Skip to main content

Αναγνωστοπούλου: Ο θεσμός των ΣΙ αποδείχθηκε μη επιτυχημένος

Ο θεσμός των Συμβουλίων Ιδρύματος, όπως λειτούργησε, αποδείχθηκε ένας μη επιτυχημένος θεσμός, τόνισε η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας.

«Τόσο η Ιστορία όσο και τα Θρησκευτικά είναι κατ' εξοχήν μαθήματα που οξύνουν την κριτική ικανότητα των μαθητών», δηλώνει στην συνέντευξή της στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας Σία Αναγνωστοπούλου, διαψεύδοντας τις φήμες για κατάργηση αυτών των μαθημάτων.

Για τον τρόπο εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, η υπουργός, υποστηρίζει την άποψη ότι «το υπάρχον σύστημα εξετάσεων φαίνεται να κλείνει πια τον κύκλο του», ωστόσο διευκρινίζει ότι οι όποιες αλλαγές θα γίνουν μέσα από διάλογο, συναίνεση των κομμάτων και χωρίς κανένα αιφνιδιασμό.

Για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση δηλώνει ότι προτεραιότητα είναι να αναμορφωθεί το πρόγραμμα σπουδών κυρίως στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, με στόχο τον περιορισμό της παραπαιδείας.

Η Σία Αναγνωστοπούλου, στην συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανακοινώνει ότι έχουν πιστωθεί και πρέπει να προκηρυχθούν άμεσα 500 θέσεις ΔΕΠ και δηλώνει ότι το υπουργείο Παιδείας έχει κάνει έκκληση στους πρυτάνεις και στους προέδρους των ΑΕΙ να επιταχύνουν τον ρυθμό προκήρυξης των συγκεκριμένων θέσεων.

Τέλος, η αναπληρώτρια υπουργός δηλώνει ότι «ο θεσμός των Συμβουλίων Ιδρύματος, όπως λειτούργησε, αποδείχθηκε ένας μη επιτυχημένος θεσμός, καθώς οι εμπνευστές τους τον υπονόμευσαν ευθύς εξαρχής».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης με την αναπληρώτρια υπουργό Παιδείας, Σία Αναγνωστοπούλου:

Κυρία υπουργέ, η απόφαση του υπουργείου Παιδείας για την κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρυμάτων προκάλεσε αντιδράσεις στην Πανεπιστημιακή κοινότητα. Γιατί προχωρήσατε στην κατάργησή τους;

«Η ερώτησή σας με υποχρεώνει να ξεκινήσω διατυπώνοντας μια κριτική. Διαπιστώνω ότι με μεγάλη ευκολία αναπαράγονται όχι μόνο ανακριβή αλλά τελικά αναληθή στοιχεία σχετικά με τις νομοθετικές παρεμβάσεις στον τομέα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Διευκρινίζω λοιπόν ότι τα μέλη των Σ.Ι. δεν παραιτήθηκαν εξαιτίας της κατάργησής τους αλλά για λόγους για τους οποίους μέχρι σήμερα δεν μας έχουν αιτιολογήσει. Εμείς προχωρήσαμε καταρχάς στην «αφαίρεση» εκείνων των αρμοδιοτήτων των Συμβουλίων που δυσχέραναν τη λειτουργία των ΑΕΙ και υπονόμευσαν τη δημοκρατικότητα των δημόσιων Ιδρυμάτων. Η κύρια αρμοδιότητα που επί θητείας μου αφαιρέθηκε από τα Συμβούλια Ιδρύματος ήταν αυτή της προεπιλογής των υποψηφίων πρυτάνεων, κοσμητόρων κ.τ.λ. και αυτό προκειμένου να αρθούν οι ενστάσεις αντισυνταγματικότητας που αφορούσαν την αρχή της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ. Και θέλω να σταθώ σε ένα σημείο που έχει τη σημασία του: η ουσιαστική αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τα Συμβούλια Ιδρύματος ξεκίνησε ?όπως το ίδιο το Συμβούλιο Επικρατείας έχει δεχθεί- με τον νόμο 4076/2012, τον νόμο Αρβανιτόπουλου δηλαδή, μόλις ένα χρόνο μετά την ψήφιση του νόμου Διαμαντοπούλου. Ο θεσμός των Συμβουλίων Ιδρύματος όπως λειτούργησε, αποδείχθηκε ένας μη επιτυχημένος θεσμός, πρέπει όμως να αναζητήσουμε τους πραγματικούς λόγους της αποτυχίας τους και να πάψουμε να συντηρούμε τον βολικό μύθο ότι η Κυβέρνηση της Αριστεράς είναι αυτή που τον υπονόμευσε. Οι εμπνευστές τους τον υπονόμευαν ευθύς εξαρχής.»

