Skip to main content

Χωρίς λόγο στα δύο οι επιχειρηματίες για το ταξίδι στα Σκόπια

Η εικόνα που δημιουργείται αδικεί όχι μόνο τους επιχειρηματίες, αλλά και γενικότερα την οικονομική ανάπτυξη και συνεργασία

Πρωτοφανείς καταστάσεις ζει τις τελευταίες ημέρες η επιχειρηματική κοινότητα της Βορείου Ελλάδος, καθώς μετά από μια σειρά άστοχων κινήσεων και ατυχών δηλώσεων εμφανίζεται διχασμένη με αιτία τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ή μάλλον το αυριανό (Τρίτη) ταξίδι του πρωθυπουργού στα Σκόπια, το οποίο γίνεται αφορμή να χωριστούν οι επιχειρήσεις σε δύο κατηγορίες. Όχι για κάποιο δικό της θέμα ή πρόβλημα, αλλά λόγω των χειρισμών της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εικόνα που δημιουργείται αδικεί όχι μόνο τους επιχειρηματίες, αλλά και γενικότερα την οικονομική ανάπτυξη και συνεργασία. Αντίθετα ευνοεί την πόλωση που επιδιώκουν τα μεγάλα κόμματα, τα οποία επιμένουν σε κάθε θέμα να αναδεικνύουν το δήθεν μαύρο και το δήθεν άσπρο, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στην καθημερινότητα.

Τι έχουμε στο συγκεκριμένο θέμα; Η κυβέρνηση κατέληξε με τα Σκόπια στην Συμφωνία των Πρεσπών για πολιτικούς λόγους. Αντιλαμβανόμενη την άρνηση μεγάλου ποσοστού των Ελλήνων πολιτών, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα, τις τελευταίες εβδομάδες επικεντρώνει την επιχειρηματολογία της στα οικονομικά οφέλη της συμφωνίας, δηλαδή στην ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων. Κάτι που μικρή ανταπόκριση έχει με την πραγματικότητα, διότι εδώ και δεκαετίες η εκκρεμότητα της ονομασίας της γειτονικής χώρας δεν εμπόδισε τον ιδιωτικό, αλλά και τον δημόσιο τομέα της χώρας μας να δραστηριοποιηθεί επιχειρηματικά στο κράτος που από το 1995 αναγνώριζε η Ελλάδα ως ΠΓΔΜ και πλέον ως Βόρεια Μακεδονία.

Η σημασία που δίνει ο Αλέξης Τσίπρας στην ανάδειξη των οικονομικών και επιχειρηματιών ωφελειών από τη συμφωνία, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι την περασμένη Πέμπτη ανέβηκε ο ίδιος στη Θεσσαλονίκη, κάλεσε τους εκπροσώπους 30 – 40 εταιριών για να συζητήσει μαζί τους το θέμα και να τους ζητήσει να ενταχθούν αποστολή της προσεχούς Τρίτης 2 Απριλίου στα Σκόπια, όταν ο ίδιος θα τεθεί επικεφαλής της πρώτης επίσημης επίσκεψης Έλληνα πρωθυπουργού στα Σκόπια, τον οποίο θα ακολουθήσει και το μισό περίπου υπουργικό συμβούλιο. Κατά την άποψη της κυβέρνησης όσο μεγαλύτερη είναι η ελληνική αποστολή, τόσο εμφανέστερα θα γίνουν τα οφέλη της συμφωνίας. Γι’ αυτό και τα τελευταία 24ωρα διοχετεύει στα Μέσα Ενημέρωσης καταλόγους με ονόματα και επιχειρήσεις που θα βρεθούν αύριο στα Σκόπια, κάτι που δεν ισχύει απολύτως στην περίπτωση των βορειοελλαδιτών επιχειρηματιών. Πολλοί από αυτούς που συνάντησαν τον κ. Τσίπρα την περασμένη Πέμπτη στο Μακεδονία Παλάς, ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση ενός πρωθυπουργού, δεν θα τον ακολουθήσουν στα Σκόπια. Όχι τόσο επειδή διαφωνούν με τη Συμφωνία των Πρεσπών –που όντως πολλοί διαφωνούν-, αλλά διότι δεν βλέπουν επιχειρηματικό ενδιαφέρον. Προφανώς η άποψη όσο πιο πολλοί βρεθούμε στα Σκόπια, τόσο περισσότερο να αναδειχθεί η χρησιμότητα της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι απλοϊκή. Δε βρισκόμαστε σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου. Σε μια χώρα που βρίσκεται στον προθάλαμο του ΝΑΤΟ και αιτείται ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση οποιαδήποτε ευρωπαϊκή επιχείρηση μπορεί να κάνει δουλειές. Αν υπάρχουν ευκαιρίες, αν τη συμφέρει και αν η συγκεκριμένη αγορά εμπίπτει στις προτεραιότητές της. Στον ανεπτυγμένο Δυτικό κόσμο, όπου επικρατεί καθεστώς ελεύθερης αγοράς, οι δουλειές δεν διατάσσονται, ούτε επιβάλλονται με πολιτικούς όρους. Η Ελλάδα δεν το κάνει αυτό στο εσωτερικό της –αλήθεια σκέφτηκε κανείς να παροτρύνει έστω παρασκηνιακά τους μεγάλους Έλληνες επιχειρηματίες να επενδύσουν σε βασικές υποδομές της χώρας, όπως τα αεροδρόμια ή τα λιμάνια;- θα το κάνει στο εξωτερικό; Όχι φυσικά και όχι σε αυτή τη φάση. Στο παρελθόν κρατικές εταιρίες επένδυσαν στα Σκόπια και η παρουσία τους είναι μέχρι σήμερα ισχυρή εκεί. Δηλαδή αν ο κ. Τσίπρας έχει μαζί του 40, 80 ή 120 επιχειρήσεις θα γυρίσει στην Ελλάδα με 40, 80 ή 120 συμφωνίες; Όχι βέβαια! Για τον πολύ απλό λόγο ότι οι συμφωνίες του ιδιωτικού τομέα, δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τις διακρατικές συμφωνίες, ούτε με τα διμερή μνημόνια συνεργασίας που απλώς περιγράφουν ένα πλαίσιο και δύο ευχές, που σχεδόν ποτέ δεν μεταφράζονται με όρους πραγματικότητας. 

