονα μπορεί να γίνει αποδοτική εκπαίδευση; Υπενθυμίζουμε ότι ισχύει χωρισμός τμημάτων ακόμη και για τα Οικονομικά στα ΕΠΑΛ, μάθημα χωρίς καμία προφανή επικινδυνότητα ή ιδιαίτερη απαίτηση. Η αντίφαση είναι εξόφθαλμη. Η ύπαρξη των μεγάλων και ανομοιογενών τμημάτων στα Γυμνάσια – εκεί ακριβώς που απαιτείται η εισαγωγή βασικών εννοιών – είναι αποτρεπτική για την ορθή  χρήση και λειτουργία του εργαστηρίου.

3. Το Υπουργείο επανειλημμένως έχει δηλώσει ότι ενδιαφέρεται για καινούργιες διδακτικές προσεγγίσεις με σκοπό την αποτελεσματικότερη εμπέδωση της γνώσης στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αναφέρει συχνά δε, όρους όπως ενεργητική μάθηση, ομαδοσυνεργατικός τρόπος  διδασκαλίας, κ.λπ. Αν όλα αυτά δεν είναι απλώς ασκήσεις επί χάρτου για τους εκπροσώπους του, τι το προφανέστερο από εργαστηριακές ασκήσεις σε ομάδες με δύο εκπαιδευτικούς στα μαθήματα των Φυσικών Επιστημών – όπως γίνεται σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο;

4. Η εισαγωγή πειραματικών θεμάτων στις εξετάσεις είναι επιβεβλημένη και προβλεπόμενη από τον νόμο.Στο δεύτερο θέμα, ο νόμος προβλέπει άσκηση από τα εργαστήρια που έγιναν στο σχολείο, όπως φαίνεται στο Π.Δ. 86 του 2001, σελίδα 1393. Το δεύτερο θέμα αποτελείται από ερωτήσεις, με τις οποίες ελέγχεται  η κατανόηση της θεωρίας, η κριτική ικανότητα των μαθητών και  συγχρόνως οι νοητικές δεξιότητες που απέκτησαν κατά την εκτέλεση των  εργαστηριακών ασκήσεων ή άλλων δραστηριοτήτων που έγιναν στο πλαίσιο  του μαθήματος. Η πρακτική ακολουθείται διεθνώς και απόλυτα επιτυχημένα. Π.χ. η Κύπρος έχει μόνιμα στη ζητούμενη θεματολογία των εξετάσεων εκτενές εργαστηριακό θέμα εδώ και πολλά χρόνια. Αν είναι να την αντιγράψουμε, ας την αντιγράψουμε σωστά και όχι με επιλεκτικές – και λανθασμένες!!! – αντιγραφές.

5. Απαραίτητος είναι ο ορισμός των εργαστηριακών ωρών ως διακριτού διδακτικού αντικειμένου στο ωρολόγιο πρόγραμμα, ενταγμένου στην όλη φιλοσοφία της διδασκαλίας Φ.Ε. Να γνωρίζουν οι μαθητές ότι τις τάδε ώρες έχουν εργαστήρια Φ.Ε., όπως ακριβώς γνωρίζουν ποιες ώρες έχουν γλωσσικά μαθήματα ή γυμναστική. Να γνωρίζουν ότι τις συγκεκριμένες ώρες θα μετακινηθούν αυθόρμητα προς το εργαστήριο και όχι κατόπιν ειδικής πρόσκλησης του εκπαιδευτικού.

Μἰα χώρα που βρίσκεται σε γενικότερη κρίση, όχι μόνο οικονομική, πρέπει να αναζητά μέσω της Παιδείας τις διεξόδους εκείνες που θα την ωθήσουν προς τα μπρος. Οι πολυπόθητες καινοτομίες και νέες ιδέες, που θα φέρουν την ανάπτυξη δεν μπορούν να επιτευχθούν στερώντας από το μέλλον του τόπου, τους μαθητές, τις αναγκαίες βάσεις για να δημιουργήσουν. Να υπενθυμίσουμε ότι όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Φινλανδία βρέθηκε σε βαθύτατη κρίση, όχι μόνο δεν  έκανε περικοπές στην Παιδεία, και δη στην τεχνολογική, αλλά επένδυσε από το υστέρημά της, κυριολεκτικά. Τα αποτελέσματα της επιλογής των Φινλανδών φάνηκαν μέσα σε λιγότερο από μια πενταετία, καθιστώντας τη σκανδιναβική χώρα πρωτοπόρο της ηλεκτρονικής επανάστασης, με όλα τα επακόλουθα οφέλη.