Τα Συμβούλια, όμως, είναι θεσμοθετημένα στις περισσότερες εκ των ευρωπαϊκών χωρών?

«Ακριβώς αυτή η λογική της αυτούσιας μεταφοράς μιας πρακτικής που ευδοκιμεί σε μια άλλη χώρα, υπό διαφορετικές εντελώς παραμέτρους και συνθήκες, είναι κατά τη γνώμη μου ένας από τους βασικούς λόγους που απέτυχε στην πράξη και ο νόμος 4009/2011. Αυτά τα «εμφυτεύματα» από πρακτικές των πανεπιστημίων της αλλοδαπής που αποτέλεσαν τον πυρήνα της φιλοσοφίας του νόμου Διαμαντοπούλου απορρίφθηκαν τελικά από το σώμα της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο εντασσόταν ήδη από δεκαετίες στην πρωτοπορία μιας ευρωπαϊκής δημοκρατικής παράδοσης και καθόλου δεν είχε ανάγκη από τέτοιου είδους «μοσχεύματα». Πράγματι υπάρχουν καλά παραδείγματα από τη λειτουργία αντίστοιχων διοικητικών μοντέλων σε πανεπιστήμια της Ευρώπης ή διεθνώς. Σε ορισμένες πάντως περιπτώσεις τα συμβούλια αυτά έχουν έναν αμιγώς γνωμοδοτικό χαρακτήρα που επιτρέπει την ευελιξία στη λειτουργία τους χωρίς να στερεί το πανεπιστήμιο από αυτονομία ή να απομειώνει τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων που λαμβάνονται από τα αντιπροσωπευτικά συλλογικά όργανα των πανεπιστημίων. Στις περιπτώσεις όμως χωρών, όπως η δική μας, που «εμφυτεύτηκαν» (με τον τρόπο που «εμφυτεύτηκαν»), ήταν για να επιβληθούν «από πάνω μεταρρυθμίσεις», χωρίς αντιστάσεις από την ακαδημαϊκή κοινότητα.»

Η εν λόγω κατάργηση προκάλεσε, μάλιστα, και πολιτική αντιπαράθεση με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να δηλώνει δημόσια ότι η κυβέρνηση της ΝΔ θα φέρει την κανονικότητα στα Πανεπιστήμια. Θα ήθελα να σας ρωτήσω: θα γίνουν και άλλες αλλαγές στο Νόμο για τα ΑΕΙ;

«Νομίζω ότι ένα από τα πράγματα στα οποία θα βρίσκατε σύμφωνη όλη την ακαδημαϊκή κοινότητα ήταν ότι το πανεπιστήμιο λειτούργησε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο όχι μόνο σε συνθήκες κανονικότητας αλλά και ειρήνευσης κι αυτό δεν είναι κάτι που πρέπει να παραβλέπουμε, παρά το τεχνητό κλίμα όξυνσης που ορισμένοι επιχειρούν να δημιουργήσουν. Όσον αφορά όμως το νόμο για τα ΑΕΙ, επιτρέψτε μου το εξής σχόλιο. Ο νόμος 4009/2011 προδιέγραψε ο ίδιος την αδυναμία εφαρμογής του, αφήνοντας ιδιαιτέρως πολ­λά θέματα αρρύθμιστα και μεταβιβάζοντας την αρ­μοδιότητα για τη ρύθμιση αυτών σε όργανα που προβλέπονται μεν από το νόμο, αλλά δεν υφίστα­νται. Τα Ανώτατα Ιδρύματα της χώρας λειτουργούσαν και λειτουργούν ακόμα με μεταβατικές διατάξεις είτε με παραπομπές σε προϊσχύουσα νομοθεσία, αφού ο Νόμος 4009/2011 στερείται κανονιστικού περιεχομένου σε μια σειρά ζητημάτων. Ήδη έχουν υπάρξει σημαντικές νομοθετικές πρωτοβουλίες που ρύθμισαν τις πολλές εκκρεμότητες που άφησε ο νόμος 4009/2011 και οι επόμενοι. Τις επόμενες μέρες κατατίθεται Σχέδιο Νόμου με το οποίο θα νομοθετηθεί επιτέλους το πλαίσιο λειτουργίας του Δεύτερου και Τρίτου Κύκλου Σπουδών(δηλαδή μεταπτυχιακά και Διδακτορικά), καθώς και θέματα που αφορούν τη θεσμική θωράκιση των συλλογικών οργάνων των ΑΕΙ.»

