Skip to main content

Αναισθησιολόγοι – γυρολόγοι στα νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας για να καλυφθούν τα κενά

Γιατροί και άλλων κρίσιμων ειδικοτήτων καλούνται να καλύψουν εφημερίες σε περιφερειακά νοσοκομεία είτε εθελοντικά, είτε με «εντέλλεσθε»

Γυρολόγοι στα νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας έχουν καταντήσει αναισθησιολόγοι, αλλά και γιατροί κρίσιμων ειδικοτήτων, προκειμένου να καλύψουν τα κενά.

Μπορεί το Ιπποκράτειο της Θεσσαλονίκης να αντιμετωπίζει το πιο σοβαρό πρόβλημα σε ό,τι αφορά τους αναισθησιολόγους, όμως ανάλογες σοβαρές ελλείψεις και σε άλλες ειδικότητες έχουν και άλλα νοσοκομεία τόσο της πόλης όσο -κυρίως- της περιφέρειας, που αδυνατούν να βγάλουν πρόγραμμα εφημεριών με το υπάρχον προσωπικό ή να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένες ιατρικές πράξεις. Οι υγειονομικοί χτυπούν καμπανάκι, τονίζοντας ότι η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία είναι χειρότερη σε σχέση με την αρχή της πανδημίας. Μάλιστα, εκφράζουν φόβους για κατάρρευση του συστήματος υγείας σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για νέα έξαρση του κορωνοϊού από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.

Σαφώς το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η έλλειψη αναισθησιολόγων, ειδικότητα για την οποία οι πολλές προκηρύξεις προσλήψεων που έγιναν το τελευταίο διάστημα ήταν στην πλειονότητά τους άγονες. Έτσι οι υγειονομικές αρχές καλούνται να αντιμετωπίσουν μία δυσεπίλυτη εξίσωση με ντόμινο μετακινήσεων από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, μεταθέτοντας στην ουσία το πρόβλημα. Είναι ενδεικτικό ότι αναισθησιολόγος μετακινήθηκε από τον Άγιο Παύλο στο νοσοκομείο των Σερρών και το κενό που άφησε καλύφθηκε από γιατρό του Θεαγένειου. Οι μετακινήσεις αυτές είναι είτε ημερήσιες με τη συναίνεση των γιατρών, είτε τρίμηνες με εντέλλεσθε από την υπηρεσία.

Το νοσοκομείο των Σερρών είναι ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό του συνολικού προβλήματος. Στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα έγιναν τρεις φορές προκηρύξεις για δύο θέσεις αναισθησιολόγων και τελικά καλύφθηκε μόνο μία από γιατρό του νοσοκομείου της Δράμας. Συνολικά, πλέον, μαζί με τον γιατρό που μετακινήθηκε από τον Άγιο Παύλο της Θεσσαλονίκης, υπηρετούν μόλις δύο αναισθησιολόγοι μένει ένα κενό 13-14 εφημεριών, οι οποίες καλύπτονται με γιατρούς από την Καβάλα, την Αλεξανδρούπολη, τη Χαλκιδική ή από ιδιώτη. Ανάλογη είναι η κατάσταση και στο νοσοκομείο της Δράμας, όπου μία μόνιμη αναισθησιολόγος καλύπτει σχεδόν τις μισές εφημερίες, με τις υπόλοιπες να καλύπτονται από άλλες περιοχή ή και με εντέλλεσθε. Οι διαρκείς μετακινήσεις έχουν εξαντλήσει τους εργαζόμενους γιατρούς, με αποτέλεσμα να εκφράζονται φόβοι ότι θα οδηγηθούν κι αυτοί σε παραίτηση.

