Skip to main content

Θεσσαλονίκη - Έρευνα: Ανοσία στον κορωνοϊό τρεις μήνες μετά τη δεύτερη δόση

Επαρκείς τίτλους αντισωμάτων ανέπτυξε το 99,64% των υγειονομικών που εξετάστηκαν στο πλαίσιο έρευνας στο νοσοκομείο Γ. Γεννηματάς της Θεσσαλονίκης

Λιγότερα αντισώματα, αλλά επαρκή για να προσφέρουν ανοσία έναντι του κορωνοϊού, διατηρούν οι εμβολιασμένοι τρεις μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης του εμβολίου της Pfizer, σύμφωνα με τη συνεχιζόμενη μελέτη που διενεργείται στο νοσοκομείο Γ. Γεννηματάς της Θεσσαλονίκης.

Η πρώτη έρευνα που πραγματοποιείται σε πανελλαδικό επίπεδο, με δείγμα υγειονομικούς και εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων του νοσοκομείου που εμβολιάστηκαν τον περασμένο Ιανουάριο, κατέδειξε ότι σχεδόν το σύνολο των εμβολιασμένων διατήρησε επαρκείς τίτλους αντισωμάτων, δηλαδή πάνω από το όριο των 50 AU/ml.

Η μελέτη διενεργήθηκε στο εμβολιαστικό κέντρο του νοσοκομείου με συντονιστή τον αναπληρωτή καθηγητή Κλινικής Φαρμακολογίας του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ, Γιώργο Παπαζήση και κύρια ερευνήτρια τη διευθύντρια του Μικροβιολογικού Εργαστηρίου και συντονίστρια των εμβολιαστικών κέντρων του νοσοκομείου, δρ Κωνσταντίνα Κοντοπούλου. Ελήφθησαν δείγματα από συνολικά 281 εργαζόμενους, εκ των οποίων οι 38 (ποσοστό 16%) είχαν ιστορικό λοίμωξης από κορωνοϊό πριν από τη χορήγηση της πρώτης δόσης.

Τα αποτελέσματα του τριμήνου που προδημοσιεύτηκαν στη βάση SSRN έδειξαν πως το 99,64% του δείγματος ανέπτυξε θετικούς τίτλους αντισωμάτων, αν και μειωμένους σε σχέση με αυτούς που είχαν δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου. Συγκεκριμένα, η μέση τιμή τριμήνου ήταν 5,6 φορές υψηλότερη από αυτή της πρώτης δόσης του εμβολίου, αλλά 80% χαμηλότερη σε σχέση με αυτή της δεύτερης δόσης.

Οι διαφοροποιήσεις

Σύμφωνα με τους μελετητές, οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών του δείγματος δεν ήταν αξιοσημείωτες. Ωστόσο, σημειώθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ηλικιακών ομάδων, με αυτές των 50 και 60 ετών να εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση σε σχέση με τις ομάδες των 30 και 40.

Στατιστικά σημαντική διαφορά παρατηρήθηκε, εξάλλου, σε άτομα που είχαν ιστορικό μόλυνσης από COVID-19 σε σχέση με όσους δεν νόσησαν. Συγκεκριμένα, σε άτομα με προηγούμενη μόλυνση οι τίτλοι αντισωμάτων τριμήνου ήταν 64% χαμηλότεροι σε σχέση με αυτή που είχαν μετά την πρώτη δόση του εμβολίου και 72% χαμηλότεροι σε σχέση με αυτούς μετά τη δεύτερη δόση. Στον αντίποδα, σε άτομα χωρίς ιστορικό μόλυνσης τα αντισώματα τριμήνου ήταν 8,7 φορές ψηλότερα από αυτά της πρώτης δόσης και 83% χαμηλότερα από αυτά της δεύτερης δόσης.

Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα πολλά υποσχόμενα στοιχεία που παρουσιάζονται στη μελέτη επιβεβαιώνουν ότι, παρά τη μείωσή τους, τα συνολικά επίπεδα αντισωμάτων και η εξουδετερωτική τους δράση παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα τρεις μήνες μετά τη δεύτερη δόση, προσφέροντας επαρκή ανοσοποίηση, τόσο σε όσους έχουν μολυνθεί από τον ιό, όσο και σε αυτούς που δεν νόσησαν.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον τα αντίστοιχα αποτελέσματα του εξαμήνου μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης, που εκτιμάται ότι θα δημοσιευτούν στο τέλος του μήνα. Οι μελετητές τονίζουν, εξάλλου, πως είναι υψίστης σημασίας να συνεχιστεί περαιτέρω η έρευνα στα αντισώματα εξουδετέρωσης και να υπάρξει τεκμηρίωση στη βιβλιογραφία, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα έγκυρο σχέδιο ανοσοποίησης, ίσως σε παγκόσμια κλίμακα, για μέγιστη αποτελεσματικότητα, εξορθολογισμό των σχετικών δαπανών και κυρίως για να δοθεί τέλος στην πανδημία του κορωνοϊού.