Skip to main content

Άδειες αναψυχής και άνευ αποδοχών - Τι ισχύει σε κάθε περίπτωση

Η ετήσια άδεια αναψυχής καθώς και η (στην πράξη, ενίοτε, παρεχόμενη) άδεια άνευ αποδοχών εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες των εργαζομένων.

Γράφει ο Σταύρος Κουμεντάκης*

Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας απασχόλησαν οι διατάξεις του ν. 4808/2021, αναφορικά με τις άδειες των εργαζομένων που σχετίζονται με την οικογένεια. Συγκεκριμένα, οι άδειες που στοχεύουν στην εξισορρόπηση επαγγελματικής και προσωπικής ζωής για γονείς και φροντιστές. Επίσης, οι άδειες που στοχεύουν στην προστασία της οικογένειας. Επιπλέον, αναλύσαμε τις διατάξεις οι οποίες αποσκοπούν στην εξασφάλιση ενός ελάχιστου πεδίου προστασίας όσων ασκούν τα δικαιώματά τους σχετικά με τη λήψη των προαναφερόμενων αδειών.

Θα κλείσουμε τις αναφορές στις άδειες με εκείνες που δεν εντάσσονται στις παραπάνω ενότητες: την ετήσια άδεια αναψυχής καθώς και την άδεια άνευ αποδοχών.

Ετήσια άδεια αναψυχής

Το άρθρο 61 του ν. 4808/2021 επιφέρει ενδιαφέρουσες μεταβολές ως προς τον χρόνο παροχής της άδειας αναψυχής. Διατηρεί, καταρχάς, τους ήδη υφιστάμενους περιορισμούς. Προβλέπει, δηλαδή, ότι ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγήσει την εν λόγω άδεια μέσα σε δύο (2) μήνες από τη σχετική αίτηση του εργαζομένου. Παράλληλα, οι άδειες του μισού, έστω, προσωπικού πρέπει να χορηγούνται από 1 Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου. [Δεν απαντάται, βέβαια το ερώτημα-ούτε με τη συγκεκριμένη διάταξη, τι θα (πρέπει να) συμβεί αν, θεωρητικά, όλοι οι εργαζόμενοι μιας επιχείρησης αιτηθούν την άδειά τους την 30ή Ιουνίου ενός έτους για το δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου]...

Η καινοτομία συνίσταται πως η παραπάνω διάταξη τροποποιεί το χρονικό σημείο απόσβεσης του δικαιώματος για λήψη της άδειας αναψυχής. Ορίζει, συγκεκριμένα, ότι «…η δικαιούμενη, κατ’ έτος, άδεια πρέπει να εξαντλείται μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους».

Παρά τη συγκεκριμένη προσθήκη, το γράμμα του νόμου δεν φαίνεται να συμμορφώνεται με το ενωσιακό δίκαιο. Και τούτο γιατί, απλώς, παρατείνει τον χρόνο εκπλήρωσης, χωρίς να θέτει λόγους που να δικαιολογούν τη χορήγηση της άδειας μετά την παρέλευση του ημερολογιακού έτους. Ως εκ τούτου, η νέα ρύθμιση ενδέχεται να οδηγήσει, και πάλι, σε καταστρατηγήσεις.

Άδεια άνευ αποδοχών

Το άρθρο 62 ν. 4808/2021 θεσμοθετεί την άδεια άνευ αποδοχών. Η συγκεκριμένη άδεια περιβάλλεται τη μορφή διάταξης νόμου, για πρώτη φορά, στην εθνική έννομη τάξη. Ωστόσο, δεν αποτελεί θεσμό άγνωστο καθώς στην πράξη παρεχόταν, ήδη, σε εργαζομένους και πριν από τη γενική, νομοθετική, καθιέρωση της.

Προϋπόθεση της χορήγησής της, η ατομική έγγραφη συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου. Τίθεται, ως ανώτατο όριο διάρκειας της άδειας αυτής, το ένα έτος. Ωστόσο, παρέχεται δυνατότητα παράτασής της με νεότερη συμφωνία των μερών.

Ο νέος νόμος αναγνωρίζει ρητά τον χαρακτήρα της άδειας άνευ αποδοχών ως συμβατικής αναστολής. Ορίζει, συγκεκριμένα, πως κατά τη διάρκειά της, η σύμβαση εργασίας τίθεται σε αναστολή και δεν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές. Επιπλέον, στην §2 της ίδιας διάταξης προσδιορίζεται ότι μετά τη λήξη της άδειας άνευ αποδοχών αναβιώνουν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών από τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.

Η ετήσια άδεια αναψυχής καθώς και η (στην πράξη, ενίοτε, παρεχόμενη) άδεια άνευ αποδοχών εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες των εργαζομένων. Το νέο θεσμικό πλαίσιο επιχείρησε να διορθώσει τα κακώς κείμενα της πρώτης και το νομοθετικό κενό που αφορούσε τη δεύτερη. Και στις δύο περιπτώσεις οι ρυθμίσεις δεν υπήρξαν απολύτως επιτυχείς. Είναι όμως δεδομένο ότι, έστω και μερικώς, καλύπτουν προβλήματα που οι επιχειρήσεις-βεβαίως και οι εργαζόμενοι, επί μακρόν, αντιμετώπιζαν.

Προσβλέπουμε, κατά τούτο, στις μελλοντικές (& προφανώς αναγκαίες) βελτιώσεις.-

Σταύρος Κουμεντάκης

Managing Partner

Koumentakis and Associates Law Firm

Σημ.: Το παρόν άρθρο σε πλήρη μορφή