Skip to main content

Αναξιοποίητος ο πλούτος των ελληνικών προϊόντων ΠΟΠ

Τα υψηλής ποιότητας προϊόντα που παράγει η ελληνική γη μένουν αναξιοιποίητα και χάνονται πολύτιμα έσοδα για την εθνική οικονομία.

Την ώρα που η χώρα δίνει μάχη να τονώσει τις εξαγωγές και να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, ο τεράστιος «πλούτος» των αγροδιατροφικών προϊόντων παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητος.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Ημερησίας, ακόμη και τα ελληνικά προϊόντα ΠΟΠ, τα οποία διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και με τη... «βούλα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν καταφέρει να βρουν τη θέση που τους αξίζει στα ράφια των μεγάλων σούπερ μάρκετ του εξωτερικού. Όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, «η αδυναμία της πολιτείας αλλά και των επιχειρήσεων να προωθήσουν αυτά τα μοναδικά προϊόντα είναι μνημειώδης, τη στιγμή που άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία, αλλά και άλλες με πολύ λιγότερα προϊόντα ΠΟΠ, έχουν καταφέρει να κατακλύσουν τις αγορές» και προσθέτουν πως «η ιστορία της χώρας είναι γεμάτη από χαμένες ευκαιρίες».

Είναι κρίμα, όπως λένε οι ίδιοι, να μην αξιοποιούμται όπως θα έπρεπε, τα υψηλής ποιότητας προϊόντα που παράγει η ελληνική γη και να χάνονται πολύτιμα έσοδα. Ενδεικτικό της «απαξίωσης» που υφίστανται τα ελληνικά ΠΟΠ και ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη) προϊόντα είναι το γεγονός πως 12 από αυτά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Infobank Hellastat, είναι ανενεργά, καθώς παρά την επίσημη αναγνώρισή τους δεν υφίσταται επιχειρηματικό ενδιαφέρον για την παραγωγή τους!

Παράλληλα, τα περισσότερα από αυτά καταναλώνονται κυρίως στην ελληνική αγορά, όπως εξάλλου και πριν καταχωρισθούν επίσημα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ, όπως επισημαίνει η Hellastat, αρκετά από αυτά διακινούνται σε χύμα μορφή, ή ως μη ΠΟΠ / ΠΓΕ προϊόντα, καθώς η διαδικασία τυποποίησης είναι χρονοβόρα και υψηλού κόστους. Το φαινόμενο αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στον τομέα του ελαιόλαδου, όπου μόνο το 20% της παραγωγής τυποποιείται...

Εκτός από την έλλειψη εξαγωγικής δυναμικής, τα ελληνικά ΠΟΠ που έχουν βρει θέση στο εξωτερικό στις περισσότερες περιπτώσεις διατίθενται σε χαμηλές τιμές. Ενδεικτικά, η φέτα σε αρκετές αλυσίδες super market της Ευρώπης πωλείται φθηνότερα ακόμα και από μη ΠΟΠ πρόβεια τυριά άλλων χωρών. Ο μεγάλος κίνδυνος, ωστόσο που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά προϊόντα είναι οι απομιμήσεις και οι αντιγραφές από τον ανταγωνισμό. Πριν από μερικές ημέρες, μάλιστα, η Γενική Διεύθυνση Βιώσιμης Αγροτικής Ανάπτυξης του υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης έστειλε επείγον έγγραφο προς το υπουργείο Γεωργίας της Βουλγαρίας για το λευκό τυρί με την ονομασία «Fetama» που κυκλοφορεί στη γειτονική χώρα, προκειμένου να παύσει η καταχρηστική χρήση της ονομασίας «Φέτα».

Χαμηλή παραγωγή

Ένας από τους βασικούς λόγος για τις «χαμηλές πτήσεις» των ελληνικών ΠΟΠ είναι ο περιορισμένος όγκος παραγωγής αρκετών προϊόντων, ο οποίος δεν επιτρέπει την ανάπτυξη αξιόλογης εξαγωγικής δράσης, ενώ παράλληλα οδηγεί και σε υψηλότερα κόστη. Σύμφωνα με την κ. Αντιγόνη Αμπελακιώτη, Customer Support Manager της Infobank Hellastat, «τα ελληνικά προϊόντα γεωγραφικής ένδειξης θα δώσουν την απαραίτητη προστιθέμενη αξία στην οικονομία μας εφόσον υποστηριχθούν από το τρίπτυχο: α) πιο αποτελεσματικός μηχανισμός τυποποίησης, β) ενίσχυση της εξαγωγικής δραστηριότητας και γ) καλύτερη οργάνωση των παραγωγών και ένταξή τους σε συνεταιριστικές ενώσεις.

Περαιτέρω ώθηση, εκτιμάται πως θα δώσει και ενδεχόμενη κατοχύρωση των ονομασιών αυτών από τις ΗΠΑ, οι οποίες μέχρι στιγμής είναι αντίθετες στο θέμα της αναγνώρισης των ονομασιών που έχουν τεθεί από την Ε.Ε.

Η φέτα, ηγέτης των ΠΟΠ

Να σημειωθεί πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναγνωρίσει επίσημα 101 ελληνικά προϊόντα, με τα 74 από αυτά να είναι ΠΟΠ και τα 27 ΠΓΕ. Η πολυπληθέστερη κατηγορία είναι τα φρούτα, τα λαχανικά, οι ξηροί καρποί και τα όσπρια με 31 προϊόντα, τα 29 είναι ελαιόλαδα, τα 21 τυριά, τα 11 ποικιλίες ελιάς και τα 9 προϊόντα των υπολοίπων κατηγοριών. Το 2013 διακινήθηκαν συνολικά -τόσο εγχώρια, όσο και στο εξωτερικό- πάνω από 160.000 τόνοι προϊόντων. Η φέτα καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, όντας το πλέον αναγνωρίσιμο ελληνικό προϊόν. Το 2013 διακινήθηκαν συνολικά 94.765 τόνοι, ποσότητα αυξημένη κατά 9,5% σε σχέση με το 2012, με τους 37.000 τόνους (39% του συνόλου) να είναι εξαγωγές.

Επίσης, διατέθηκαν 4.200 τόνοι ελαιολάδου Σητείας, 2.350 τόνοι ελαιολάδου Χανίων, 1.400 τόνοι ελαιολάδου Καλαμάτας κ.λπ. Στις επιτραπέζιες ελιές, η μεγαλύτερη ποσότητα (σχεδόν 3.700 τόνοι) ήταν πράσινες ελιές Χαλκιδικής. Ακόμα, παρήχθησαν και διατέθηκαν 14.000 τόνοι μήλων Καστοριάς, 12.000 τόνοι μήλων Ζαγόρας Πηλίου, πάνω από 7.800 τόνοι πατάτας Κάτω Νευροκοπίου και 4.600 τόνοι κορινθιακής σταφίδας.