Skip to main content

Μια βουτιά στην ψυχή της Ελλάδας με οδηγό τον Νίκο Γκάτσο (video)

Η Ελλάδα παραμένει από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ένα γοητευτικό μυστήριο. Ακόμη και για τους ίδιους τους Έλληνες, κυρίως για τους Έλληνες.

Η 28η Οκτωβρίου, που ξημέρωσε πριν από λίγες ώρες, είναι ημέρα τιμής για τον ελληνικό λαό. Είναι ημέρα τιμής για τους Έλληνες του 1940, οι οποίοι μέσα σε ένα βράδυ μεταλλάχθηκαν σε ήρωες. Επίσης, είναι ημέρα της ελληνικής ιστορίας, που από τα ξημερώματα εκείνης της ημέρας και για αρκετούς μήνες έγραψε ορισμένες από τις πιο ηρωικές σελίδες της. Ένα μικρό, φτωχό κράτος στο Νότο της Βαλκανικής, με ιστορία -μέχρι τότε- 120 αιματοβαμμένων χρόνων, βρήκε το σθένος να πει ένα ΟΧΙ που μέχρι τότε δεν είχε ξεστομίσει κανένας στην Ευρώπη.

Η Ελλάδα παραμένει από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ένα γοητευτικό μυστήριο. Ακόμη και για τους ίδιους τους Έλληνες. Κυρίως για τους Έλληνες, που βιώνουν καθημερινά τις αντιφάσεις. Έχουν συνηθίσει να ζουν και να πορεύονται με αυτές. Ανάμεσά μας υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι η διαδρομή των περίπου 200 ετών ελευθέρου βίου δεν δικαιολογείται ακριβώς με την απλή λογική. Χρειάζεται κάτι διαφορετικό. Ενδεχομένως ο «αλγόριθμος της ποίησης» να προσφέρει ένα κλειδί, ένα πρόσθετο εργαλείο, για να κατανοήσει κανείς την ψυχοσύνθεση των Ελλήνων. Τη μεγαλοσύνη, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις την μικρότητα των αντιδράσεων τους.

Ένας από τους ποιητές που αναμφίβολα μπορούν να οδηγήσουν με το λόγο τους στην καρδιά της Ελλάδας είναι ο Νίκος Γκάτσος. Ο ποιητής της μίας και μοναδικής ποιητικής συλλογής, της «Αμοργού», και των εκατοντάδων ποιημάτων που έγιναν τραγούδια. Έγραψε κυρίως με τον στενό του φίλο Μάνο Χατζιδάκι, αλλά και με τον Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο, τον Μούτση και άλλους. Ένα άφθαρτο πρόσωπο στη διάρκεια του βίου του –γεννήθηκε το 1911 και πέθανε το 1992. Συγχρόνως και ο πιο Ελληνοκεντρικός από τους στιχουργούς. Με βαθιά γνώση της ιστορίας και κυρίως με μοναδική ικανότητα να συνθέτει και να ανασυνθέτει το πρόσωπο της Ελλάδας, κάθε φορά με βάση την ιστορία και λαμβάνοντας υπόψιν του τις εξελίξεις.

Τα πέντε τραγούδια του Νίκου Γκάτσου που επέλεξε –τιμής ένεκεν- η Voria.gr, ταιριάζουν στη σημερινή ημέρα. Εμπεριέχουν την ψυχή της Ελλάδας και πολλά στοιχεία από την ουσία της ύπαρξης της. Επειδή, μάλιστα, ο Γκάτσος ευτύχησε να συνεργαστεί με σπουδαίους μουσικούς -να τους εμπνεύσει και να εμπνευστεί από αυτούς- το αποτέλεσμα είναι σε όλες τις περιπτώσεις πολλαπλασιαστικό. Η ένταση συγκλονιστική και η αποδοχή λυτρωτική.

Τσάμικο στην Ελλαδογραφία

Το 1976, στην «καρδιά» της Μεταπολίτευσης, όταν οτιδήποτε άλλο πέραν των αντάρτικων και του απαγορευμένου μέχρι το 1974 Θεοδωράκη, βρισκόταν στο μουσικό περιθώριο, ο Νίκος Γκάτσος και ο Μάνος Χατζιδάκις παρουσίασαν δύο σημαντικούς δίσκους.

Η «Αθανασία» με ερμηνευτές τη Δήμητρα Γαλάνη και τον Μανόλη Μητσιά είναι ένας συγκλονιστικός δίσκος στον οποίο υπάρχει το «Τσάμικο». Ένα τραγούδι που σύνθεσε ο Χατζιδάκις πάνω στους στίχους σε δέκα λεπτά, λίγο πριν την ηχογράφηση και με οδηγό την ένδειξη του Γκάτσου στο χαρτί «τσάμικο». Ένα τραγούδι ύμνος στη φωτεινή πλευρά των Ελλήνων.

«Δική τους είναι μια φλούδα γης /
μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς /
για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα /
απ’ το τσακάλι και την αρκούδα. /
Δες πως χορεύει ο Νικηταράς /
κι αηδόνι γίνεται ο ταμπούρας».  


