Skip to main content

Ένα βίντεο κλιπ η απόσταση ανάμεσα στο Λούβρο και τη Θεσσαλονίκη

Την ώρα που οι Έλληνες γραφειοκράτες εμποδίζουν την παραχώρηση αρχαιολογικών χώρων για διεθνούς εμβέλειας δραστηριότητες, στο Παρίσι το κάνουν αλλιώς.

Το Λούβρο είναι ένα από τα μεγαλύτερα και τα σημαντικότερα μουσεία στον κόσμο. Πραγματικό κόσμημα στο στέμμα του Παρισιού. Ευτυχώς το Λούβρο δεν διοικούν Έλληνες γραφειοκράτες. Ούτε αποφασίζουν για την τύχη του Έλληνες αρχαιολόγοι. Οι αποφάσεις για το Λούβρο λαμβάνονται από ανθρώπους, οι οποίοι σχετίζονται με την τέχνη και διαχειρίζονται τα θέματα όχι μόνο με αισθητικούς όρους, αλλά και με την οπτική της αγοράς. Διαθέτουν στρατηγική για την διάδοση και τη διεύρυνση της επιρροής του πολιτισμού με όρους 21ου αιώνα. Έχουν, δηλαδή, γνώση και αίσθηση της σύγχρονης αγοράς, που εν προκειμένω δίνει τη δυνατότητα σε δισεκατομμύρια ανθρώπους επί της Γης να έρθουν σε επαφή με το μουσείο, τους χώρους και τα εκθέματά του, ώστε μέσω της οθόνης.

Σε πλήρη αντίθεση, λοιπόν, με τους Έλληνες συναδέλφους τους, οι οποίοι συστηματικά αρνούνται την παραχώρηση αρχαιολογικών χώρων και μουσείων για την διευκόλυνση λαμπερών και διεθνούς εμβέλειας δραστηριοτήτων, οι ιθύνοντες του Λούβρου επέτρεψαν το περασμένο καλοκαίρι στην Beyonce και τον ράπερ σύζυγό της Jay-Z να γυρίζουν στους χώρους του μουσείου το βίντεο κλιπ για το κομμάτι τους Apeshit. Η προβολή του αποτελέσματος προκάλεσε τεράστιο ενθουσιασμό με τα μηνύματα που εξέπεμπε. Οι δύο καλλιτέχνες χορεύουν και ραπάρουν μπροστά σε σπουδαία έργα τέχνης όπως η η Mona Lisa του Leonardo da Vinci, το πορτρέτο της Madame Récamier του Jacques-Louis David αλλά και η Νίκη της Σαμοθράκης. Το βίντεο κλιπ βοήθησε στην επισκεψιμότητα του Λούβρου, καθώς την προβολή του ακολούθησε σειρά από tweets, memes, comments και GIFs σε όλα τα social media, κάτι που τράβηξε το ενδιαφέρον των νεότερων, ορισμένοι εκ των οποίων αγνοούσαν την ύπαρξή του. Ως αποτέλεσμα το 2018 οι επισκέπτες στο Λούβρο έφτασαν τα 10,2 εκατομμύρια, δημιουργώντας παγκόσμιο ρεκόρ για οποιοδήποτε μουσείο του κόσμου!

Φυσικά πρόκειται για μεθοδολογία μάρκετινγκ, την οποία αξιοποιούν στις μέρες όλο και περισσότερα μουσεία, πόλεις και χώρες. Η λογική της «προϊοντοποίησης» ίσως δεν αρέσει σε πολλούς και σίγουρα δεν ταιριάζει στα πάντα. Είναι όμως αποτελεσματικός τρόπος για να δημιουργηθεί κινητικότητα και να υπάρξει αυξημένο ενδιαφέρον για χώρους και καταστάσεις που προορίζονται να προσεγγίσουν το μεγάλο κοινό, με όσα οφέλη συνεπάγεται κάτι τέτοιο. Διότι καλό είναι όσοι επισκέπτονται έναν ιστορικό ή αρχαιολογικό χώρο, αλλά και ένα μουσείο να γνωρίζουν αναλυτικά και σε βάθος την ιστορική και πολιτισμική αξία των χώρων, των μνημείων και των εκθεμάτων. Μόνο που αυτό δεν ισχύει…

Η επιχειρηματική λογική, που επιτρέπει στους υπευθύνους του Λούβρου να παραχωρούν το μουσείο ως σκηνικό στο βίντεο κλιπ μιας ποπ σταρ -και θα έπρεπε να αποτελεί οδηγό για ανάλογες αποφάσεις και στην Ελλάδα-, μπορεί να εφαρμοστεί με όρους δεοντολογίας και χωρίς κανείς από τους εμπλεκόμενους να χάσει την ψυχή του. Εάν αυτό γίνεται στη Γαλλία, μπορεί να γίνει και στην Ελλάδα.

