Skip to main content

Δύσκολο το μέλλον της ρωσικής ενεργειακής βιομηχανίας

Σοβαρότερο πρόβλημα για τη ρωσική βιομηχανία υδρογονανθράκων είναι η δυσκολία στο να αλλάξει την κατεύθυνση των ροών και από την Ευρώπη στην Ασία.

Μπορεί να συνεχίζονται προς το παρόν απρόσκοπτα οι εξαγωγές των ρωσικών υδρογονανθράκων, αλλά οι ενεργειακοί κολοσσοί της Ρωσίας χάνουν την εμπειρία και την τεχνογνωσία που τους προσέφεραν οι δυτικές επιχειρήσεις και η στροφή σε άλλες αγορές μπορεί να υπονομεύσει τον κλάδο. Οπως επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, οι σημαντικότεροι εταίροι των ρωσικών κολοσσών Lukoil, Gazprom και Rosneft, οι δυτικές ΒΡ, Shell και ExxonMobil, έχουν σχεδιάσει την αποχώρησή τους από τη χώρα, οι εταιρείες υπηρεσιών πετρελαιοπηγών έχουν δεσμευθεί να μην προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις και μεγάλο μέρος της παλιάς πελατείας της Ρωσίας αποφεύγει πλέον το πετρέλαιό της. Καθώς λοιπόν μειώνονται οι αγορές για τις εξαγωγές της, χάνει την πρόσβαση στην τεχνογνωσία διεθνών κολοσσών και πρέπει να τροποποιήσει τις υποδομές για να κατευθύνει τους υδρογονάνθρακες στην Ασία. H βιομηχανία των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών κινδυνεύει να γνωρίσει μια μακρά περίοδο παρακμής.

Η Rosneft και η Gazprom έχουν δημιουργήσει κοινοπραξίες με τις BP και Shell για την ανάπτυξη σχεδίων τους στον μακρινό Βορρά και στη ρωσική Απω Ανατολή, αλλά όπως και η Lukoil έχουν την τάση να διαχειρίζονται τις κύριες πηγές τους στη δυτική Σιβηρία και στην περιοχή των Ουραλίων και του Βόλγα χωρίς βοήθεια από ξένες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τον Μάικλ Μόινιχαν, ειδικό επί θεμάτων υδρογονανθράκων στη συμβουλευτική Wood Mackenzie, «οι μεγάλες ενεργειακές της Ρωσίας είναι απολύτως ικανές να διατηρήσουν την παραγωγή τους, καθώς ελέγχουν ευρύτατο φάσμα πετρελαιοπηγών». Οπως, άλλωστε, τονίζει ο Ερικ Μίλκε, επίσης στέλεχος της Wood Mackenzie, οι ρωσικές ενεργειακές μπαίνουν σε αυτήν την περίοδο κρίσης «με πολύ υγιή οικονομική κατάσταση». Ο ίδιος υπογραμμίζει πως ακόμη και όταν η τιμή του αργού Ουραλίων είχε υποχωρήσει κατά 20 έως και 30 δολάρια κάτω από την τιμή του Brent, οι εταιρείες αυτές εξακολουθούσαν να έχουν σημαντικά έσοδα.

Η βρετανική εφημερίδα υπογραμμίζει πως η Rosneft ανακοίνωσε έσοδα-ρεκόρ ύψους 11,7 δισ. δολαρίων το 2021 και η Gazprom επίσης κέρδη-ρεκόρ ύψους 29 δισ. δολαρίων. Οι δύο κολοσσοί έχουν, εξάλλου, επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην ανάπτυξη του εγχώριου τομέα υπηρεσιών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αναβάθμισαν αυτές τις επενδύσεις από το 2014, μετά τις κυρώσεις που τους επέβαλαν οι δυτικές χώρες αντιδρώντας στην προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία.

Εκείνο που λείπει, όμως, από την εγχώρια βιομηχανία είναι η ικανότητα να εκπονήσει τις πλέον σύνθετες τεχνικές αναλύσεις που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη νέων σύνθετων ταμιευτήρων πετρελαίου ιδιαιτέρως σε απόμακρες τοποθεσίες όπως η Θάλασσα Μπάρεντς. Μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα, ο Τζέιμς Χέντερσον, ειδικός ρωσικών θεμάτων στο Ινστιτούτο Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης, τονίζει πως «οι ρωσικές επιχειρήσεις μπορούν να αναπαράγουν μεγάλο μέρος του εξοπλισμού αλλά όχι ορισμένα λογισμικά καίριας σημασίας». Ως εκ τούτου, ο ίδιος εκτιμά πως δεν θα μπορέσουν να προχωρήσουν ορισμένα σχέδια, όπως για παράδειγμα το Vostok Oil της Rosneft που ξεκίνησε με τη στήριξη των εταιρειών εμπορευμάτων Trafigura και Vitol.

Σύμφωνα, εξάλλου, με τον Βάγκιτ Αλεκπέροφ, ο οποίος παραιτήθηκε από πρόεδρος της Lukoil τον περασμένο μήνα, είναι μεν «βαρύ πλήγμα» το γεγονός ότι διακόπτονται οι νέες επενδύσεις αλλά δεν κινδυνεύει το μέλλον του κλάδου. Οπως αναφέρει στους FT, «ασφαλώς θα τροποποιηθούν κάπως τα χρονοδιαγράμματα, αλλά συνολικά η ρωσική βιομηχανία έχει το δυναμικό να αναπτυχθεί σαν να ήταν υπό κανονικές συνθήκες».

Σοβαρότερο πρόβλημα για τη ρωσική βιομηχανία υδρογονανθράκων είναι η δυσκολία στο να αλλάξει την κατεύθυνση των ροών και από την Ευρώπη να τις στρέψει στην Ασία. Δεν έχει επαρκείς δυνατότητες θαλάσσιας μεταφοράς, ενώ έτσι κι αλλιώς η θαλάσσια μεταφορά ρωσικών υδρογονανθράκων θα προσκρούσει στις κυρώσεις της Δύσης.

Ο Μάικλ Μόινιχαν τονίζει επίσης πως «δεν είναι αδύνατον για τη Ρωσία να στρέψει την παραγωγή της προς την Κίνα, αλλά συνεπάγεται κόστος». Η κατάσταση θα είναι πιο δύσκολη για την Gazprom, μιας και όλες οι υποδομές της για τη μεταφορά φυσικού αερίου είναι προσανατολισμένες στην Ευρώπη και δεν υπάρχει αγωγός που να συνδέει τις δυτικές περιοχές όπου παράγει αέριο με την ανατολική Ρωσία και την Κίνα. Εναλλακτικώς η Gazprom θα μπορούσε να μετατρέψει μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σε υγροποιημένο αέριο και να το μεταφέρει διά θαλάσσης. Οι κυρώσεις της Ε.Ε. όμως έχουν απαγορεύσει τη μεταφορά προϊόντων και τεχνολογιών που απαιτούνται για την υγροποίηση του αερίου. Γι’ αυτό και η φιλοδοξία της Ρωσίας να αυξήσει την παραγωγή της και να εξελιχθεί σε παγκόσμια δύναμη LNG θα δεχθεί καίριο πλήγμα.

Πηγή: Καθημερινή