Skip to main content

Γιατί η κίνηση της Jumbo να ανοίξει τις Κυριακές αφορά τη Θεσσαλονίκη

Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης μέσα σε λίγες δεκαετίες ξέφυγε από τα τοπικά χέρια, σήμερα κατά 80% κινείται από πολυκαταστήματα, αλυσίδες και πολυεθνικές

Η πρωτοβουλία της αλυσίδας εμπορίας παιχνιδιών και άλλων καταναλωτικών ειδών Jumbo να ανοίγει τα καταστήματα της στην Κατερίνη και την Πρέβεζα και τις Κυριακές έχει αναστατώσει τον εμπορικό κόσμο, ιδιαίτερα στις μικρές πόλεις της χώρας. Επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα της κυριακάτικης λειτουργίας της αγοράς, που τα τελευταία χρόνια βρίσκεται διαρκώς στην επικαιρότητα με διάφορες αφορμές. Κάποτε –τα καλά, όπως λένε οι Θεσσαλονικείς έμποροι, χρόνια- η αγορά ήταν ανοιχτή με υπογραφή νομάρχη μία Κυριακή, αυτήν που προηγείτο των Χριστουγέννων.

Σήμερα επισήμως οι εργάσιμες Κυριακές είναι καμμιά δεκαριά, αφού δεν πέρασε η γραμμή της τρόικας για «52 Κυριακές ανοιχτή αγορά». Φυσικά από τους κανόνες εξαιρούνται εδώ και δεκαετίες οι έντονα τουριστικές περιοχές της χώρας –κυρίως τα νησιά-, όπου τους καλοκαιρινούς μήνες οι εμπορικές επιχειρήσεις δουλεύουν επτά ημέρες την εβδομάδα, από το πρωί μέχρι το βράδυ. Εννοείται ότι στη χώρα των εξαιρέσεων που επιβεβαιώνουν τους κανόνες η συγκεκριμένη συνθήκη στη Ρόδο, στην Κρήτη, στην Κέρκυρα, στη Σαντορίνη, ακόμη και σε ορισμένες περιοχές της Χαλκιδικής και του δήμου Θερμαϊκού, δεν ενοχλούσε και δεν ενοχλεί κανέναν. Η αξιοποίηση της καταναλωτικής δύναμης των ξένων επισκεπτών από τους Έλληνες εμπόρους θεωρείται απολύτως θεμιτή, εάν όχι αυτονόητη.

Με δεδομένο ότι βασική παράμετρος των σχετικών κατά καιρούς αποφάσεων της πολιτείας και της αυτοδιοίκησης γύρω από το θέμα είναι ο τουρισμός, στη Θεσσαλονίκη η κυριακάτικη λειτουργία της αγοράς ήταν ανέκαθεν δύσκολος γρίφος. «Σταυρόλεξο για πολύ δυνατούς λύτες» που λέει κι ένα παλιότερο δημοσιογραφικό κλισέ. Είναι η Θεσσαλονίκη τουριστική πόλη; Θέλει να αυξήσει τους επισκέπτες της; Είναι ή δεν είναι προορισμός city break, δηλαδή πόλη για αποδράσεις του Σαββατοκύριακου και του τριημέρου;

Σε όλα αυτά τα ερωτήματα η απάντηση είναι θετική, αλλά σχεδόν καμία από τις πρακτικές που ασκούν και μετέρχονται οι φορείς της πόλης, από τους εμπόρους μέχρι τις αυτοδιοικητικές αρχές, δεν τη στηρίζει. Κάποτε ένας πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, ο οποίος εξακολουθεί να μετέχει στα κοινά από άλλο πόστο, έλεγε το παροιμιώδες: «Ας γεμίσει η Θεσσαλονίκη τα σαββατοκύριακα με ξένους επισκέπτες και τότε θα ανοίξουμε τα μαγαζιά μας!». Μόνο το ύψος της πρέπουσας κατά κεφαλήν καταναλωτικής δαπάνης αυτών των επισκεπτών δεν προσδιόρισε ο έμπορος – συνδικαλιστής! Διότι η αλήθεια είναι σκληρή και αδυσώπητη. Η δημιουργία εμπορικής πιάτσας είναι επιχειρηματική κίνηση, που η επιτυχία της απαιτεί επενδυτική προσέγγιση.