Τηρουμένων των αναλογιών πρωτοβουλίες τέτοιου τύπου μπορούν να καταλήξουν με θετικό πρόσημο για τη χώρα και την κάθε περιοχή ξεχωριστά. Μόλις πριν από λίγα χρόνια οι Σποράδες ωφελήθηκαν εμπράκτως από το γεγονός ότι το μιούζικαλ Mamma Mia γυρίστηκε στη Σκιάθο. Βέβαια η εξέλιξη της συγκεκριμένης υπόθεσης ήταν τυπικά ελληνική: η 2η συνέχεια της ταινίας, το Mamma Mia 2, ως δια μαγείας γυρίστηκε στην Αδριατική, σε νησί της Κροατίας! Ή το 1997, όταν η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης και απέκτησε τεράστια διεθνή δημοσιότητα λόγω της έκθεσης κειμηλίων του Αγίου Όρους. Την ίδια περίοδο η πόλη αποκόμισε κέρδη σε επίπεδο διεθνούς αναγνωρισιμότητας λόγω της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μία αιωνιότητα και μία ημέρα». Η ταινία γυρίστηκε με σκηνικό τη Θεσσαλονίκη και απέσπασε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών του 1998, γεγονός που της εξασφάλισε σημαντική διεθνή καριέρα.

Μόνο που όλα αυτά για να έχουν το καλύτερο δυνατόν αποτέλεσμα πρέπει να καλλιεργούνται συστηματικά. Να μη βασίζονται, δηλαδή, μόνο σε κάποιες μεμονωμένες συγκυρίες. Να αποτελούν πρακτικό εργαλείο στα χέρια των υπευθύνων για την προβολή της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι οφείλουν να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά βράδυ πρωί, ώστε αφενός να παρεμβαίνουν όταν αντιλαμβάνονται ότι υπάρχουν προετοιμασίες για κάτι το οποίο θα ταίριαζε στο χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης και «κολλάει» στο περιβάλλον της, και, αφετέρου, να προτείνουν οι ίδιοι δημιουργικές ιδέες από τις οποίες θα μπορούσε να ωφεληθεί η εικόνα και η φήμη της πόλης. Από μεγάλα διεθνή επιστημονικά συνέδρια μέχρι πολιτιστικές εκδηλώσεις και καλλιτεχνικά events. Και από γυρίσματα κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών, μέχρι αξιοποίηση του σημαντικού κτιριακού αποθέματος και των δημοσίων χώρων της πόλης, που διαθέτουν γοητεία, αισθητική και ιστορικό βάρος.

Εδώ, όμως, αρχίζουν τα δύσκολα. Διότι τα άλλα, τα κλασικά, τα τυπικά και τυποποιημένα για την προβολή της πόλης (παρουσιάσεις, συμμετοχή σε εκθέσεις κ.λπ.) κουτσά στραβά γίνονται. Από τον δήμο Θεσσαλονίκης. Από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Από την Ένωση Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης. Από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Από τη ΔΕΘ – Helexpo. Από τα Επιμελητήρια. Από κάθε έναν από αυτούς –ενδεχομένως και άλλους- φορείς ξεχωριστά. Περί συνεργασιών και συνεργειών ουδείς λόγος, αλλά αυτό είναι μια άλλη… πονεμένη ιστορία. Τα αποτελέσματα αυτών των μεμονωμένων ενεργειών υπάρχουν και καταγράφονται στην αύξηση της κίνησης και των διανυκτερεύσεων. Σίγουρα, όμως, δεν επαρκούν για την ώθηση που απαιτείται ώστε η Θεσσαλονίκη να καταχωρηθεί ως προορισμός σε κάποιον σοβαρό τουριστικό χάρτη.