Όμως και στα υπόλοιπα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, εκτός από το Ιπποκράτειο, η κατάσταση είναι οριακή. Είναι ενδεικτικό ότι το ΑΧΕΠΑ αναγκάστηκε να μετακινήσει δύο αναισθησιολόγους από τις ΜΕΘ στα χειρουργεία, προκειμένου να μην μειωθούν οι χειρουργικές πράξεις. Και το πρόβλημα εκτιμάται ότι θα επιδεινωθεί το επόμενο διάστημα, αν δεν δοθούν δραστικές λύσεις με σοβαρά κίνητρα για εργασία στο ΕΣΥ, καθώς όσοι παίρνουν τη συγκεκριμένη ειδικότητα επιλέγουν στην πλειονότητά τους τον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, ειδικοί σημειώνουν ότι πρέπει να δοθούν κίνητρα και στους φοιτητές, επισημαίνοντας ότι τον περασμένο Ιούνιο δεν υπήρχε ούτε ένας υποψήφιος στις εξετάσεις για την ειδικότητα.

Και σε άλλες ειδικότητες

Μετακινήσεις όμως γίνονται και σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, που καλούνται μέσα σε λίγες ώρες να μετακινηθούν σε πολύ μακρινά νοσοκομεία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση παθολόγου από το Παπανικολάου, που του δόθηκε εντολή να πάει την επόμενη ημέρα να παρουσιαστεί στο νοσοκομείο της Φλώρινας! Επίσης, ακτινολόγοι από τη Θεσσαλονίκη καλύπτουν συχνά – πυκνά τις ελλείψεις στο νοσοκομείο του Πολυγύρου.

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι με τους αναισθησιολόγους, όμως αφορά σχεδόν όλες τις ειδικότητες, ειδικά τις κρίσιμες, που, όταν δεν υπάρχουν, δεν μπορεί να λειτουργήσει το νοσοκομείο. Ακτινολογικό, αναισθησιολογικό, παθολογικό, αυτά είναι τμήματα που, αν κλείσουν, δεν νοείται νοσοκομείο. Ένα ουρολογικό περιστατικό μπορεί να καλυφθεί με εκ περιτροπής εφημερίες σε διπλανά νοσοκομεία, όπως συνέβη στο νοσοκομείο της Καβάλας. Δεν είναι ειδικότητα που, αν δεν είναι κάποιος, κινδυνεύει η ζωή του ασθενή. Κι αυτό βέβαια είναι υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών», ανέφερε στη Voria.gr ο πρόεδρος της ΕΝΙΘ, Χρήστος Καραχρήστος.

Ο πρόεδρος της ΕΝΙΘ τονίζει ότι πρόκειται για πολιτική της κυβέρνησης, την οποία ακολουθεί σε όλες τις υγειονομικές περιφέρειες, όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη και στη Βόρεια Ελλάδα, με στόχο να προωθήσει σε επόμενη φάση τις απευθείας συμβάσεις με ιδιωτικές κλινικές που θα καλύπτουν τα κενά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο κόστος, αλλά και συνολικά για τη φιλοσοφία που πρέπει να διέπει ένα δημόσιο σύστημα υγείας. «Η κατεύθυνση είναι σε αυτήν τη λογική, να καλύπτονται τρύπες και κενά όπως – όπως, ώστε να προωθήσουν τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Έρχεται, βέβαια, να πατήσει σε υπαρκτά προβλήματα, τα οποία όμως δημιούργησε η υποστελέχωση και η υποχρηματοδότηση των νοσοκομείων από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αντί να χρηματοδοτήσουν τα νοσοκομεία, λένε ότι θα λυθεί το θέμα με συμπράξεις», είπε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Καραχρήστος τόνισε ότι το πρόβλημα που ήδη αναδείχτηκε στο Ιπποκράτειο θα «σκάσει» το επόμενο διάστημα και σε άλλα νοσοκομεία και όχι μόνο εφόσον υπάρξει νέα έξαρση του κορωνοϊού. «Το μπαμ και να μην γίνει από την πανδημία θα γίνει από τα χειρουργεία», κατέληξε.