Skip to main content

Επενδύσεις 2 δισ. ευρώ στερεί από τη Βόρεια Ελλάδα η μη αξιοποίηση των κοιτασμάτων χρυσού

«Είναι μια πικρή ιστορία ο χρυσός που έχει ταλανίσει άδικα τη χώρα μας», τόνισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, Σωκράτης Μπαλτζής, προσθέτοντας ότι είναι αδιανόητο σε βόρειες χώρε
Απώλεια επενδύσεων που σε ύψος προσεγγίζουν κι ίσως ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ «γράφει» η Βόρεια Ελλάδα από το γεγονός ότι δεν εκμεταλλεύεται τα σημαντικά αποθέματα χρυσού που διαθέτει στο υπέδαφός της και τα οποία υπολογίζεται ότι σε αξία ανέρχονται σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.

«Είναι μια πικρή ιστορία ο χρυσός, που έχει ταλανίσει άδικα τη χώρα μας», τόνισε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, Σωκράτης Μπαλτζής, προσθέτοντας ότι είναι αδιανόητο σε βόρειες χώρες να αξιοποιούνται τα ορυχεία χρυσού, ενώ στην Ελλάδα επί μακρόν να μη δίδεται μια λύση στο θέμα αυτό. Ο ίδιος σημείωσε, επίσης, ότι με την εκμετάλλευση των διαπιστωμένων κοιτασμάτων εκτός από τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν τοπικά για τις επενδύσεις υποδομής, με την καθετοποίηση των δραστηριοτήτων που θα προκύψει, θα έχουμε ενίσχυση των εισοδημάτων στις τοπικές κοινωνίες, για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αναφορικά, δε, με τις αντιδράσεις που εκφράζονται από τους πολέμιους τέτοιων επενδύσεων, με επίκληση τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία των κατά τόπους κατοίκων, ο κ. Μπαλτζής αναφέρθηκε σε μελέτες ειδικών επιστημόνων οι οποίες αποφαίνονται ότι ακόμη και αν πρόκειται να γίνει χρήση κυανίου υπάρχουν, πλέον, σύγχρονες τεχνολογίες που εγγυώνται ασφάλεια.

Μιλώντας χθες βράδυ στο πλαίσιο συνάντησης με εκπροσώπους του τύπου, ενόψει της σημερινής ημερίδας για τους θησαυρούς της Βορείου Ελλάδος, που οργανώνει εκδοτικός όμιλος, ο πρόεδρος του ΣΜΕ είπε ότι αναξιοποίητος πλούτος μεγάλης αξίας υπάρχει και σε άλλα σημεία στο ευρύτερο βορειοελλαδικό τόξο. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στις μποζολάνες (ειδικό ορυκτό υλικό που χρησιμοποιείται στην παραγωγή τσιμέντου) στην Πέλλα και στην Αλεξανδρούπολη, στον αταπουλγίτη στην Κοζάνη και το Αμύνταιο, στο λευκόλιθο στη Χαλκιδική, στα μάρμαρα στη Δράμα και την Καβάλα κλπ. «Υπάρχει κάποιας μορφής εκμετάλλευση στα υλικά αυτά, αλλά θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερη», ανέφερε ο κ. Μπαλτζής και παρέθεσε στοιχεία βάσει των οποίων ο κλάδος είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την εθνική οικονομία, καθώς συμμετέχει με περίπου 3-4% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας. Παράλληλα απασχολεί άμεσα πάνω από 22.000 εργαζόμενους στα μεταλλεία, λατομεία, ορυχεία και στη μεταλλουργία, εκ των οποίων περισσότεροι από 12.000 είναι στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ σε πάνω από 90.000 θέσεις εργασίας υπολογίζονται οι συνεργαζόμενες και εξαρτώμενες άμεσα με τις εταιρείες του κλάδου και από αυτές οι 55.000 επίσης στη Βόρεια Ελλάδα.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στον υποκλάδο του μαρμάρου, ο οποίος ειδικά στο Βόρειο γεωγραφικό διαμέρισμα της επικράτειας διαθέτει σοβαρά αποθέματα εξαιρετικής ποιότητας μαρμάρου και «εάν τονωθεί, θα προσφέρει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης». Τα προβλήματα, ωστόσο, δεν λείπουν και η πορεία του είναι καθοδική. «Το 2008 η χώρα μας εξήγε στους 10 μεγαλύτερους εξαγωγικούς προορισμούς 245 χιλ. tv μάρμαρα, αξίας 78 εκ. ευρώ κι εισήγαγε από τις 10 μεγαλύτερες χώρες εισαγωγής 500 χιλ. τόνους tv, αξίας 73 εκ. ευρώ. Η τιμή εξαγωγής ήταν υπερδιπλάσια από τη τιμή εισαγωγής, λόγω της μοναδικότητας της ποιότητας του ελληνικού μαρμάρου», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαλτζής, αλλά έσπευσε να υπογραμμίσει ότι αυξάνουν δραματικά οι εισαγωγές μαρμάρου από την Τουρκία, την Κίνα, την Ιταλία, την πΓΔΜ, την Ινδία, αλλά και τη Βουλγαρία.