Κλείνοντας, να επισημάνουμε ότι ο αριθμός των Φυσικών που λείπουν από τα σχολεία αρχίζει να εκτινάσσεται σημαντικά. Οι Φυσικοί αποτελούν πλέον είδος προς εξαφάνιση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε ο αιρετός του ΚΥΣΔΕ Ν. Κορδής, το προηγούμενο σχολικό έτος,  από το 2010 έχουν συνταξιοδοτηθεί περισσότεροι από 1900 Φυσικοί, με τις προσλήψεις μονίμων να είναι ανύπαρκτες. Φέτος η αναλογία έχει αλλάξει προφανώς προς το χειρότερο. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι σε άλλες ειδικότητες, όπου υπάρχει διαπιστωμένη επάρκεια και πλεονάζον προσωπικό, έχει γίνει μεγαλύτερος αριθμός προσλήψεων αναπληρωτών!!!Είναι, πραγματικά, απορίας άξια η στοχοποίηση των Φ.Ε. και κυρίως της Φυσικής από το Υπουργείο, δημιουργώντας εύλογα ερωτηματικά.

Να αλλάξουμε την παιδεία, ναι, αλλά προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η Ένωση Ελλήνων Φυσικών ζητά μικρές αλλά ουσιαστικές αλλαγές και αναθεωρήσεις των πρόσφατων επιλογών του Υπουργείου Παιδείας, ώστε το μέλλον του τόπου να αντιμετωπίζεται βάσιμα πιο αισιόδοξα.

Ζητούμε:

⦁ Την εργαστηριοποίηση του μαθήματος(εβδομαδιαία ώρα με 12 μαθητές ανά τμήμα ή όλοι οι μαθητές με δυο εκπαιδευτικούς στα εργαστήρια)
⦁ Την επαναφορά των τριών (3) ωρών εντός διδακτικού ωραρίου για τους υπευθύνους των Εργαστηρίων Φυσικών Επιστημών στην Μέση Εκπαίδευση, με πλήρη ένταξη της εργαστηριακής διδασκαλίαςστην όλη δομή του προγράμματος των Φυσικών Επιστημών.
⦁ Την επαναφορά της μίας ώρας Φυσικής Γενικής Παιδείας στην Γ’ Λυκείου, για να αποκτήσουμε πραγματικά εγγράμματους αποφοίτους στις Φυσικές Επιστήμες και τις Νέες Τεχνολογίες.
⦁ Την επανένταξη του μαθήματος της Αστρονομίας και της Αστροφυσικής στο ωρολόγιο πρόγραμμα της Β’ Λυκείου.
⦁ Την γενικότερη αύξηση των ωρώνδιδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών για να καταστεί εφικτή με αξιώσεις η προσέγγιση του μέσου όρουδιδασκαλίας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΟΣΑ, που είναι 22% του ωρολογίου σχολικού προγράμματος, την ίδια στιγμή που στην ελληνική πραγματικότητα είναι 12% και με τα μέτρα που προτείνονται για το Νέο Λύκειο θα μειωθούν έτι περαιτέρω!

Το ζητούμενο για εμάς ήταν, είναι και θα είναι ένα ουσιαστικό σχολείο, που θα παρέχει στους μαθητές του όλα εκείνα τα εφόδια που απαιτούνται από μια σύγχρονη κοινωνία, ώστε να είναι εγγράμματοι, φιλοπρόοδοι, καινοτόμοι, δημιουργικοί. Ένα σχολείο που θα τους εφοδιάσει με την κριτική ικανότητα νααντιμετωπίζουν τις νέες προκλήσεις, χωρίς φανατισμούς, προκαταλήψεις, ημιμάθειες και παρανοήσεις. Έτσι ώστε να μπορούν να προσφέρουν στον άνθρωπο και στον τόπο.Χωρίς τις βασικές γνώσεις των επιστημονικών θεμελίων του σύγχρονου πολιτισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν τα ζητούμενα αυτά.

Το σχολείο δεν πρέπεινα προετοιμάζει σήμερα τους επαίτες του αύριο αλλά τους πρωτοπόρους της κοινωνίας...