Skip to main content

Διχασμένοι οι επιχειρηματίες της Θεσσαλονίκης για 13ο-14ο μισθό

Έρευνα της Palmos Analysis για λογαριασμό του ΕΒΕΘ: Τι συμβαίνει με τις επιχειρησιακές συμβάσεις, ποιος θεωρείται ο βασικότερος παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα.

Διχασμένες εμφανίζονται οι  επιχειρήσεις-μέλη του εμποροβιομηχανικού επιμελητηρίου της Θεσσαλονίκης σε ό,τι αφορά το θέμα της διατήρησης ή μη του 13ου και 14ου μισθού. Όπως προκύπτει από την έρευνα της Palmos Analysis, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του ΕΒΕΘ, το 44% των επιχειρηματιών δηλώνουν υπέρ της διατήρησης 13ου και 14ου μισθού όπως ισχύουν σήμερα, ενώ το 47% δηλώνουν υπέρ της περικοπής τους, με το 17% να τάσσεται υπέρ της πλήρους κατάργησής τους.

Στην έρευνα με αντικείμενο «Θέματα οικονομικής και επιχειρηματικής επικαιρότητας», που διεξήχθη από τις 25-29 Ιανουαρίου 2012 και στην οποία συμμετείχαν 280 επιχειρήσεις – μέλη του ΕΒΕΘ, το 80% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι δεν έχει προχωρήσει στην υιοθέτηση επιχειρησιακών συμβάσεων, σε αντίθεση με το 12% που έχει συνάψει συμβάσεις με τους εργαζομένους του.

Μεταξύ των επιχειρήσεων που δεν έχουν υιοθετήσει επιχειρησιακές συμβάσεις το 29% δηλώνει ότι ο λόγος για την στάση τους αυτή είναι ότι δεν θεωρούν ότι οι επιχειρησιακές συμβάσεις θα βοηθήσουν ουσιαστικά την επιχείρησή τους, το 26% επικαλείται την έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης για τις επιχειρησιακές συμβάσεις και το 21% σκοπεύει να υιοθετήσει επιχειρησιακές συμβάσεις στο μέλλον, ενώ μόνο το 5% δηλώνει ότι ο λόγος που απέτρεψε την εφαρμογή επιχειρησιακής σύμβασης στη επιχείρηση είναι ότι υπήρξαν ή θεωρήθηκε ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις από τους εργαζόμενους στην επιχείρηση.   

Από την άλλη, το 31% όσων δηλώνουν ότι εφάρμοσαν επιχειρησιακές συμβάσεις θεωρούν ότι η επιχείρηση ωφελήθηκε από την εφαρμογή τους έναντι 14% που θεωρεί ότι η επιχείρηση δεν βοηθήθηκε από την εφαρμογή τους, ενώ η πλειοψηφία (49%) εκτιμά ότι δεν υπήρξε σημαντική μεταβολή στην πορεία της επιχείρησης ως αποτέλεσμα της εφαρμογής επιχειρησιακών συμβάσεων.

Σε σχέση με το Άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα το 29% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι λειτουργεί άδικα και ανορθόδοξα για τους υπαγόμενους σε αυτό έναντι του 14% που θεωρεί ότι λειτουργεί δίκαια και σωστά, ενώ το 57% δεν εκφέρει άποψη για το θέμα αυτό. Από την άλλη, το 49% των ερωτηθέντων θεωρεί το άρθρο 99 του πτωχευτικού κώδικα άδικο και ανορθόδοξο για τους πιστωτές των υπαγόμενων σε αυτό έναντι μόλις 7% που θεωρεί ότι λειτουργεί δίκαια και σωστά, ενώ εδώ το ποσοστό όσων δεν εκφέρουν καμιά άποψη πέφτει στο 44%.

Μόνο 1 στις 5 περίπου (18%) επιχειρήσεις – μέλη του ΕΒΕΘ θεωρεί ότι η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης σε σχέση με τις αντίστοιχες του εξωτερικού είναι «Πολύ Υψηλή» (2%) ή «Υψηλή» (16%), ενώ στο αντίποδα 2 στις 5 (40%) θεωρούν ότι η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησής τους σε σχέση με τις αντίστοιχες του εξωτερικού είναι «Πολύ Χαμηλή» (15%) ή «Χαμηλή» (25%), ενώ το 34% θεωρεί ότι η ανταγωνιστικότητα της επιχείρησής τους βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τις αντίστοιχες επιχειρήσεις του εξωτερικού. Η εικόνα αυτή εμφανίζεται βελτιωμένη στις εξαγωγικές επιχειρήσεις – μέλη του ΕΒΕΘ (26% «Πολύ Υψηλή» + «Υψηλή», 32% «Πολύ Χαμηλή» + «Χαμηλή» και 38% στα ίδια επίπεδα).

Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων (86%) θεωρεί ότι η φορολογία είναι ο βασικότερος παράγοντας που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητά τους. Ακολουθούν η γραφειοκρατία (77%), το μη μισθολογικό κόστος (61%), οι δημόσιες υποδομές (57%), η διαφθορά (55%), το μισθολογικό κόστος (31%), η ποιότητα/κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού (15%) και το τεχνολογικό υπόβαθρο της χώρας (14%).

Εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά ικανοποίησης από διάφορες υπηρεσίες του Δημοσίου καταγράφονται στην έρευνα. Συγκεκριμένα, το ποσοστό ικανοποίησης (το ποσοστό όσων επιχειρήσεων δηλώνουν «Πολύ» και «Αρκετά» ικανοποιημένες) βρίσκεται στο 14% για τα Τελωνεία, στο 9% για τις Δημοτικές Υπηρεσίες, στο 7% για την Εφορία και μόλις στο 1% για τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων!

Σταθερότητα παρουσιάζουν οι δείκτες που αφορούν στις σχέσεις των επιχειρήσεων με τον τραπεζικό τομέα, καθώς το ποσοστό ικανοποίησης βρίσκεται στο 38% (έναντι 36% τον Ιούλιο του 2011) ενώ μειώνεται σημαντικά το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει επιδείνωση των σχέσεών τους με τις τράπεζες (από το 59% τον Ιούλιο του 2011 στο 35% σήμερα), χωρίς ωστόσο να αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει βελτίωση στις σχέσεις τους με τις τράπεζες (σταθερά στο χαμηλότατο 2%). Ταυτόχρονα, απουσιάζουν παντελώς οι θετικές κρίσεις για την αναπτυξιακή πολιτική της Κυβέρνησης και το 92% την κρίνει αρνητικά.

Τέλος, οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων σχετικά με ρευστότητα, δανειακές ανάγκες και όρους δανεισμού για τους επόμενους τρεις μήνες παραμένουν απαισιόδοξες, ενώ οι εκτιμήσεις τους για την εξέλιξη των πωλήσεών τους, της απασχόλησης και της βιωσιμότητάς τους εμφανίζονται οριακά βελτιωμένες, παραμένοντας ωστόσο έντονα απαισιόδοξες.