Αυτή τη στιγμή η Θεσσαλονίκη προφανώς και δεν είναι μια ώριμη κυριακάτικη αγορά. Αυτό μένει να αποδειχθεί, εάν και εφόσον ο εμπορικός κόσμος καλλιεργήσει συστηματικά την ιδέα. Με τη λογική ενός καινούργιου προϊόντος ή μιας νέας υπηρεσίας που διατίθεται στους καταναλωτές, υποστηρίζεται στην υλοποίηση της και προβάλλεται καταλλήλως και στο κατάλληλο ακροατήριο. Σε καμία σοβαρή επιχειρηματική δουλειά η πελατεία, ο τζίρος και τα κέρδη δεν είναι εξασφαλισμένα εκ των προτέρων. Εάν ήταν έτσι, όλοι θα είχαμε λύσει το πρόβλημα μας ασκώντας επιχειρηματική –κυρίως εμπορική- δραστηριότητα εκ του ασφαλούς. Επομένως στη Θεσσαλονίκη τα πράγματα είναι απλά: οι τοπικοί επιχειρηματικοί παράγοντες πιστεύουν στη δυναμική και την εξωστρέφεια της πόλης; Και εάν πιστεύουν, το κάνουν στα λόγια ή στην πράξη; Και εάν το κάνουν στα λόγια, γιατί διαμαρτύρονται όταν κάποιοι άλλοι –πιθανώς μεγαλύτεροι, ενδεχομένως… ξενομερίτες- το κάνουν στην πράξη;  

Η απάντηση πιθανώς να βρίσκεται σε ένα μείγμα συντηρητισμού και ηττοπάθειας. Ας μη μας φοβίζουν οι λέξεις. Το εμπόριο της Θεσσαλονίκης μέσα σε λίγες δεκαετίες ξέφυγε από τα τοπικά χέρια. Σήμερα κατά 80% και περισσότερο κινείται από τα πολυκαταστήματα, τα εμπορικά κέντρα και τις πολυεθνικές εταιρείες. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και σήμερα κάποιοι ελπίζουν ότι η κατάσταση θα παγιωθεί, θα οριστικοποιηθεί. Θα σταθεροποιηθεί έστω στους υφιστάμενους συσχετισμούς. Μάλλον θα διαψευστούν, όπως τόσες και τόσες φορές στο παρελθόν. Ίσως στα χρόνια της κρίσης οι εξελίξεις να επιβράδυναν, αφού το 2010 κανείς δεν μπορούσε να μαντέψει την θέση της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό οικονομικό στερέωμα στα τέλη της δεκαετίας.

Παρά την καταστροφή η παρτίδα φαίνεται ότι σώθηκε οριακά για τη χώρα και όλα συνηγορούν ότι σε αυτή τη νέα φάση η Θεσσαλονίκη θα βγει κερδισμένη, θα ανακάμψει. Πόσο πιο κάτω να πάει άλλωστε; Η οικονομική της υποβάθμιση ξεκίνησε πριν από 25 χρόνια και συνεχίζεται.

Δεν χρειάζεται κανείς να είναι ιδιαίτερα διορατικός για να καταλάβει αυτό που αντιλαμβάνονται Έλληνες και ξένοι επιχειρηματίες του τουρισμού, οι οποίοι επενδύουν σε νέα καταλύματα φιλοξενίας. Σχεδόν σε κάθε δρόμο του κέντρου –αναβαθμισμένο ή υποβαθμισμένο- υπάρχουν ή δημιουργούνται ξενοδοχειακές μονάδες διαφόρων τύπων, στιλ και δυνατοτήτων.

Προορίζονται για να φιλοξενούν επισκέπτες της πόλης, ο αριθμός των οποίων τα τελευταία χρόνια αυξάνεται. Η συγκεκριμένη εξέλιξη σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση του μετρό θα φέρει πολύ κόσμο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και θα επηρεάσει την εμπορική δραστηριότητα, τόσο τις καθημερινές, όσο και τα σαββατοκύριακα. Αφήνοντας πιθανότατα εκτός παιχνιδιού αρκετούς από τους σημερινούς μετέχοντες στο εμπόριο της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι επιμένουν να αμύνονται στη μαζική και γενικευμένη επίθεση σκύβοντας απλώς το κεφάλι τους κάτω από το όρυγμα.