Όσον αφορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες που ασχολούνται με την εξόρυξη και την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας, ο πρόεδρος του ΣΜΕ τοποθέτησε στην κορυφή της σχετικής λίστας το αδειοδοτικό. «Είναι μια εταιρεία μέλος του Συνδέσμου η οποία έχει καταθέσει αίτημα για την αξιοποίηση ενός κοιτάσματος βωξίτη στο Δίστομο και μολονότι έχουν παρέλθει 11 χρόνια από τότε, δεν έχει επιτύχει το στόχο της, διότι υπήρξαν δύο φορές προσφυγές προς το Συμβούλιο της Επικρατείας», είπε χαρακτηριστικά. Παραδέχθηκε, ωστόσο, πως ο μέσος όρος χρόνου για την εξασφάλιση μιας άδειας στην Ελλάδα είναι περίπου 6-7 χρόνια, όταν στην Ευρώπη σε 6-7 μήνες γνωρίζεις αν θα την πάρεις ή όχι, και ζήτησε από την πολιτεία να εκφραστεί αν επιθυμεί ή όχι την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου κι ότι εφόσον συμβαίνει το πρώτο, τότε να προχωρήσει άμεσα σε αποσαφήνιση της νομοθεσίας, η οποία πολλές φορές είναι αντικρουόμενη, στην απλούστευση και επιτάχυνση των διαδικασιών και στην αντιμετώπιση του θέματος των τοπικών κοινωνιών και των αντιδράσεων που εκφράζουν. «Αν θεσπιστεί ένα καθαρό νομικό πλαίσιο, όσο αυστηροί και να είναι οι νόμοι δεν πειράζει» ανέφερε ο κ. Μπαλτζής και υποστήριξε ότι «ειδικά σε περιβαλλοντικά ζητήματα, θέλουμε μεγάλη αυστηρότητα και ενισχυμένο ελεγκτικό μηχανισμό, γιατί έτσι μπορείς και αφοπλίζεις από επιχειρήματα ένα συνομιλητή σου που αντιδρά».

Εν κατακλείδι ο επικεφαλής του ΣΜΕ επεσήμανε ότι ο κλάδος επηρεάστηκε πολύ πέρυσι, καθώς είναι σε μεγάλο ποσοστό εξαγωγικά προσανατολισμένος, εξαιτίας της μειωμένης ζήτησης από τις αγορές του εξωτερικού και τη συνακόλουθη μείωση των τιμών. «Παρόλα αυτά οι επιχειρήσεις διαχειρίστηκαν το πρόβλημα με σωστό τρόπο και δεν είχαμε μαζικές απολύσεις ή διαθεσιμότητες εργαζομένων», τόνισε και συμπλήρωσε πως για φέτος τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, μια και οι αγορές του εξωτερικού άρχισαν να ανακάμπτουν και ζητούν πρώτες ύλες. Για τον κλάδου του τσιμέντου δε, ο κ. Μπαλτζής είπε ότι το 2009 κατέγραψε εντός της χώρας μείωση σε ποσοστό 22-25% (λόγω μεγάλης συρρίκνωσης της οικοδομικής δραστηριότητας) και πως τα δεδομένα του πρώτου 4μήνου δείχνουν πτώση και πάλι σε διψήφιο ποσοστό, με αποτέλεσμα να υπολογίζεται ότι θα φθάσει στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 25ετίας.