Skip to main content

Με το βλέμμα στο 2030: Έτοιμος για το επόμενο βήμα ο Οργανισμός Τουρισμού Θεσσαλονίκης

Στον ΟΤΘ ψάχνουν λίγο πιο βαθιά και συστηματικά για να εντοπίσουν τους λόγους που η Θεσσαλονίκη κατέχει υποβαθμισμένη θέση στον τουριστικό χάρτη

του Γιώργου Δώρα

Ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα της δουλειάς τους είναι οι άνθρωποι του Οργανισμού Τουρισμού Θεσσαλονίκης, οι οποίοι με την ευκαιρία της φετινής Philoxenia κάνουν τον δικό τους απολογισμό. Η κ. Βούλα Πατουλίδου, η αντιπεριφερειάρχης Θεσσαλονίκης που από το 2016 ηγείται του Οργανισμού ως πρόεδρος, αισθάνεται δικαιωμένη επειδή στα δύο χρόνια της πανδημίας η προβολή της Θεσσαλονίκης μέσω του Διαδικτύου και των social media συνεχίστηκε κανονικά, κάτι που έχει θετικά αποτελέσματα τώρα που η κανονικότητα επέστρεψε και τα ταξίδια ξεκίνησαν πάλι. Η ίδια υπογραμμίζει, επίσης, ότι ο Οργανισμός συνεργάζεται, πλέον, με άλλους φορείς, αναφέροντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την ΟΛΘ ΑΕ και το γεγονός ότι φέτος έπιασαν στο λιμάνι 62 κρουαζιερόπλοια, τα μισά εκ των οποίων έχουν την πόλη ως βάση για τα δρομολόγιά τους. Επίσης, σημειώνει ότι η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή θα πρέπει να αξιοποιήσουν περισσότερο τον παγκόσμιο θρύλο του μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ όταν κάποιος της ζητά να μιλήσει για την τουριστική ταυτότητα της πόλης απαντά «λίγο απ’ όλα», εννοώντας την ιστορία, τα μνημεία, τον τρόπο ζωής, τη γαστρονομία, τη διασκέδαση, την αγορά. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε τίποτε απ’ έξω, όπως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε καμία δυνητική αγορά, αφού ο διεθνής ανταγωνισμός των πόλεων στο πεδίο του τουρισμού είναι πολύ σκληρός», λέει χαρακτηριστικά.

Όλα αυτά είναι σωστά. Και μέχρι ενός σημείου ελπιδοφόρα. Με την έννοια ότι στον Οργανισμό Τουρισμού Θεσσαλονίκης δείχνουν ότι αργά, αλλά σταθερά, συνειδητοποιούν την πραγματικότητα. Ψάχνουν λίγο πιο βαθιά και συστηματικά για να εντοπίσουν τους λόγους για τους οποίους η Θεσσαλονίκη κατέχει υποβαθμισμένη θέση στον τουριστικό χάρτη. Αναρωτιούνται πώς και γιατί η πόλη δεν αξιοποιεί τουριστικά τα συγκλονιστικά παγκόσμια τοπόσημα που της κληροδότησε η ιστορία, από την Πέλλα, τη Βεργίνα και τον Μέγα Αλέξανδρο, μέχρι τον Όλυμπο, το βουνό των 12 Θεών της αρχαιότητας. Αντιλαμβάνονται χωρίς να δικαιολογούν ότι το απίστευτο χάλι των αστικών συγκοινωνιών έχει επιπτώσεις, καθώς ένα σημαντικό κομμάτι των ξένων επισκεπτών της Θεσσαλονίκης είναι νέοι, που μετακινούνται με μέσα μαζικής μεταφοράς. Προφανώς σκέφτονται και πολλά ακόμη, που απαιτούν απαντήσεις και εξηγήσεις, που δεν είναι ούτε εύκολες ούτε απλές. Εάν ήταν θα είχαν δοθεί από καιρό και η ανάπτυξη του τουρισμού στη Θεσσαλονίκη θα ήταν εντονότερη και με αισθητά καλύτερα αποτελέσματα στην οικονομία και στην κοινωνία της πόλης.