Αναφορικά με τα ΑΕΙ πότε θα καλυφθούν οι 500 θέσεις ΔΕΠ που έχουν ήδη προκηρυχθεί;

«Οι θέσεις αυτές έχουν πιστωθεί και  πρέπει να προκηρυχθούν άμεσα. Έχουμε κάνει έκκληση προς τους πρυτάνεις και τους προέδρους των ΑΕΙ να επιταχύνουν το ρυθμό προκήρυξης των θέσεων»

Κυρία Αναγνωστοπούλου, τι θα κάνετε ως υπουργείο ώστε να ενισχύσετε την τριτοβάθμια εκπαίδευση;

«Το μεγάλο ζήτημα της υποστελέχωσης των Ιδρυμάτων αποτελεί προτεραιότητα για την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Μετά τις 500 θέσεις μελών ΔΕΠ οι οποίες κατανεμήθηκαν στα ΑΕΙ τον Απρίλιο του 2016, δόθηκαν μόλις σήμερα 500 νέες θέσεις και έχουν δεσμευτεί άλλες 500 για το 2019. Καταλαβαίνετε πως μέσα σε αυτή τη δύσκολη οικονομική συγκυρία, η ενίσχυση των ΑΕΙ με 1500 νέες θέσεις μέσα σε λιγότερο από 3 χρόνια, είναι μια σημαντική βοήθεια. Έχει δοθεί επίσης μετά από 6 χρόνια ένας μεγάλος αριθμός υποτροφιών ενώ ενισχύθηκαν τα Ιδρύματα με νέους επιστήμονες για απόκτηση διδακτικής εμπειρίας(Ενδεικτικά οι δύο τελευταίες Πράξεις: «Απόκτηση Ακαδημαϊκής Διδακτικής Εμπειρίας σε Νέους Επιστήμονες, Κατόχους Διδακτορικού» και «Ενίσχυση Μεταδιδακτόρων ερευνητών/ ερευνητριών»)

Τι γίνετε με το θέμα της Ιστορίας και των Θρησκευτικών, καθώς πολλά ακούγονται για την κατάργησή τους;

«Είναι παράλογο να πιστεύει κανείς ότι θα καταργηθούν μαθήματα και μάλιστα ένα μάθημα όπως αυτό της Ιστορίας. Τόσο η Ιστορία, όσο και τα Θρησκευτικά, είναι κατ εξοχήν μαθήματα που οξύνουν την κριτική ικανότητα των μαθητών/τριών. Όπως ο ίδιος ο Υπουργός έχει δημοσίως δηλώσει, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) εργάζεται προς την κατεύθυνση ώστε αφενός η Ιστορία να μην έχει κενές σελίδες, αφετέρου τα Θρησκευτικά να αποκτήσουν θρησκειολογικό περιεχόμενο. Καμία ιδέα περί κατάργησης.»

Τελικά, η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια θα γίνεται χωρίς εξετάσεις;

«Το υπάρχον σύστημα εξετάσεων φαίνεται ότι κλείνει πια τον κύκλο του. Τα τελευταία χρόνια ενίσχυσε την παραπαιδεία και υπονόμευσε τη λειτουργία των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου. Πρέπει να σταματήσει το Λύκειο να λειτουργεί ως προθάλαμος της Γ΄βαθμιας αλλά και η ελληνική οικογένεια να θυσιάζει τόσα χρήματα για την εισαγωγή στα ΑΕΙ. Πρέπει να βρεθεί άλλος τρόπος και εκεί χρειάζεται συναίνεση. Οι όποιες αλλαγές θα γίνουν μέσα από διάλογο, συναίνεση των κομμάτων και χωρίς κανέναν αιφνιδιασμό για τους μαθητές. Οι εισαγωγικές εξετάσεις είναι πάνω από κόμματα και οποιαδήποτε κομματικά συμφέροντα, άρα η συζήτηση θα είναι ευρεία, συναινετική για να μπορέσουμε να φτάσουμε σε ένα αποτέλεσμα που η κοινωνία θα αισθανθεί σιγουριά γι αυτό τον τρόπο εισαγωγής στα ιδρύματα.»

