Skip to main content

ΑΣΕΠ: Το φθινόπωρο ο γραπτός διαγωνισμός για 1.500 μόνιμες θέσεις στο Δημόσιο

Ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ Θανάσης Παπαϊωάννου ενημέρωσε την Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για τα πεπραγμένα της Αρχής των ετών 2019 και 2020

Το φθινόπωρο θα διενεργηθεί ο πανελλήνιος γραπτός διαγωνισμός για την πλήρωση περίπου 1.500 θέσεων στο Δημόσιο, όπως έκανε γνωστό σήμερα ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ, Θανάσης Παπαϊωάννου.

Ενημερώνοντας την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, ο κ. Παπαϊωάννου δέχτηκε ερωτήσεις για την επιλογή διευθυντών και γενικών διευθυντών στο Δημόσιο και απάντησε ότι «το εύρος της συμμετοχής του ΑΣΕΠ στην επιλογή διευθυντικών στελεχών του δημοσίου ή διοικητών νομικών προσώπων εντυπωσιάζει: 293 γενικοί διευθυντές, 3.200 διευθυντές, 10.422 τμηματάρχες, 41 μέλη ανεξαρτήτων αρχών, 15 υπηρεσιακοί γραμματείς και περίπου 1.200 ανώτατα στελέχη του Δημοσίου με την έννοια διοικητών νομικών προσώπων. Όλα αυτά έχουν ενταχθεί σε διαδικασίες που δεν είναι του ΑΣΕΠ, αλλά προεδρεύονται και υποστηρίζονται διοικητικά από το ΑΣΕΠ».

Αναφέρθηκε ωστόσο στο θέμα της αξιολόγησης, λέγοντας πως πρέπει να συζητηθεί τόσο σε επίπεδο Βουλής, μεταξύ των κομμάτων, όσο και μεταξύ των στελεχών της δημόσιας διοίκησης, ενώ τόνισε με έμφαση πως τα πράγματα είναι πιο δύσκολα όταν κυριαρχεί το τοπικό στοιχείο, λ.χ. σε δήμους και περιφέρειες.

«Δεν υπάρχει αξιολόγηση των διευθυντών και γενικών διευθυντών. Είσαι υποχρεωμένος να βασιστείς στα τυπικά μόρια, στα πτυχία, στα μεταπτυχιακά, στη γνώση τους στην πληροφορική, στο χρόνο εμπειρίας και στο χρόνο θέσης ευθύνης. Εάν έχεις και χρόνια και προκηρύξεις τη θέση και εάν έχεις και αναθέσεις, μαζεύονται μόρια σε ανθρώπους που δεν επελέγησαν με μια αξιοκρατική διαδικασία» είπε ο κ. Παπαϊωάννου και πρόσθεσε: «Κάτι πάει λάθος στο σύστημά μας. Τα τυπικά μόρια, τα πτυχία, όλα αυτά είναι καλά. Αλλά αν δεν υπάρχει στο φάκελο του υποψηφίου γενικού διευθυντή μια αξιολόγηση, ουσιαστική αξιολόγηση, η οποία να συνδυαστεί και με τη συνέντευξη, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να έχουμε το κάλλιστο αποτέλεσμα».

Παρουσιάζοντας την έκθεση με τους μόνιμους και τους συμβασιούχους του Δημοσίου έγινε φανερό ότι ο αριθμός τους είναι μειωμένος για τους πρώτους αυξημένος για τους δεύτερους χρόνο με τον χρόνο.

Συγκεκριμένα, ενώ στις 31.12.2013 υπηρετούσαν 599.207 τακτικοί υπάλληλοι, στις 31.12.2019 υπηρετούσαν 572.324 και στις 31.12.2020 υπηρετούσαν 569.009 υπάλληλοι.
Από την άλλη, στις 31.12.2013 υπηρετούσαν 56.855 υπάλληλοι με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, στις 31.12.2019 ο αριθμός αυτός είχε ανέλθει στους 100.603 και στις 31.12.2020 στους 127.176.

Με άλλα λόγια, ο αριθμός των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου αυξήθηκε στα τελευταία 7 χρόνια κατά 124%, ενώ ο αριθμός των τακτικών υπαλλήλων μειώθηκε κατά 5%».

Η αύξηση του αριθμού των υπαλλήλων ορισμένου χρόνου σε θέσεις μάλιστα που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες είναι μία αρνητική εξέλιξη για τη δημόσια διοίκηση, αναφέρεται στην έκθεση, και επισημαίνεται ότι αυτό ενδεχομένως οδηγεί μεσοπρόθεσμα στη μονιμοποίηση υπαλλήλων που στην πραγματικότητα έχουν επιλεγεί με τα κριτήρια που ισχύουν για τους υπαλλήλους ορισμένου χρόνου και όχι με αυτά που ισχύουν για τους τακτικούς υπαλλήλους.

Αναφερόμενος στον ρόλο της συνέντευξης, ο κ. Παπαϊωάννου είπε ότι η συνέντευξη δεν παράγει κακά αποτελέσματα γενικώς. «Δεν είναι κακά τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων. Συνήθως δε οι αποφάσεις είναι ομόφωνες. Οι διαφωνίες έχουν σχέση με το αν ένας καλός υποψήφιος στη συνέντευξη, είναι τόσο καλός για να υπερπηδήσει 100 μόρια, από τα τυπικά μόρια», είπε ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ, που παρατήρησε πως «αν καταφέρουμε να φτιάξουμε ένα σύστημα αξιολόγησης των διευθυντικών στελεχών, τότε θα προωθηθεί και η διαδικασία της συνέντευξης».