Skip to main content

Έρευνα: Μακρόχρονη η οικογενειακή επανένωση ασυνόδευτων παιδιών

Στην έρευνα που διεξήγαγαν οι οργανώσεις Praksis και Safe Passage διαπιστώθηκαν τέσσερις μεγάλες κατηγορίες προβλημάτων στην Ελλάδα.

Περίπλοκες και μακρόχρονες διαδικασίες, ελλείψεις σε προσωπικό στην Ελλάδα και προβλήματα συντονισμού μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ διαπιστώνει έρευνα που διεξήχθη σχετικά με τη διαδικασία οικογενειακής επανένωσης μιας από τις πλέον ευάλωτες κατηγορίες προσφύγων, των ασυνόδευτων παιδιών.

Τα ευρήματα προέκυψαν στο πλαίσιο της έρευνας «Caught in the middle» που διεξήγαν οι οργανώσεις Praksis και Safe Passage. Στόχος της έρευνας ήταν η ανάλυση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών οικογενειακής επανένωσης βάσει του Δουβλίνου ΙΙΙ για τα ασυνόδευτα παιδιά. Όπως επισήμανε η Μαριανέλλα Κλώκα από την Praksis παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα, με την έρευνα αυτή καταδεικνύεται ότι τελικά δεν ήταν μόνο το θέμα της μετεγκατάστασης που αντιμετώπιζε προβλήματα.

Στο πλαίσιο της έρευνας αναλύθηκαν 80 περιπτώσεις παιδιών που φιλοξενούνταν σε 13 ξενώνες της PRAKSIS σε όλη την Ελλάδα. Τα παιδιά έφτασαν στην Ελλάδα μεταξύ Μαΐου 2015 και Σεπτεμβρίου 2017 και τα αιτήματα ασύλου τους καταγράφηκαν μεταξύ Δεκεμβρίου 2015 έως Νοεμβρίου 2017.

Έως και τις 20 Απριλίου 2018 το 66% των περιπτώσεων (54 παιδιά) είχαν γίνει δεκτές από 14 κράτη αναδοχής (με κυριότερα αριθμητικά τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο) και είτε τα παιδιά είχαν ήδη μεταφερθεί στο κράτος αναδοχής είτε εκκρεμούσε η μεταφορά τους, ενώ στο 15% των περιπτώσεων το αίτημα απορρίφθηκε και έκλεισε. Σε ό,τι αφορά στις υπόλοιπες περιπτώσεις περίπου στις μισές αναμενόταν η απάντηση του κράτους αναδοχής και στις άλλες μισές τα παιδιά είχαν διαφύγει.

Η πλειονότητα των 80 περιπτώσεων που αναλύθηκαν υποβλήθηκαν στη διαδικασία επανεξέτασης και μάλιστα οι περισσότερες από αυτές πάνω από μία φορά, κάτι που καταδεικνύει τις περίπλοκες διαδικασίες που ακολουθούνται. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι μόνο 21 περιπτώσεις, δηλαδή το 26% των υποθέσεων έγιναν δεκτές αμέσως, με την πρώτη υποβολή αιτήματος, από τα κράτη αναδοχής. Εμβληματική χαρακτηρίζεται η περίπτωση ενός παιδιού, για το οποίο το αίτημα απορρίφθηκε πέντε φορές πριν εγκριθεί τελικά.

Στο 10% του δείγματος τα παιδιά διέφυγαν εν μέσω της διαδικασίας παρόλο που ήταν σε προστατευμένη στέγαση. Η φυγή των παιδιών φαίνεται να συνδυάζεται, όπως επισήμαναν οι εκπρόσωποι της Praksis και της Safe Passage, με απώλεια εμπιστοσύνης στη διαδικασία και το σύστημα της νόμιμης οδού και να συνδέεται με τις καθυστερήσεις στη διαδικασία επανεξέτασης ή στο στάδιο των απορριπτικών αποφάσεων. Αντίθετα, σημειώνεται ότι δεν παρατηρήθηκε διαφυγή των παιδιών κατά τη διαδικασία σε καμία περίπτωση, όπου το αίτημα έγινε αποδεκτό άμεσα και γρήγορα και αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι μακρές καθυστερήσεις στη διαδικασία οικογενειακές επανένωσης και οι επακόλουθες αρνητικές απαντήσεις ωθούν τα παιδιά σε παράτυπες διαδικασίες.

Εκτός από το γεγονός ότι όλα τα παιδιά ήταν εξαιρετικά ευάλωτα, λόγω του γεγονότος ότι βρίσκονταν μόνα τους σε μια ξένη χώρα, για αρκετά από αυτά παρατηρήθηκαν επιπλέον ευαλωτότητες, οι οποίες σύμφωνα με τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας της PRAKSIS σχετίζονταν με τις μακρόχρονες καθυστερήσεις, την αβεβαιότητα ως προς το αποτέλεσμα της διαδικασίας επανένωσης ή την απόρριψη του αιτήματος οικογενειακής τους επανένωσης.