Και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση καταλήγετε στην αύξηση των χρόνων του γυμνασίου σε τέσσερα και μείωσης του λυκείου σε δύο κατά τα πρότυπα του international baccalaureate;

«Δεν είναι εφικτό να εφαρμοστεί στην Ελλάδα, το σύστημα 4 + 2 τη συγκεκριμένη στιγμή. Όπως έχει δηλώσει και ο Υπουργός, υπάρχουν πολλές διεθνείς πρακτικές, τις οποίες θα μελετήσουμε και θα προσαρμόσουμε στην ελληνική πραγματικότητα. Μπορεί όμως και να αποτελέσει βάση διαλόγου. Θα πάμε βήμα βήμα, ξεκινώντας από την αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών και των μεθόδων διδασκαλίας, κατά προτεραιότητα στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, με στόχο να περιορισθεί δραστικά η παραπαιδεία και να ενταχθεί μέσα στο σχολείο το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.»

Τι θα κάνετε ώστε να ενισχύσετε ουσιαστικά σε όλα τα επίπεδα τη Δημόσια Εκπαίδευση;

«Ενίσχυση του προσωπικού, νομοθετικό πλαίσιο αντάξιο της Παιδείας-δημόσιο αγαθό, ενίσχυση των υποτροφιών και θωράκιση των δημοκρατικών θεσμών της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης. »

Υπάρχει προκατάληψη για τα Ιδιωτικά Σχολεία; Σας ρωτώ γιατί έχει διαμορφωθεί η εικόνα ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «έχει βάλει στο στόχαστρο» τα ιδιωτικά σχολεία;

«Γιατί κάνουμε πρόβλημα ένα θέμα που στην ουσία δεν υπάρχει; Πέρασε ένα σημαντικό νομοσχέδιο που αποκαθιστά την Παιδεία ως δημόσιο αγαθό. Το άρθρο 28 του νόμου 4415/2016 που αφορά την ιδιωτική εκπαίδευση αποτελεί τομή. Αποτελεί τομή γιατί μια κυβέρνηση, με κύριο κορμό την Αριστερά, βάζει φρένο σε μια απολύτως νεοφιλελεύθερη αντίληψη η οποία προσπαθούσε να μετατρέψει την εκπαίδευση σε εμπόρευμα. Από το 2011 ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια, μετατροπής των μαθητών σε «πελάτες» και των καθηγητών σε «εξυπηρετητές των πελατών». Το νομοσχέδιο σταματάει την «αντιμεταρρύθμιση» στην παιδεία. Η παιδεία είναι δημόσιο αγαθό. Επομένως, οι εκπαιδευτικοί είτε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό φορέα, είναι λειτουργοί και πρέπει να προστατεύονται με ενιαίο θεσμικό πλαίσιο από το κράτος και να μην είναι όμηροι στα χέρια του κάθε ιδιοκτήτη. Δεν είναι τυχαίο ότι το άρθρο 28 το ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΚΚΕ, ψήφισαν παρών η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι, και καταψήφισαν η ΝΔ και η Χρυσή Αυγή. Τι σημαίνει αυτό για τη ΝΔ, ας ψάξει να το βρει μόνη της.»

Κυρία υπουργέ μήπως ήλθε η ώρα το πολιτικό σύστημα, ενόψει της αναθεώρησης του Συντάγματος, να ανοίξει τη συζήτηση για τα Ιδιωτικά Πανεπιστήμια;

«Τέτοιο θέμα δεν υφίσταται. Ως κόμμα, αγωνιστήκαμε για την υπεράσπιση του άρθρου 16 κι αυτός ο αγώνας είχε ιδεολογικό, πολιτικό και ακαδημαϊκό περιεχόμενο. Είχε θέση για την Παιδεία. Πέρα από αυτό όμως, πολλοί/ές από την αντιπολίτευση «θορυβούν» για το μεγάλο αριθμό πτυχιούχων σε σχέση με την αγορά εργασίας. Για ποιο λόγο λοιπόν να ανοίξουν και ιδιωτικά Πανεπιστήμια; Εκτός και αν η αντιπολίτευση, συνεπής με τις «αρχές της Παιδείας-εμπόρευμα», επιδιώκει να τις μεταφέρει και στην Τριτοβάθμια. »