Skip to main content

Γιατί η Θεσσαλονίκη καταφέρνει και τιθασεύει τον κορωνοϊό

Τι συμβαίνει και το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο τα πηγαίνει καλά με τον κορωνοϊό, ενώ περιστοιχίζεται από περιοχές επιδημιολογικά επιβαρυμένες;

Τι στο καλό συμβαίνει και η Θεσσαλονίκη, το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας, τα πηγαίνει καλά με τον κορωνοϊό, την ώρα, μάλιστα, που περιστοιχίζεται από περιοχές επιδημιολογικά επιβαρυμένες όπως η Πέλλα που είναι στο κόκκινο και λίγο νωρίτερα η Πιερία και η Ημαθία; Το ερώτημα πλανάται, με αρκετή δόση μάλιστα... ζηλοφθονίας, πάνω από το δοκιμαζόμενο Κλεινόν Άστυ, προβάλλοντας σε ένα άλλο πλέον επίπεδο την αέναη κόντρα μεταξύ Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Και να σκεφτεί κανείς ότι μόλις πριν από περίπου ενάμιση μήνα, τον Αύγουστο, η Θεσσαλονίκη βρισκόταν σε δυσχερέστερη θέση σε σύγκριση με την πρωτεύουσα. Τι άλλαξε, στο μεταξύ, και οι όροι αντιστράφηκαν;

Η εξήγηση την οποία έδωσε ο Σωτήρης Τσιόδρας, εξερχόμενος από το γηροκομείο στον Άγιο Παντελεήμονα ήταν ότι «η Θεσσαλονίκη φαίνεται πως έχει πάρει το μάθημά της, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την Αθήνα». Δεν ξέρω τι ακριβώς εννοούσε με αυτή του τη δήλωση ο εθνικός μας λοιμωξιολόγος καθώς, τουλάχιστον σε επίπεδο διαχείρισης, τόσο από την Πολιτεία, όσο και από τους πολίτες, Θεσσαλονίκη και Αθήνα παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες. Ο συνωστισμός στα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι παρόμοιος, τα καταστήματα ψυχαγωγίας κλείνουν κι εδώ στις 12, αλλά και ο βαθμός ευαισθητοποίησης των πολιτών ως προς τη λήψη προστατευτικών μέτρων είναι πάνω κάτω ο ίδιος.

Συνεπώς, τι είναι εκείνο που κάνει τη διαφορά; “Η απάντηση είναι απλή. Δες τους λόγους που προκάλεσαν την έκρηξη κρουσμάτων στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο και θα καταλάβεις”, μου συνέστησε διοικητής μεγάλου νοσοκομείου της πόλης. Ανατρέχοντας σε προ διμήνου ρεπορτάζ της Voria.gr διαπίστωσα ότι ορισμένες από τις βασικές αιτίες της έξαρσης των κρουσμάτων στην πόλη, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, έχουν πλέον εκλείψει.

Για παράδειγμα, είναι κοινό μυστικό ότι μία από τις αιτίες διασποράς του covid-19 στην Θεσσαλονίκη ήταν τα συνεχή πηγαινέλα στη Χαλκιδική, η χαλαρότητα στις παραλίες και ο συνωστισμός στα μπιτς πάρτι. Μόλις «έκλεισε» η Χαλκιδική άρχισε να βελτιώνεται και η επιδημιολογική εικόνα της Θεσσαλονίκης. Επίσης, περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό και τα πηγαινέλα σε όμορες βαλκανικές χώρες, κυρίως σε Βουλγαρία, Σερβία και Βόρεια Μακεδονία οι οποίες ήταν στο κόκκινο. Πηγαινέλα τα οποία αφορούσαν είτε τουρίστες είτε κυρίως εργαζόμενους, όπως στην εταιρεία logistics στο Καλοχώρι ή τη βιοτεχνία τροφίμων στη Χαλκιδική όπου είχαν υπάρξει μεγάλες συρροές κρουσμάτων.

Σωτήρια απεδείχθη, όπως φαίνεται, και η απόφαση για τη ματαίωση της 85ης ΔΕΘ, παρά τις πολύ σοβαρές παράπλευρες οικονομικές επιπτώσεις. Τυχόν πραγματοποίησή της είναι βέβαιο πως θα επιβάρυνε επιδημιολογικά την πόλη. Επιπλέον, η Θεσσαλονίκη δεν έχει πρόσφυγες και μετανάστες να περιφέρονται αμήχανοι σε πλατείες, γεγονός που στην Αθήνα έχει συντελέσει στην αύξηση των κρουσμάτων καθώς δεν είναι εύκολος ούτε ο εντοπισμός των κρουσμάτων ούτε και η αποτελεσματική ιχνηλάτηση.

Έτσι, μόνη εστία πιθανής διάδοσης του covid-19 απέμειναν τα λεωφορεία του ΟΑΣΘ. Όμως και σε αυτό η Θεσσαλονίκη πλεονεκτεί καθώς, λόγω μεγέθους, σε σύγκριση πάντα με την Αθήνα, πολλές αποστάσεις καλύπτονται με τα πόδια. Επίσης, τα λιγοστά κρούσματα από τα πηγαινέλα στην Αθήνα ή σε όμορες, επιδημιολογικά επιβαρυμένες περιοχές, εύκολα εντοπίζονται και ιχνηλατούνται.  

Εν ολίγοις, με αρκετή δόση αυτογνωσίας και γιατί όχι, και αυτοσαρκασμού, θα μπορούσε να πει κανείς ότι τη Θεσσαλονίκη τη σώζει ο... επαρχιωτισμός της. Μια πόλη χωρίς πολλά πάρε δώσε με την ενδοχώρα της και με τον “έξω” κόσμο, σχεδόν περίκλειστη, μπορεί, προς ώρας τουλάχιστον και αυτοπροστατεύεται. Μένει να δούμε εάν αυτό θα συνεχιστεί και τους δύσκολους χειμερινούς μήνες.