Επομένως βρισκόμαστε σε καθοριστικό σημείο. Σε κρίσιμη καμπή. Από εδώ και πέρα για τον Οργανισμό Τουρισμού Θεσσαλονίκης και όλους όσοι ενδιαφέρονται για την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής υπάρχουν δύο δρόμοι. Ή συνεχίζουν να εφαρμόζουν τις ίδιες μεθόδους και τακτικές –με λιγότερο ή περισσότερο αποδοτικό τρόπο, μικρή σημασία έχει- ή κρατούν ως βάση τις καλές πρακτικές που (υποστηρίζουν ότι) έχουν εφαρμόσει και τη μέχρι σήμερα εμπειρία και αναδιατάσσουν τις πρωτοβουλίες τους με πιο οργανωμένο τρόπο και με καταλληλότερη στόχευση. Η πρώτη επιλογή, της συνέχειας, θα έχει ενδεχομένως κάποια θετικά αποτελέσματα βραχυπρόθεσμα, αλλά θα πορεύεται πάντα σε τεντωμένο σχοινί, το οποίο μοιραία κάποια στιγμή θα σπάσει και θα βρεθούμε πάλι να συζητάμε από την αρχή για τα ίδια πράγματα. Η δεύτερη επιλογή, της αναθεώρησης από εδώ και πέρα σε πιο επαγγελματικές βάσεις της τουριστικής προβολής της Θεσσαλονίκης, είναι σαφώς πιο σωστή, αφού υπηρετεί τον μακροπρόθεσμο στόχο να καθιερωθεί η πόλη ως σταθερός τουριστικός προορισμός. Κάτι που απαιτεί δυνατές δόσεις μάρκετινγκ, μέσω του οποίου ο σημερινός χύμα τουριστικός χαρακτήρας μιας Θεσσαλονίκης τού «λίγο απ’ όλα» θα αποκτήσει σχήμα, περιεχόμενο και το κατάλληλο περιτύλιγμα για να «πουληθεί» ευχερέστερα και επιτυχέστερα σε όλον τον κόσμο. Εννοείται ότι σε αυτή την προσπάθεια η Θεσσαλονίκη δεν θα παραγκωνίσει κανένα από τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν. Η ιστορία 24 αιώνων, η γεωγραφία, η αρχιτεκτονική, η πολεοδομία, τα μνημεία, το φυσικό κάλος μιας πόλης δίπλα στη θάλασσα, η Ανατολή, η Δύση, τα πέριξ παγκόσμια τοπωνύμια, η παράδοση, η γαστρονομία, η διασκέδαση, η σύγχρονη αγορά, η φιλοξενία, ο πολιτισμός, η χαλαρότητα της ατμόσφαιρας. Όλα θα αξιοποιηθούν, ώστε ο «προορισμός Θεσσαλονίκη» να καταστεί ελκυστικός, τόσο για να ενισχύσει τον μύθο και την εμπειρία που προσφέρει σε όσους στην Ελλάδα, τα Βαλκάνια και γενικότερα στο εξωτερικό τυχαίνει να τη γνωρίζουν, όσο και για τους περισσότερους ξένους που δεν την έχουν ξανακούσει. Αυτό που χρειάζεται η τουριστική Θεσσαλονίκη είναι να αποκτήσει ένα πρόσωπο, έναν χαρακτήρα, μία προσωπικότητα που θα εμπεριέχει τα βασικότερα των στοιχείων της, θα αποτελεί το βασικό όχημα προβολής και ταυτόχρονα θα συνιστά –και θα υπονοεί- ένα περιβάλλον, στο οποίο θα κουμπώνουν οι επιμέρους πρόσθετες πρωτοβουλίες των φορέων, που μάλλον είναι αδύνατο να πειθαρχήσουν 100% και να συντονιστούν απολύτως.

Στο μόνο σημείο που ενδεχομένως κολλάει η συγκεκριμένη μεσο-μακροπρόθεσμη προοπτική είναι ο εκλογικός κύκλος. Όπως γνωρίζουμε, τα πολιτικά πρόσωπα στη χώρα μας στην πλειοψηφία τους εργάζονται με βάση χρονοδιαγράμματα που αφορούν –και υπηρετούν- την πολιτική τους πορεία, δηλαδή την εκλογή και την επανεκλογή τους. Από την άλλη στη Θεσσαλονίκη όλοι οι τοπικοί παράγοντες έχουν «σημαδέψει» το 2030, ως χρονιά κατά την οποία λόγω της ολοκλήρωσης και ωρίμανσης μεγάλων έργων, που γίνονται ή σχεδιάζονται αυτή τη στιγμή το πρόσωπο της Θεσσαλονίκης θα έχει αλλάξει προς το καλύτερο, ενώ θα έχει βελτιωθεί σημαντικά και η λειτουργικότητα της πόλης. Ευκαιρία, λοιπόν, και για τα τουριστικά πλάνα να σημαδέψουν έξι – επτά χρόνια μετά, χρόνος υπεραρκετός για να προχωρήσουν ουσιωδώς τα πράγματα. Άλλωστε και ο στρατηγικός σχεδιασμός του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, που παρουσιάζεται και αναλύεται στο πλαίσιο της φετινής Philoxenia έχει αναφορά στο 2030.