Από την άλλη η Νέα Δημοκρατία, που διατυπώνει αντιρρήσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών σε ό,τι αφορά κυρίως τη γλώσσα και την ιθαγένεια/ εθνότητα, διαπίστωσε ότι μπορεί να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την αντίδραση των πολιτών της Βορείου Ελλάδος και φυσικά των επιχειρηματιών της περιοχής. Έτσι ύψωσε τους τόνους, παρασέρνοντας και κάποιους εκπροσώπους φορέων, οι οποίοι δεν διατυπώνουν απλά και με θεσμικό τρόπο τις αντιρρήσεις και τα προβλήματα που προκύπτουν, αλλά παίρνουν θέση στην κομματική αντιδικία με πολιτικούς όρους. Πόση αξία έχει η ανακοίνωση της διοίκησης ενός παραγωγικού φορέα, ότι δεν αναγνωρίζει τη λέξη Μακεδονία για τους γείτονες κ.λπ., όταν τα μέλη του κάνουν δουλειές στην περιοχή; Κι αυτό δεν αφορά μόνο τους μεγάλους του επιχειρείν, που επενδύουν, αν και ανάμεσά τους υπάρχουν κάποιοι που κατέχουν στον κλάδο τους το 70% της τοπικής αγοράς. Αφορά και τους μικρούς που κάνουν εμπόριο ή παρέχουν υπηρεσίες. Διότι κάποιοι εξαγοράζουν επιχειρήσεις ή στήνουν εργοστάσια στα Σκόπια, αλλά και κάποιοι πουλούν ελληνικά ψάρια στα ιχθυοπωλεία της πόλης, ενώ κάποιοι άλλοι μεταφέρουν Έλληνες τουρίστες στα καζίνο της γειτονικής χώρας. Και καλά κάνουν. Τη δουλειά τους κάνουν. Ούτε προδότες είναι, ούτε μειοδότες, ούτε ανθέλληνες όσοι έχουν οικονομική δραστηριότητα στα Σκόπια. Όπως δεν είναι υποχρεωτικά φασίστες και πολύ περισσότερο δεν είναι υποχρεωτικά ανόητοι, όσοι διαφωνούν με τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Ανάμεσα στους επιχειρηματίες –μικρούς ή μεγάλους- δεν υπάρχουν χαζοί. Τουλάχιστον όχι πολλοί και σίγουρα δεν είναι χαζοί οι πετυχημένοι. Όσοι πάνε στα Σκόπια με τον πρωθυπουργό ξέρουν τι κάνουν και γιατί το κάνουν. Αν το κάνουν για να βάλουν πλάτη στη Συμφωνία των Πρεσπών και στον κ. Τσίπρα κάτι έχουν στο νου τους, που ενδεχομένως είναι πολύ μακριά απ’ ότι νομίζουν οι κρατικοί αξιωματούχοι που αγωνιούν να τους μετρήσουν. Όσοι δεν πάνε, επίσης κάτι ξέρουν, που δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με τη διαφωνία τους στην κυβερνητική επιλογή να λύσει την εκκρεμότητα της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων. Αλλά και όσοι χωρίς να πολυενδιαφέρονται για το όνομα που αναγράφουν τα επίσημα έγγραφα της γειτονικής χώρας κάνουν εδώ και δεκαετίες μεγάλες, μεσαίες ή μικρές δουλειές με τους Σκοπιανούς, επίσης κάτι ξέρουν. Οι ίδιοι, το ταμείο τους και οι εργαζόμενοί τους βεβαίως.

ΥΓ. Ένα σοβαρό θέμα που ενδιαφέρει όσες ελληνικές επιχειρήσεις κάνουν δουλειές στα Σκόπια είναι να υπογραφεί ανάμεσα στις δύο χώρες συμφωνία αποφυγής διπλής φορολογίας. Το θέμα πιθανότατα να συζητηθεί αύριο, αλλά θα λυθεί σε επόμενο χρόνο. Βλέπετε οι κρατικοί αξιωματούχοι που τα ξέρουν όλα και φροντίζουν για όλα θεωρούν ότι είναι ακόμη νωρίς. Βιαστικές κινήσεις στο παρελθόν σε ανάλογες περιπτώσεις –για παράδειγμα με τη Βουλγαρία- δημιούργησε προβλήματα. Στο δημόσιο και τα ταμεία του, όχι στις επιχειρήσεις, για τις οποίες ότι κι αν λένε σε στιγμές έξαρσης που τους εξυπηρετούν, δε νοιάζονται και πολύ.