Στο πλαίσιο της έρευνας διαπιστώθηκαν τέσσερις μεγάλες κατηγορίες προβλημάτων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας οικογενειακής επανένωσης στο πλαίσιο του Δουβλίνου ΙΙΙ: καθυστερήσεις κυρίως λόγω περιορισμών ανθρώπινου δυναμικού ή πολύπλοκες και υπερβολικά μακρές διοικητικές πρακτικές, υπερβολικές απαιτήσεις αποδεικτικών στοιχείων (μεταξύ των οποίων και μακρόχρονες διαδικασίες, όπως η εξέταση DNA και ο προσδιορισμός της ηλικίας), έλλειψη προτεραιοποίησης του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και ανομοιογενής ερμηνεία των νομικών διατάξεων. Επιπλέον μεταξύ των προβληματικών πρακτικών που διαπιστώθηκαν σε διαδικαστικό επίπεδο συγκαταλέγεται η έλλειψη λεπτομερούς αιτιολογίας στις επιστολές απόρριψης, οι ασαφείς λόγοι απόρριψης και οι απορρίψεις χωρίς αξιολόγηση και μνεία των αποδεικτικών στοιχείων ή χωρίς να ζητά το κράτος αναδοχής τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν, εξάλλου, ότι η διαδικασία οικογενειακής επανένωσης αντιμετωπίζει προσκόμματα από συνεχείς καθυστερήσεις εμφανείς σε κάθε βήμα της διαδικασίας, πιο συχνά κατά την πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και στα στάδια επανεξέτασης. Στο 82% από τις 45 περιπτώσεις στις οποίες η μεταφορά είχε ήδη πραγματοποιηθεί η συνολική περίοδος αναμονής ξεπέρασε το ένα έτος και σε σχεδόν 30% από αυτές τα παιδιά περίμεναν πάνω από ενάμιση χρόνο.

Η μελέτη εντόπισε επίσης συστημικά προβλήματα μέσα στην Ελλάδα που εμποδίζουν την εφαρμογή της οικογενειακής επανένωσης στο πλαίσιο του Δουβλίνου ΙΙΙ. Το σύστημα υποδοχής ειδικά στα νησιά χαρακτηρίζεται από ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό, ενώ, όπως επισήμανε η νομική συντονίστρια της Safe Passage στην Ελλάδα, Θάνη Σταθοπούλου, παρατηρήθηκε επιρροή των μέτρων λιτότητας και στις εργασιακές σχέσεις της Μονάδας Δουβλίνου που οδήγησαν σε αλλαγές στους χειριστές των υποθέσεων. Επίσης, εντοπίστηκαν ζητήματα συντονισμού και αποτελεσματικότητας των ενεργειών των διαφόρων φορέων. Πάντως, η συνεργασία μεταξύ των νομικών εκπροσώπων από την Praksis και της Ελληνικής Μονάδας Δουβλίνου της Υπηρεσίας Ασύλου περιγράφηκε ως θετική.

Οι συστάσεις που απευθύνουν οι δύο οργανώσεις αναφέρουν ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές ασύλου οφείλουν να προστατεύουν τα παιδιά σε κίνηση, τα οποία δεν πρέπει να κρατούνται, να τιμωρούνται για δευτερογενείς μετακινήσεις ή να εμποδίζεται η πρόσβασή τους στο άσυλο και τη νομική συνδρομή. Επίσης, τα κράτη μέλη πρέπει να επιδείξουν περισσότερη ευελιξία για να μπορέσουν τα παιδιά να φτάσουν στα μέλη της οικογένειάς τους στα κράτη μέλη της ΕΕ με ασφαλή και σύννομο τρόπο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Στην κατεύθυνση αυτή θα είναι χρήσιμη η ύπαρξη ερμηνευτικών εγκυκλίων για το πώς πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις, ακόμα και η θέσπιση ανεξάρτητου μηχανισμού ελέγχου της εφαρμογής των διατάξεων της οικογενειακής επανένωσης από τα κράτη μέλη.

Επιπλέον, όπως υπογράμμισε η διευθύντρια του γραφείου της Safe Passage στην Ελλάδα, Σάντυ Πρωτογέρου, όταν ξεκινήσει ξανά η διαβούλευση για το Δουβλίνο IV θα πρέπει οι εμπειρογνώμονες και τα μέλη της κοινωνίας των πολιτών να ασχοληθούν με τις αρχές του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και της οικογενειακής ενότητας.

Σε εθνικό επίπεδο, οι ελληνικές αρχές καλούνται να εξασφαλίσουν την έγκαιρη καταγραφή όλων των ασυνόδευτων παιδιών κατά το στάδιο της πρώτης υποδοχής, την κατάλληλη προσωρινή παραμονή των παιδιών σε κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης και την ταχεία πρόσβασή τους σε κατάλληλες εγκαταστάσεις μακρόχρονης διαμονής, καθώς και να διασφαλίσουν την παροχή κατάλληλων πληροφοριών για τη διαδικασία οικογενειακής επανένωσης. Χαρακτηρίζουν ως θετική τη θέσπιση του νόμου 4554/2018 για την επιτροπεία και ζητούν να εφαρμοστεί σωστά.

Σημειώνεται ότι από τον Ιανουάριο 2014 ως τις 20 Απριλίου 2018, οπότε έληξε η έρευνα, η οργάνωση PRAKSIS φιλοξένησε συνολικά 2.636 ασυνόδευτα παιδιά σε ξενώνες και οι δικηγόροι της οργάνωσης παρείχαν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση σε περισσότερες από 400 περιπτώσεις οικογενειακής επανένωσης για ασυνόδευτα παιδιά στο πλαίσιο του Κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ».