Skip to main content

Δυσκολίες στην επιστροφή γερμανών τζιχαντιστών

Το Βερολίνο απαντά στο αίτημα του Ντόναλντ Τραμπ να δεχθεί αιχμάλωτους γερμανούς υπηκόους από τη Συρία.

«Δεδομένου ότι πρόκειται και για γερμανούς υπηκόους, θα πρέπει η Γερμανία να ασχοληθεί με την υπόθεση». Με αυτή τη διαβεβαίωση αντέδρασε σήμερα στο Βερολίνο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ στο αίτημα του αμερικανού προέδρου Ντόναλτ Τραμπ να δεχθούν και τα ευρωπαϊκά κράτη τους 800 αιχμάλωτους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία, οι οποίοι κατάγονται από τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Μεγάλη Βρετανία. Σε κάθε περίπτωση όμως η Γερμανία θα ενεργήσει στην προκειμένη σε συνεννόηση με τους ευρωπαίους εταίρους της, τόνισε στο σημερινό μπρίφινγκ των δημοσιογράφων ο κ. Ζάιμπερτ. Όπως διαβεβαίωσε, ήδη διεξήχθησαν σχετικές με το θέμα συνομιλίες με την Ουάσιγκτον.

Στο ίδιο μπρίφινγκ εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών δήλωσε πως οι προσπάθειες για την επιστροφή των γερμανών υπηκόων δεν θα είναι καθόλου εύκολες επειδή είναι αιχμάλωτοι κουρδικών και συριακών οργανώσεων, με τις οποίες η Γερμανία δεν διατηρεί επαφές. Εκτός αυτού, σε αυτό το τμήμα της Συρίας δεν λειτουργούν καν οι κρατικές αρχές. Συνεπώς οι γερμανοί διπλωμάτες δεν έχουν καμία δυνατότητα πρόσβασης στους αιχμαλώτους.

Πάνω από 1.000 γερμανοί τζιχαντιστές

Σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών, αυτή τη στιγμή κρατούνται από αυτές τις κουρδικές και συριακές οργανώσεις ένας «υψηλός διψήφιος αριθμός» τζιχαντιστών, μεταξύ αυτών γυναίκες και παιδιά, με γερμανική υπηκοότητα. Από το 2013 μέχρι σήμερα έχουν εγκαταλείψει τη Γερμανία με κατεύθυνση το Ιράκ και τη Συρία γύρω στους 1.050 γερμανούς υπηκόους προκειμένου να ενταχθούν στις γραμμές ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων. Εν τω μεταξύ το ένα τρίτο από αυτούς έχει επιστρέψει στη Γερμάνια. Από τους 1.050 οι 200 περίπου έχουν σκοτωθεί ενώ 270 γυναίκες και παιδιά, στην πλειοψηφία τους κάτω των τριών ετών, ζουν ακόμη στην περιοχή. Σε κάθε περίπτωση, όποιος επιστρέφει στη Γερμανία θα βρεθεί αντιμέτωπος με τη δικαιοσύνη, τονίζει το υπουργείο Εσωτερικών.

Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο

Πηγή: Deutsche Welle