Skip to main content

Brexit: «Deal» ή «no deal» - Σήμερα αποφασίζουν Φον Ντερ Λάιεν και Τζόνσον

Η ιστορική απόφαση για τη συνέχιση ή όχι των συνομιλιών θα ληφθεί από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον βρετανό πρωθυπουργό.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο αποφαίνονται την Κυριακή σχετικά με την τύχη, που θα έχουν οι ακανθώδεις διαπραγματεύσεις τους για την εποχή μετά το Brexit, και αναμένεται είτε να διαπιστώσουν μια αποτυχία, με βαριές συνέπειες, είτε να κρίνουν πως μια συμφωνία εξακολουθεί να είναι δυνατή, είκοσι μόλις ημέρες πριν από την οριστική ρήξη.

Η ιστορική απόφαση για τη συνέχιση ή όχι των συνομιλιών θα ληφθεί από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον έπειτα από τηλεφωνική συνομιλία τους την Κυριακή, υπό το φως των τελευταίων διαπραγματεύσεων.

Κανένα σενάριο δεν μπορεί να αποκλεισθεί, περιλαμβανομένης της απροσδόκητης ανακοίνωσης ενός συμβιβασμού, καθώς αυτές οι τεταμένες συνομιλίες, οι οποίες περιλάμβαναν μπλόφες και καταληκτικές προθεσμίες που δεν τηρήθηκαν, ήταν πλούσιες σε διακυμάνσεις αφότου άρχισαν τον Μάρτιο, μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Όμως το κλίμα το Σάββατο το βράδυ έμοιαζε αρνητικό. «Στη σημερινή κατάσταση, η προσφορά της ΕΕ παραμένει μη αποδεκτή», δήλωσε βρετανική κυβερνητική πηγή, ενώ οι συνομιλίες συνεχίζονται στις Βρυξέλλες.

«Οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να είναι δίκαιη και να σέβεται τη θεμελιώδη θέση, σύμφωνα με την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο θα είναι μέσα σε τρεις εβδομάδες ένα κυρίαρχο έθνος», πρόσθεσε η πηγή.

Σε μια ένδειξη ενίσχυσης της έντασης, ο βρετανός υπουργός Άμυνας ανακοίνωσε πως σκάφη του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού είναι έτοιμα να προστατεύσουν τις εθνικές ζώνες αλιείας, στις οποίες θα μπορούσαν να υπάρξουν εντάσεις σε περίπτωση που δεν συναφθεί συμφωνία.

Παρά τις όλο και πιο εντατικές συνομιλίες, ο συμβιβασμός μοιάζει αδύνατος ανάμεσα στους Βρετανούς, οι οποίοι θέλουν να ανακτήσουν πλήρη εμπορική ελευθερία, και τους Ευρωπαίους, που θέλουν να προστατεύσουν την τεράστια αγορά τους.

Το μόνο βέβαιο είναι πως το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο αποχώρησε επισήμως από την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου, θα εγκαταλείψει οριστικά την ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση στις 31 Δεκεμβρίου.
 
Χωρίς εμπορική συμφωνία, οι ανταλλαγές του με την ΕΕ θα γίνονται βάσει μόνο των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που είναι συνώνυμοι με τελωνειακούς δασμούς και ποσοστώσεις, με κίνδυνο ένα νέο σοκ για οικονομίες οι οποίες έχουν ήδη γίνει ευάλωτες εξαιτίας του κορωνοϊού.

Οι συζητήσεις σκοντάφτουν σε τρία θέματα: την πρόσβαση των ευρωπαίων αλιέων στα βρετανικά ύδατα, τον τρόπο διευθέτησης των διαφορών στο πλαίσιο της μελλοντικής συμφωνίας, και κυρίως τις προϋποθέσεις που οι Ευρωπαίοι απαιτούν ώστε να αποφευχθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός.

Η ΕΕ είναι έτοιμη να προσφέρει στο Λονδίνο πρόσβαση χωρίς τελωνειακούς δασμούς ούτε ποσοστώσεις στην τεράστια αγορά της. Όμως θέλει στην περίπτωση αυτή να εξασφαλίσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα επιδοθεί σε ντάμπινγκ, παραμερίζοντας περιβαλλοντικές, κοινωνικές ή δημοσιονομικές προδιαγραφές ή τους κανόνες για τις κρατικές αρωγές.

Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θέλει να μπορεί να προχωρήσει γρήγορα σε αντίμετρα, όπως τελωνειακούς δασμούς, χωρίς να περιμένει να κριθεί η διένεξη στο πλαίσιο μιας κλασικής διαδικασίας διαιτησίας, ώστε να προστατεύσει τις επιχειρήσεις της. Το Λονδίνο είναι σταθερά αντίθετο σε κάτι τέτοιο.

«Η υπεράσπιση της ενιαίας αγοράς είναι κόκκινη γραμμή για την ΕΕ», υπογράμμισε ευρωπαϊκή πηγή. «Αυτό που προτείναμε στο Ηνωμένο Βασίλειο σέβεται τη βρετανική κυριαρχία. Μπορεί να είναι η βάση μιας συμφωνίας».