Skip to main content

Περισσότερα από 200 έργα της Ποπόβα σε έκθεση στη Μονή Λαζαριστών

Η έκθεση «Λιουμπόβ Ποπόβα. Φόρμα. Χρώμα. Χώρος» θα φιλοξενηθεί στους 2 ορόφους της Μονής Λαζαριστών, από τις 12 Οκτωβρίου 2019 έως την 1 Μαρτίου 2020

Περισσότερα από 200 έργα και αντικείμενα της Λιουμπόβ Ποπόβα, της αμαζόνας της ρωσικής πρωτοπορίας, θα παρουσιαστούν στην Έκθεση «Λιουμπόβ Ποπόβα. Φόρμα. Χρώμα. Χώρος» που ξεκινάει αύριο Παρασκευή 11 Οκτωβρίου και διαρκεί μέχρι την 1η Μαρτίου 2020.

«Η Ποπόβα ήταν η αγαπημένη καλλιτέχνιδα του Γεώργιου Κωστάκη και άφησε μια πλούσια κληρονομιά τέχνης και διδασκαλίας», σημείωσε η Κριστίνα Κρανσιάνσκαγια, Πρόεδρος του συλλόγου υποστηρικτών του MOMus-Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη στη διάρκεια της σημερινής συνέντευξης Τυπου.

Από πλευράς του, ο Αντρέι Σαραμπιάνοφ, Ιστορικός της Τέχνης / Συνεπιμελητής της έκθεσης τόνισε πως η έκθεση δεν επιδιώκει να παρουσιάσει μόνο τα έργα της μεγάλης καλλιτέχνιδος αλλά και τη συμβολή του μεγάλου συλλέκτη Γεωργίου Κωστάκη στη ρώσικη πρωτοπορία. «Δεν είναι μόνο ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες αλλά ένας ήρωας της ρωσικής πρωτοπορίας», τόνισε χαρακτηριστικά.

Τέλος η Μαρία Τσαντσάνογλου, Διευθύντρια MOMus-Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη και Συνεπιμελήτρια της έκθεσης σημείωσε πως στην έκθεση υπάρχουν αρκετά κείμενα προκειμένου ο επισκέπτης, ακόμα και αν δεν γνωρίζει τίποτα για την καλλιτέχνιδα, να φύγει από τον χώρο έχοντας γνωρίσει το έργο και την προσωπικότητά της.

Η έκθεση «Λιουμπόβ Ποπόβα. Φόρμα. Χρώμα. Χώρος» θα φιλοξενηθεί στους δύο ορόφους της Μονής Λαζαριστών, από τις 11 Οκτωβρίου 2019 έως την 1 Μαρτίου 2020, στη Θεσσαλονίκη (Εγκαίνια: Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2019, 20:00. Η έκθεση θα είναι ανοιχτή για το κοινό από τις 10:00 το πρωί, με ελεύθερη είσοδο ειδικά για την ημέρα των εγκαινίων. Μέρες & ώρες λειτουργίας: Τρ-Τε-Πα-Σα-Κυ 10:00-18:00, Πέμπτη 10:00-22:00, Δευτέρα κλειστά).

Βιογραφικό σημείωμα

Η Λιουμπόβ Σεργκέγιεβνα Ποπόβα (1889-1924) σπούδασε αρχικά σε εργαστήρια στη Μόσχα και στη συνέχεια ταξίδεψε για να διευρύνει την καλλιτεχνική της μόρφωση στο εσωτερικό της Ρωσίας, Κίεβο και στην Ιταλία (1910-1912), όπου γνώρισε τη ρωσική εικαστική παράδοση και την τέχνη της Αναγέννησης. Το 1912 εργάστηκε στο εργαστήριο του Τάτλιν στη Μόσχα και συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι, μαζί με άλλους Ρώσους καλλιτέχνες όπως η Ναντιέζντα Ουνταλτσόβα και η Βέρα Πέστελ, στην Ακαδημία "Λα Παλέτ". Από το 1914 συμμετείχε στις εκθέσεις της ομάδας ‘Βαλές Καρό’ και ακολούθησε μια σταθερή εκθεσιακή πορεία, συμβάλλοντας σημαντικά στα κινήματα του Κυβοφουτουρισμού, του Σουπρεματισμού - ως ενεργό μέλος της ομάδας ‘Σουπρέμους’ του Καζιμίρ Μαλέβιτς για το διάστημα 1916-1917- και στη συνέχεια του Κονστρουκτιβισμού. Παρουσίασε μεγάλη καλλιτεχνική δραστηριότητα με ευρύ φάσμα εικαστικής παραγωγής, καθώς ασχολήθηκε με το θέατρο, όπου δημιούργησε τα πρωτοποριακά σκηνικά για τα έργα «Ο Μεγαλόψυχος Κερατάς» του Κρόμελινκ και «Γη σε Αναβρασμό» του Τρετιακόφ, σε παραγωγή του Βσέβολοντ Μέγιερχολντ, ενώ εργάστηκε στο σχεδιασμό υφασμάτων για το Πρώτο Κρατικό Εργοστάσιο Εκτύπωσης Υφασμάτων της Μόσχας. Παράλληλα ενδιαφέρθηκε για τη γραφιστική και παρήγαγε σχέδια για αφίσες, εξώφυλλα περιοδικών, βιβλία και πορσελάνες. Υπήρξε μέλος του Ινστιτούτου Καλλιτεχνικής Παιδείας (ΙΝΧΟΥΚ) και δίδαξε στα Ανώτατα Καλλιτεχνικά και Τεχνικά Εργαστήρια (ΒΧΟΥΤΕΜΑΣ) της Μόσχας, πρωτοστατώντας στην οργάνωση ενός νέου συστήματος καλλιτεχνικής εκπαίδευσης. Μετά το θάνατό της το 1924 διοργανώθηκε στη Μόσχα μεγάλη αναδρομική έκθεση, αντιπροσωπευτική του εύρους της εικαστικής παραγωγής της.