Skip to main content

Τα πρώτα χρόνια του ΕΣΘ: Εμπόδια στο εμπόριο και άνοιγμα στα Βαλκάνια

Από Voria.gr
Τα προβλήματα που απασχολούσαν τον νεοσύστατο τότε Εμπορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης στα δύσκολα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου .

Στα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914 – 1918) η επιχειρηματικότητα στη Θεσσαλονίκη και στη Μακεδονία έγινε εξαιρετικά δυσχερής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα- όπως αναφέρει ο ερευνητής Κώστας Πλαστήρας- ο νεοσύστατος Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, που ιδρύθηκε το 1916, να παρεμβαίνει συνεχώς στις υπηρεσίες του κράτους, ζητώντας τη λήψη μέτρων για τη διευκόλυνση και την κατά δυνατόν ομαλοποίηση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Τα προβλήματα που απασχολούσαν εκείνη την εποχή τον εμπορικό κόσμο της Θεσσαλονίκης ήταν κυρίως τα ακόλουθα:

-Η έλλειψη προϊόντων εξαιτίας των ελάχιστων εισαγωγών.
-Οι επιτάξεις εμπορευμάτων για τους συμμάχους και τον ελληνικό στρατό.
-Η μείωση των αποθεμάτων.
-Ο τρόπος καθορισμού της τιμής ενός εμπορεύματος.
-Η αύξηση των τιμών από τη δημιουργούμενη έλλειψη και την κερδοσκοπία.

Με αυτά τα δεδομένα βασικό αίτημα του Συλλόγου ήταν να αφεθεί ελεύθερο το εμπόριο με το εξωτερικό, να σταματήσει η απαγόρευση του εμπορίου με την Παλαιά Ελλάδα, να αποκατασταθεί η σιδηροδρομική συγκοινωνία με το εσωτερικό, να δρομολογηθεί εμπορικό και επιβατικό τραίνο στη γραμμή Θεσσαλονίκης-Μοναστηρίου, αλλά και να ληφθούν άμεσα μέτρα για τον τρόπο που θα διεξάγεται το εμπόριο με τη Σερβία, Βουλγαρία και Τουρκία.

Εθνική ευαισθησία  

Την ίδια περίοδο ο ΕΣΘ, εξαιτίας των μεγάλων γεωστρατηγικών ανακατατάξεων που συνέβαιναν, διαβλέποντας τον κίνδυνο για τους  ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, της Θράκης και του Πόντου, και εν όψει της Διεθνούς Διάσκεψης Ειρήνης του 1919, απέστειλε έγγραφη έκκληση για τη διάσωσή τους, στα Εμπορικά Επιμελητήρια του Παρισιού, του Λονδίνου, της Ρώμης και της Νέας Υόρκης. Στο σχετικό έγγραφο η τότε διοίκηση του ΕΣΘ αναφέρει τα εξής: «Εν τω συμφέροντι της ειρήνης εν τη Ανατολή, τόσον αταραιτητο διά την ανάπτυξιν του εμπορίου καί της βιομηχανιας, ως και εν τω συμφέροντι της καλλιέργειας μετά την ειρήνην όσο το δυνατόν στενοτέρων οικονομικώνσχέσεων μετά της υμετέρας μεγάλης χώρας, ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, αντιπροσωπεύων τον εμτορικόν κόσμον της ελληνικής Μακεδονίας, λαμβάνει την τιμήν να παρακαλέση υμάς και δι' υμών τας εμπορικάς ενώσεις της Γαλλίας, Αγγλίας, Αμερικής, Ιταλίας, όπως ευαρεστηθούν και συνηγορήσουν υπέρ της τελείας απελευθερώσεως εκ του τουρκικού καί βουλγαρικού ζυγού των εκατομμυρίων υποδούλων Ελλήνων της Θράκης, Μίκρας Ασίας και Πόντου, οι οποίοι αποτελάσαντες ατό των αρχαιότατων χρόνων παράγοντα προόδου και εργασίας, διατηρούν πάντοτε τα σκήπτρα της βιομηχανίας καί του εμπορίου. Εστέ δε βέβαιοι , ότι μετά την τοιαύτην λύσιν του ελληνικού ζητήματος, ήτις είναι και η  μόνη δικαία και σύμφωνος προς τας διακηρυχθείσας αρχάς των συμμάχων, η δημιουργηθησομένη ηνωμένη Ελλάς θ' αποτελέση σταθερόν φίλον και συνεργάτην της υμετέρας ευγενούς Χώρας προς ενίσχυσιν των οικονομικών και ηθικών δεσμών των δύο φίλων Λαών.»

Εμπόριο στα Βαλκάνια

Κυρίαρχο, επίσης, αίτημα της εποχής, ήταν η ανάπτυξη του εμπορίου με τις Βαλκανικές χώρες. Η Μακεδονία και η Θράκη μετά την οριοθέτηση των συνόρων, έχασαν προς βορράν, το εδαφικό βάθος οικονομικής επιρροής που διέθεταν, πριν τους Βαλκανικούς πολέμους. Τον Απρίλιο του 1920 ο Σταύρος Γρηγοριάδης, από τον Εμπορικό Σύλλογο και οι Αλέξανδρος Κράλλης και Μπεσουνσάν, από το ΕΒΕΘ, συνόδευσαν τον Γεώργιο Κοφινά, του Υπουργείου Οικονομικών, στη Σερβία, όπου συζήτησαν, με το Επιμελητήριο του Βελιγραδίου, και την κυβέρνηση της Σερβίας, καταλήγοντας σε μια σειρά απαραίτητων μέτρων για την ανάπτυξη του εμπορίου τα οποία, σήμερα, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως το προοίμιο της συμφωνίας, για την ίδρυση στη Θεσσαλονίκη της Σερβικής Ελευθέρας Ζώνης.