Skip to main content

Πρόγραμμα αντισεισμικής θωράκισης της Θεσσαλονίκης εδώ και τώρα

Η Θεσσαλονίκη έχει μελετηθεί για το σεισμό όσο καμιά άλλη ελληνική πόλη. Και τι έγινε; Μήπως αξιοποιήθηκαν οι μελέτες για τη θωράκισή της;

Η Θεσσαλονίκη έχει την... τύχη να είναι η μοναδική πόλη στην Ελλάδα με σοβαρές μελέτες σεισμικής διακινδύνευσης, με μελέτες για την τρωτότητα των κτηρίων της, με συστηματικές μελέτες εκτίμησης της σεισμικής τρωτότητας τόσο του δομημένου περιβάλλοντός της, όσο και των υποδομών της.

Μελέτες υπάρχουν, όμως από όσα έχουν καταγράψει ως δεδομένα αυτές οι μελέτες κι από όσα έχουν προτείνει οι μελετητές, ώστε να ενισχυθεί η αντισεισμική θωράκιση στο πολεοδομικό συγκρότημα, ελάχιστα έχουν αξιοποιηθεί.

Ορθώς δόθηκε προτεραιότητα σε νοσοκομεία, σχολεία και κάποια κρίσιμα κτήρια, καθώς και υποδομές. Όμως δεν είναι ήσσονος σημασίας τα υπόλοιπα κτήρια, ειδικά σε μια πόλη, που η ανανέωση του κτηριακού αποθέματος δεν ήταν δα και θεαματική μετά τον αντισεισμικό κανονισμό που ισχύει ακόμη και σήμερα... Στην περίπτωση ενός σεισμού άλλωστε η προτεραιοποίηση μπορεί να είναι και απάνθρωπη.

Επί τουλάχιστον είκοσι χρόνια έχω μιλήσει με πάρα πολλούς επιστήμονες, που είναι ειδικοί στην αντισεισμική θωράκιση. Γνωρίζουν και έχουν δημοσιοποιήσει (πράγμα σπάνιο για την επιστημονική κοινότητα όταν πρόκειται να περιγράψει κινδύνους) πάρα πολλά δεδομένα και λεπτομέρειες, που θα έπειθαν καθέναν ότι σ' αυτή την περιοχή θα έπρεπε να κάνουμε πολλά περισσότερα για να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τον Εγκέλαδο.

Ο σεισμός του 1978 άφησε πολλές φοβίες, όμως σίγουρα δεν είναι αυτές ο λόγος για τον οποίο η επιστημονική κοινότητα έχει μελετήσει τόσο αναλυτικά τη Θεσσαλονίκη. Και σε άλλες πόλεις έχουν γίνει μελέτες αντισεισμικής προστασίας. Λεπτομερείς ναι, όχι όμως στο επίπεδο ακρίβειας και αξιοπιστίας, που θα επέτρεπε στους αρμόδιους να τις χρησιμοποιήσουν προκειμένου να μειώσουν τις επιπτώσεις από έναν ενδεχόμενο σεισμό. Στη Θεσσαλονίκη αυτό το επίπεδο το έχουμε κατακτήσει. Και τι μ' αυτό; Δεν έγινε ποτέ ένα γενναίο πρόγραμμα θωράκισης του δομημένου περιβάλλοντος και αξιοποίησης της υφιστάμενης γνώσης.

Σε επίπεδο Πολιτικής Προστασίας έχει γίνει σημαντική πρόοδος. Δεν ισχύει το ίδιο και σε επίπεδο θωράκισης του δομημένου αποθέματος και των υποδομών. Η αιτία είναι προφανής. Είναι τα τεράστια κονδύλια που απαιτούνται για να γίνουν σημαντικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις. Δεν μπαίνω στη διαδικασία να δώσω νούμερα, γιατί μπορεί να αποπροσανατολίσουν.

Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω τη σχετική εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων από έναν ισχυρό σεισμό στη Θεσσαλονίκη, που έκανε πέρσι ο καθηγητής, Κυριαζής Πιτιλάκης. Μόνο για την αποκατάσταση των ζημιών που αναμένεται να προκληθούν και την ανακατασκευή των κτηρίων κατοικίας και μόνο στο Δήμο Θεσσαλονίκης θα απαιτηθούν έως και 4,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Η εκτίμηση (και πάλι μόνο για το Δήμο Θεσσαλονίκης) ως προς το συνολικό κόστος αποκατάστασης ζημιών και ανακατασκευής κτηρίων κατοικίας, δημοσίων κτηρίων, μνημείων, δικτύων κοινής ωφέλειας και υποδομών δίνει μέχρι και 8 δισ. ευρώ, ενώ για όλο το πολεοδομικό συγκρότημα το ποσό είναι διπλάσιο (έως 16 δισ. ευρώ). Για όλο το πολεοδομικό συγκρότημα το συνολικό κόστος συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών απωλειών ανέρχεται στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ.

Όλα αυτά για έναν σεισμό εξαιρετικά σπάνιο, αλλά δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα συμβεί.

Σημαντικό είναι να κατανοήσουν όλοι, πολίτες και πολιτικοί, αυτοδιοικητικοί, αλλά και όσοι έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες, ότι τα υψηλά κόστη για την αντισεισμική θωράκιση της Θεσσαλονίκης μπορεί να είναι εξαιρετικά υψηλά, σε καμιά περίπτωση όμως δεν φτάνουν στα κόστη των επιπτώσεων από έναν πολύ ισχυρό σεισμό. Και μιλάμε μόνο για την οικονομική σύγκριση, διότι η αξία της ανθρώπινης ζωής είναι ανεκτίμητη.

Κάποτε είχε πέσει στο δημόσιο διάλογο η πιθανότητα μέσα από ένα σοβαρό πρόγραμμα να προχωρήσει η κατεδάφιση επικίνδυνων και απαρχαιωμένων κτηρίων, «κόκκινων» κτλ., ώστε μέσα από τον περιορισμό του κινδύνου σε περίπτωση σεισμού, να επιτευχθεί ταυτόχρονα και μια εξυγίανση και αποσυμφόρηση του δομημένου ιστού. Ιδέα, που λόγω κόστους επίσης δεν προχώρησε. Δεν μπαίνω στη διαδικασία να χαρακτηρίσω όλους εκείνους τότε που χλεύαζαν προτάσεις για γκρέμισμα ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων για να ανασάνει η πόλη, να αποκτήσει διεξόδους για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, να αποκτήσει ελεύθερους χώρους και να αναδιαρθρωθεί πολεοδομικά μέσα από ένα σοβαρό πρόγραμμα. Σήμερα ίσως να είναι αργά ακόμη κι αν ξεπερνούσαμε τα κόμπλεξ και τις κοντόφθαλμες προσεγγίσεις μας σε καθετί καινοτόμο να υιοθετήσουμε μια τέτοια λύση.

Δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω το ορθό και το λάθος των αποφάσεων που λαμβάνονται, ούτε καταθέτω κάποια νέα πρόταση, αλλά θαρρώ με τις λίγες γνώσεις που έχω ότι όσο καθυστερούμε να λάβουμε ως κράτος γενναίες αποφάσεις, τόσο αυξάνουμε τις πιθανότητες ένα ενδεχόμενο χτύπημα του Εγκέλαδου να είναι πιο οδυνηρό από όσο «θα έπρεπε» να είναι.