 
Ο δεύτερος δίσκος των Χατζιδάκι – Γκάτσου το 1976 είναι τα «Παράλογα». Μια σειρά τραγουδιών που τότε ακούγονταν όπως ακριβώς ο τίτλος τους: Παράλογα. (Ανάμεσα τους συμπεριλαμβάνεται το πρώτο τραγούδι οικολογικού περιεχομένου στον κόσμο, «Η θυσία της Περσεφόνης», που γράφτηκε σε μια εποχή που η ανησυχία για το περιβάλλον ήταν πρακτικά μηδενική). Το κομμάτι με τίτλο «Ελλαδογραφία», που μας ενδιαφέρει σήμερα, δεν είναι ακριβώς τραγούδι. Είναι ένας παραληρηματικός μονόλογος με κάποια ρεφρέν, που ευφυώς οι δημιουργοί του εμπιστεύθηκαν στη χαρακτηριστική φωνή του Μίκη Θεοδωράκη, ενός ανθρώπου – σύμβολο για την Ελλάδα, που διατρέχει την ελληνική ιστορία από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. Σε αυτό ο ποιητής θίγει με έναν εντελώς… φευγάτο τρόπο το ζήτημα της μη αναγνώρισης της προσφοράς. Κάτι που έκανε ήδη από το 440 π.Χ. ο Σοφοκλής στην τραγωδία «Αίας», όταν δραματοποιεί την αδικία που αισθάνθηκε ο Αίας ο Τελαμώνιος, ο βασιλιάς των Σαλαμινίων, όταν στον Τρωικό Πόλεμο οι Ατρείδες δεν του έδωσαν τα όπλα τα πεθαμένου Αχιλλέα, ενώ τα δικαιούνταν ως ο γενναιότερος των Ελλήνων. Στην ουσία ο Γκάτσος μιλάει για την απόλυτη έλλειψη αξιοκρατίας στο σύστημα της χώρας. Διότι όταν υπάρχει περιφρόνηση για θυσίες πραγματικές, με αίμα, ποιος θα νοιαστεί στα σοβαρά για την απόδοση μιας δημόσιας υπηρεσίες, για την επίδοση ενός εκπαιδευτικού ή για την αξιοσύνη μιας επιχείρησης;

«Στο Σούλι και την Αλαμάνα /
κάναμε φως τη συμφορά /
θα μας θυμούνται τάχα μάνα /
καμιά φορά; /
Ματαία ελπίς. Ουδείς τους ενεθυμήθη ως ζώσας αιωνιότητας, ουδείς τους κατενόησεν εις τα πραγματικάς των διαστάσεις».   



Ελλάδα Ελλάδα

Λίγα χρόνια αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, πολύ πριν από το ευρώ, πολύ πριν το… πάρτι της δεκαετίας του 2000 και πολύ πριν τη χρεοκοπία που ακολούθησε, ο Νίκος Γκάτσος παρουσιάζει την Ελλάδα όπως είναι. Όχι τη βιτρίνα της εποχής, αλλά την ξεφτίλα που συχνά κρύβεται από πίσω. Ο δωρικός Μανόλης Μητσιάς εξέπεμψε το σήμα προς κάθε κατεύθυνση.

«Που πήγες Αφρούλα του ονείρου λουλούδι που πήγε Ελένη. /
κρυφές αμαρτίες της άχρωμης μέρας το φως δεν ξεπλένει /
μονάχα πληβείοι με μάτια θλιμμένα χτυπάνε καρτέλες /
στον άθλιο μισθό τους σφιχτά κολλημένοι σαν στρείδια, σαν βδέλλες /
για ένα τριάρι για λίγη βενζίνα για μια φασολάδα /
πως τα’ κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα».      



Μάνα μου Ελλάς

Το 1983, ο σκηνοθέτης Κώστας Φέρρης γνωστός από καιρό για την ενασχόληση του με τα ρεμπέτικα τραγούδια, γυρίζει την ταινία «Ρεμπέτικο». Η ιστορία έχει πολλά στοιχεία από τη σύντομη ζωή της Μαρίκας Νίνου. Τη μουσική έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τους στίχους ο Νίκος Γκάτσος. Το soundtrack της ταινίας αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς δίσκους της ελληνικής μουσικής, καθώς περιλαμβάνει διασκευές παραδοσιακών τραγουδιών, τα οποία αποδίδουν ορισμένοι από τους καλύτερους Έλληνες μουσικούς, ενώ τα λόγια του Γκάτσου με πικρές αλήθειες για την Ελλάδα πέρασαν από την αρχή στη σφαίρα του κλασικού και διαχρονικού.

«Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα /
μου τα ’πες με το πρώτο σου το γάλα /
μα τώρα που η φωτιά φουντώνει πάλι /
εσύ κοιτάς τα’ αρχαία σου τα κάλλη /
και στις αρένες του κόσμου μάνα μου Ελλάς /
το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς».  



Η Χοντρομπαλού

Το 1991 ο Σταύρος Ξαρχάκος έγραψε τα «Κατά Μάρκον», όχι τα κατά Ευαγγελιστή, αλλά τα κατά Μάρκο Βαμβακάρη. Τραγούδια αυστηρού ύφους στο πνεύμα του ρεμπέτικου. Εκεί, λοιπόν, ο Γκάτσος εμφανίζει την Ελλάδα σαν μια γριά χοντρομπαλού, που αναλογίζεται όσα της έχουν συμβεί από την αρχαιότητα. Αφού διηγείται τη δόξα της αρχαιότητας και συνειδητοποιεί στα χρόνια του Βυζαντίου ότι ήταν «καμένο χαρτί» φτάνει στο σύγχρονο ελληνικό κράτος και εξομολογείται:
«Είδα τα ίδια μου παιδιά /
να δίνουν σ’ άλλους τα κλειδιά /
και με χιλιάδες ψέματα /
με προδοσίες κι αίματα /
να μου σπαράζουν την καρδιά».